Οι επιστήμες ασχολούνται μόνο με μετρήσιμα μεγέθη του υλικού κόσμου – κινήσεις, μορφές, όγκους και παρόμοια φαινόμενα. Πρόκειται δηλαδή για πράγματα που μπορούν να παρατηρηθούν από τις αισθήσεις μας. Μετά, από τις έρευνες και μελέτες, πάντα μέσω των αισθήσεων, μπορούν να εξαχθούν από άλλη νοητική λειτουργία συμπεράσματα και νόμοι.
Πολλές μελέτες στα Πανεπιστήμια όπως Ψυχολογία, Φιλολογία (Συγκριτική Γλωσσολογία), Κοινωνιολογία και παρόμοιες, ισχυρίζονται πως είναι επιστήμες μα δεν έχουν την αυστηρή αμεροληψία και αντικειμενικότητα που έχουν τα Μαθηματικά, η Φυσική και η Χημεία. Οι πρώτες περιέχουν πλατιά περιθώρια υποκειμενικών παρατηρήσεων. Π.χ. η ερμηνεία ονείρων στη Ψυχολογία είναι εντελώς υποκειμενική. Συχνά δε τα όνειρα κατασκευάζονται επί τούτω από το εξεταζόμενο άτομο.
Μα υπάρχουν πάρα πολλά κοινότατα φαινόμενα για τα οποία οι υφιστάμενες επιστήμες δεν μπορούν να πουν κάτι και δεν υπάρχουν αντίστοιχες επιστήμες καθόλου!
Έχουμε, οι περισσότεροι, ανεβάσει τις επιστήμες σε πολύ ψηλό βάθρο και πάρα πολλοί προτιμούν να λατρεύουν αυτές αντί τον Θεό ή όποιους θεούς.
Μα τι μπορούν να μας πουν οι επιστήμες για την αγάπη που δένει μερικά πλάσματα σε μια μικρή οικογένεια ή για τον έρωτα ενός νεαρού ζευγαριού και παρόμοια φαινόμενα; H για την πίστη σ’ έναν Θεό ή πολλούς;
Πώς συνθέτει ο Μότσαρτ καταπληκτικές σονάτες για βιολί και πιάνο και ο Βαν Γκονγκ ζωγραφίζει τέτοια ηλιοτρόπια – ενώ χιλιάδες, εκατομμύρια, άλλοι δεν μπορούν;
Είναι πολλά άλλα φαινόμενα για τα οποία οι επιστήμες δεν μπορούν να αποφανθούν, όπως η τηλεπάθεια την οποία αρνούνται να εξετάσουν.
Μετά, είναι και το θέμα του Θεού και της ύψιστης Νοημοσύνης που σχεδίασε κι εξακολουθεί να παράγει τόσα θαύματα ζωής.
Μπορούν ορισμένες επιστήμες ν’ αποδίδουν τέτοια φαινόμενα και τις συνέπειες τους στην “τυχαιότητα”, μα ξέρουμε πως αυτό δεν ικανοποιεί με κανένα τρόπο ως εξήγηση επιστημονική.