Ποια είναι τα καλά υλικά και σχέδια που χρησιμοποιήθηκαν από τους καλούς παλαιούς; Ο Π. Ιωαννίδης δεν υπεισέρχεται σε αυτόν τον τομέα, που είναι, πιστεύω, ένας τομέας απαραίτητος για κάθε ποιητή.
Ο Παναγιώτης Ιωαννίδης (1967, Αθήνα) μου ήταν παντελώς άγνωστος, ωσότου πρόσφατα διάβασα το Ποίηση Τώρα (φρμκ 2018, Αθήνα), όπου συνεισφέρει μερικά αξιοπρόσεκτα κείμενα για την Ποίηση. Έξι ακόμα του ποιητικού κύκλου γράφουν τις σκέψεις τους απαντώντας σε 9 ερωτήματα. Υπάρχει κι ένα επίμετρο και μια Εισαγωγή.
Ήδη στο προηγούμενο Π246 Καινοτομία και Ποίηση εξέτασα και την κριτική προσέγγιση και την ποίηση της Φοίβης Γιαννίση. Θεωρητικές προσεγγίσεις γράφουν και δυο άλλες κυρίες.
Δεν δηλώνεται ποιος έγραψε την εισαγωγή μα εδώ συναντώ μια πομπώδη πόζα: Ένας συγγραφέας, όπως κάθε καλλιτέχνης, αντιμετωπίζει κάθε μέρα την ανάγκη να επινοεί τον εαυτό του ως τέτοιον [καλλιτέχνη, συγγραφέα;] μέσα στον κόσμο. (Αυτό δεν το πιστεύω καθόλου!)
Ο Π. Ιωαννίδης γράφει πολύ συνετά και πρακτικά.
Ζητώ από το ποίημα… ό,τι δεν μπορούν να μου δώσουν τ’ άλλα είδη του λόγου… να είναι συμβάν: να μη χρησιμοποιεί απλώς τη γλώσσα για να περιγράψει (εικόνες, σκέψεις ή αισθήματα), αλλά να τη χειρίζεται αξιοποιώντας όλες τις ιδιότητές της (μένοντας σε δυο… μουσικότητα – φθόγγους και ρυθμό – και τη δυνατότητα γραμματικών και συντακτικών παρεκκλίσεων), ώστε η πρόσληψή του να γεννά εμπειρία αντί μόνο να την αποτυπώνει! (σελ. 13.)
Πολύ ορθά διαχωρίζει την ποίηση (ακόμα κι ένα πεζό ίσως “ποίημα”) από άλλα είδη του λόγου ώστε να πληροφορεί, να τέρπει (μουσικότητα) και να μεταδίνει ή αναπαράγει στον αναγνώστη την εμπειρία του ποιητή, ή της ποιήτριας όσο γίνεται. Δεν το λέει ο Π. Ιωαννίδης, μα σήμερα πάρα πολλά “ποιήματα” είναι πρόζα κομμένη σε γραμμές, συχνά ατάκτως, για να μοιάζει ποίηση. Δεν λέει επίσης πως συχνά το ποίημα εξυπνακίζει.
Αλλά λέει αλλού (σελ. 121):
Στον βαθμό που είναι γνώση, η ποιητική πράξη είναι αναγκασμένη να χτίζει (παρ-)ακολουθώντας τη γνώση που προηγήθηκε: με άλλα λόγια την παράδοση της γλώσσας που χρησιμοποιεί. Να χτίζει βάσει των υλικών και των σχεδίων αυτής της παράδοσης, να τα τροποποιεί ή να εφευρίσκει νέα, αφού μελετήσει τη σύσταση και τις βασικές αρχές των παλαιών (ώστε να βεβαιωθεί πως το νέο κτίσμα, όσο κι αν φαίνεται διαφορετικό, πάντως θα στέκεται).
Ναι, συμφωνώ. Αλλά, ποια είναι τα καλά υλικά και σχέδια που χρησιμοποιήθηκαν από τους καλούς παλαιούς;
Ο Π. Ιωαννίδης δεν υπεισέρχεται σε αυτόν τον τομέα, που είναι, πιστεύω, ένας τομέας απαραίτητος για κάθε ποιητή. Λέει, όμως πολύ ορθά πως “η ποίηση ενίοτε χρησιμοποιείται για την επίδειξη γνώσεων… (με πληροφορίες χωρίς έγνοια ή έλεγχο για το αν παραμένουν όντως ποιήματα) των καλλιτεχνικών ρευμάτων… ” (σελ. 132-3).
Επανέρχεται στον απαραίτητο τομέα σε άλλο άρθρο (απαντώντας το τελευταίο θέμα Ποιητές και Ποιητική):
“Όταν κάποιος είναι καλός στην τέχνη του, γνωρίζει και την θεωρία της – είτε μόνο διαισθητικά, διαμέσου της πράξης του (όταν μπορεί να ζυγίζει τι στέκει και τι δεν στέκει, χωρίς να μπορεί να εξηγήσει γιατί) είτε γιατί έχει μελετήσει τη θεωρία και αυτόνομα” (σελ. 196).
Δυστυχώς δεν εξηγεί την κρίση “για το τι στέκει και τι δεν στέκει” δηλ. πώς ένα ποίημα είναι καλό ή όχι! Στη σελίδα 197 απορρίπτει την περιαυτολογία μόνο!
Θα μπορούσε να δώσει δείγματα κτισμάτων που στέκουν και κτισμάτων που είναι… για κατεδάφιση. Μα ούτε αυτός ούτε άλλος συνεργάτης στο βιβλίο το κάνει!
Κρίμα, γιατί έτσι μιλάμε ουσιαστικά έχοντας ένα μεγάλο, κρίσιμο κενό για την ποίηση – η οποία δεν θα γίνει κατανοητή ή καλύτερη….