1. Στην Ανθολογία Ποιητικών Διαλόγων (Εκδ. Γκοβόστη 2015) φιλοξενούνται 45 στιχουργοί. Τουλάχιστον οι 30 που έλεγξα στο Διαδίκτυο, έχουν δημοσιεύσει συλλογές με παράξενους τίτλους – όπως Το πιο παράξενο απόκτημα εντόμων, Ανήλικης Νυκτός παρίστιον δέρμα, Μπουκέτο Ψαροκόκαλα, Κανονικοί άνθρωποι με λοφίο και παρδαλή ουρά. Από αυτούς μόνο 3 είναι κάτω των 30 ετών και 7 μεταξύ 30 και 40. Την Γκέκα (23) την ανέφερα στο προηγούμενο.
Η Μαρία Φίλη γεννημένη 1993 γράφει στο “Κυματοθραύστης” (σ 183):
Εξελίσσομαι στης γλώσσας σου την ολόσωμη κατάκτηση. Γλιστράς
σ’ έναν αστράγαλο και τον αρπάζεις/ τα πέλματα αφήνονται να
πλέουν πάνω σε ήμερους αέρηδες/ Ατάραχα αιωρούνται…
Είναι εμφανώς φιλόδοξη και φτάνει στο άκρο της σκοτεινότητας μη ξέροντας, νομίζω, τι θέλει να πει και η ίδια. Στο “Τοπίο άτοπο” (σ 184) βρίσκουμε τα ίδια –
Στον ουρανό της προέλευσής μου/ Οι άνθρωποι σπέρνουν στάρι/
Που και που επιστρέφω/ Δυο μύγδαλα σκάνε κι απελευθερώνουν
στα σπαρτά/ δύο λέαινες/ Τις αφήνω να καταβροχθίσουν ό,τι βρουν/
Παράξενες λέαινες που καταβροχθίζουν σπαρτά!
Όμοια ασυναρτησία εκδηλώνει και ο Νίκος Ερηνάκης (γ 1988). “Το Πέμπτο Σφυρί” (σ 56) μας πληροφορεί –
Βίος-Θάνατος-Βίος/ Πόσες άνοιξες έχεις βιώσει// 107 βήματα/
Οργή και μελαγχολία/ Αδέσμευτη κοσμογονία
Στη σ 59 διαπιστώνουμε πως κρατά σταθερή την ποιότητα:
Φέρεις την κίνηση/ Τη μανία του πανικού// Μα τον εξεγερμένο
έρωτα μας/ Απειλεί η αγάπη ακόμα/ Δεν ξέρουμε να λέμε
σ’ αγαπώ/ Χωρίς αλάτι στα χείλη/
2. Οι 30άρηδες και άνω προσφέρουν πλουσιοπάροχα την ίδια ποιότητα.
Ο Αντιόχου Γιάννης γράφει στο “Τι είπε το πουλί με την ανθρώπινη φωνή”-
Ούτε μια στάλα φως δεν έπλεε/ Μου έτρεχαν της νύχτας τα νερά/
και τ’ άστρα της οροφής/ έλαμπαν κόκκινα κάρβουνα.
Και παρακάτω (σ 25):
Στην αυγή της εκδήλωσης/ Ήμουν μια βόμβα μολότοφ/
Δίδασκα τη σπουδαιότητα του μηδενός/ Το πονηρό μηδέν που
δεν συμμετείχε/ Γιατί δεν είχε κανένα κέρδος.
Προφανώς δεν βλέπει την αντίφαση κι έτσι ούτε τη γελοιότητα.
Ο Νίκος Βιολάρης γράφει του τύπου “Το βράδυ” (σ 38):
Το βράδυ/ δεν πέφτει/ ούτε έρχεται/ το βράδυ αργά/
σπάει μέσα μου// Γιατί είμαι μια λίμνη/ χωρίς πρόσωπο πάντα/
και είμαι η λάσπη/ στων κρυφών άστρων/ τα όνειρα/
Ίσως υπάρχουν και κυριολεκτικά κρυφά άστρα με όνειρα και λάσπη.
Ο Αχ. Κατσαρός αφού μας βεβαιώνει στο “Ερπετά” (σ 71) πως
Δεν αλλάζουμε βροχή/ Όσες φορές κι αν έρχεται/ Πόσιμο το κώνειο/
γράφει για την όμορφη Ζάκυνθο στο ομώνυμο (72):
Ο Αύγουστος σε βρίσκει παγωμένο κυπαρίσσι/ και με
επιμήκυνση της γλώσσας ο Σεπτέμβρης/ για να μπορείς να
περιγράψεις/ πως τα ωάρια πεθαίνουν στη στροφή/
Έχει πολλά τέτοια τερπνά.
Η Ελευθερία Κυρίτση γράφει στο “Τοπίο προς εκμάθηση”, σ 104:
Στεκόμουν ακίνητη στην πιο ώρα της ώρας/ Κάτω απ’ τις τέντες
της λεωφόρου/ Έπιανα απ’ τις ορθές γωνίες της μπλούζας την
αναμέτρηση/ Ανασκούμπωνα τα μανίκια (σα λιλά ρεματιές)!
Ανακύκλωνα τον ψίθυρο των παλμών/ Στις υπεκφυγές της ελπίδας –
Όλο κυρτά κοιλώματα./
Κάτω από πόσες τέντες εκτεινόταν και ποια είναι η “πιο ώρα της ώρας”;
Στο “Θεοφάνεια” ο Αλ. Αρδαβάνης είδε πως
Σκίστηκε χαράματα η κουρτίνα τ’ Ουρανού./ Πέρασε κάτω ολόγυμνο
το φώς./…/ Τα φύλλα φέγγουνε κεριά στ’ αλώνι της πατρίδας/
κι ένας αητός από ψηλά διαβάζει το ευαγγέλιο//
Η σύγχυση στον νου είναι πολύ μεγάλη, ιδίως τα φύλλα-κεριά στο αλώνι…
Τελευταίο δείγμα της μοντέρνας μανίας κακογουστιάς η Γεωργία Τρούλη (σ 176):
Γίνε σύναξη/ Σε αναποδογυρισμένο προσευχητάρι/ Η αφέλεια της
συνέχειας δύο ζαχαροκάλαμων/ Που απαιτούν από τη ρίζα κόψιμο/
και τα πρόσωπα στον καθρέφτη/ κόντρα ξύρισμα όλο βλέμμα/
3. Υπάρχουν δύο ακόμα που θα μπορούσαν, αν έβρισκαν καθοδήγηση και το ήθελαν, να γράψουν καλή ποίηση. Και οι δυο είναι κάπως μεγάλοι πια για να αλλάξουν.
Ο Γιάννης Στρούμπας (γ 1973) γράφει σχεδόν απλά, μα του λείπει η φλόγα εκείνη και η βαθύτερη κατανόηση που φέρνει την έκλαμψη. Στο “Καμένα Βούρλα” γράφει για κείνους που φύλαξαν τις Θερμοπύλες (σ 166):
Παιδί μου ασκούσε έλξη το μνημείο. Ματοβαμμένοι ήρωες
καμένοι/ θυσία στο χρέος, την πατρίδα την τιμή. Βράχοι
ακλόνητοι/ σε προδοσία εφιάλτη.//…// Καμένα Βούρλα
εδώ ζει η ζωή/ λουτρά ξαπλώστρες, παραλία, κορμιά/…/
Κι ούτε εφιάλτες, ούτε Βούρλα, ούτε καμένα.
Δυνατός ο στίχος “σε προδοσία εφιάλτη”. Αναπόφευκτη και η ειρωνεία στις τελευταίες γραμμές. Αλλού επιδεικνύει κι άλλο χιούμορ.
Και ο Χρήστος Κούκης αποφεύγει σε πολλά σημεία την ασυναρτησία. Η ελλειπτικότητα του είναι σε αρκετά μέρη θεμιτή και κατανοητή μα κι αυτός δεν ξεφεύγει τη σύγχρονη τάση για σύγχυση – όπως όταν γράφει (σ 90): –
Τα βράδια να μην σε πιάνει ο χρόνος/ Να δαγκώνεις τον
λαιμό της νύχτας ανατριχιάζοντας όλα/ τ’ αστέρια του μυαλού/
Απύρετος να μην στέκεσαι πουθενά..
Υπάρχουν πολλές τέτοιες γραμμές, μα υπάρχουν και φρέσκες εικόνες όπως (σ 88) –
Μεγάλωσα με τα Σκαθάρια και με τις Πέτρες/ τη γύρη της μελωδίας
και το μελίσσι της δροσιάς/ κι έμαθα πως η καλύτερη ζυγαριά είναι
τα παιδικά μας χρόνια//
Και στο “Ηλιόλουστη τραγωδία” γράφει (σ 86):
Ιστορία είναι ό,τι συμβαίνει. Εδώ και το χρώμα των συνεπειών/
Η εξήγηση απλωμένη στο φως του Παντού/ αυτόπτης μάρτυρας
η θάλασσα και τα χρονόμετρα της σκόνης/ ο χωματόδρομος
με τις ελιές, τα δάκρυα των ανθρώπων//
Λέω μόνο πως θα μπορούσε να αναπτυχθεί σε καλή ποίηση, αν δεχόταν καθοδήγηση.
Μα γενικά υπάρχει πολλή τρέλα και αμφιβάλλω αν κανείς θέλει λίγη καθοδήγηση.
2 Comments
Unknown
Κριτική με ψευδώνυμο, δηλαδή χωρίς το θάρρος της γνώμης της, και απίστευτη παραδοχή ότι κρίνει ποιητικές συλλογές χωρίς να τις έχει διαβάσει στο σύνολό τους: "Τουλάχιστον οι 30 που έλεγξα στο Διαδίκτυο, έχουν δημοσιεύσει συλλογές με παράξενους τίτλους"! "Έλεγξε" στο "διαδίκτυο"(!!!) ό,τι βρήκε!!! Το θράσος σε όλο του το μεγαλείο.
Νικόδημος
Αγαπητε κ Γιαννακόπουλε,
συνήθως ευχαριστώ όσους γράφουν σχόλια, επικριτικά έστω. Το δικό σας είναι κράμα άγνοιας, αλαζονείας και ανοησίας.
Ο αριθμός 115 δείχνει πως έχουν προηγηθεί 114 άρθρα κριτικής Ποίησης και κάποιος που ενδιαφέρεται θα κοίταζε λίγο πιο πίσω να έχει μια πλατύτερη αντίληψη για το θέμα.
Μετά, το κείμενο δεν λέει ότι έλεγξα τις συλλογές, αλλά 30 από 45 ονόματα και αναφέρει μερικούς τίτλους ενδεικτικούς της ανοησίας των επίδοξων "ποιητών".
Μάθετε τουλάχιστον να διαβάζετε!