Παναγής Βουρλούμης
Προ ημερών βιαζόμουν να πάω στην πλατεία Συντάγματος για κάποια συνάντηση και αποφάσισα να πάρω τον υπόγειο. Στον σταθμό που μπήκα βρήκα εμπρός στο ταμείο και στα μηχανήματα εισιτηρίων ουρές – ή, για να το θέσω με μεγαλύτερη ακρίβεια, μπουλούκια. Φοβούμενος ότι θα αργούσα υπερβολικά επέλεξα την παρανομία. Πέρασα ανενόχλητος τις ανοιχτές μπάρες και βγήκα σαν κύριος στον αφύλακτο σταθμό του Συντάγματος. Ζημίωσα το κράτος 60 λεπτά και κινδύνεψα, θεωρητικά, να συλληφθώ και να ρεζιλευτώ.
Η πράξη που περιέγραψα είναι παράνομη και ηθικά μεμπτή, όταν άλλοι περιμένουν στην ουρά. Διηγούμουν το συμβάν σε φίλους και προέκυψε ότι η περίπτωσή μου είναι συνηθισμένη, για να μην πω πως είναι «η συνήθης». Πολίτες που θέλουν να είναι συνεπείς στις υποχρεώσεις τους αναγκάζονται από τις περιστάσεις, εδώ από τον κακό σχεδιασμό του συστήματος έκδοσης εισιτηρίων, σε παραβατική συμπεριφορά. Εξομοιώνονται με τους συστηματικούς τζαμπατζήδες, που βέβαια κάνουν πάρτι.
Η εμπειρία μου αυτή, όπως και παρόμοιες πολλών άλλων, μου δημιούργησε τρεις απορίες. Πρώτη απορία: Προφανώς το σύστημα είναι άθλια σχεδιασμένο. Αλλά γιατί; Σε όλες σχεδόν τις μεγαλουπόλεις του κόσμου λειτουργεί υπόγειος. Πουθενά δεν συνέβησαν αυτά που συμβαίνουν εδώ. Οι υπεύθυνοι θα μπορούσαν να επιλέξουν ένα δοκιμασμένο σύστημα. Γιατί δεν το έκαναν; Βλακεία, ανικανότητα ή κάτι άλλο, π.χ. να δώσουμε τη δουλειά εκεί που θέλουμε; Ας με συγχωρέσουν, στη χώρα μας το μυαλό έχει μάθει να παίρνει πονηρές στροφές.
Αλλά, ας δεχτούμε την εκδοχή της ανικανότητας που καταδικάζει σε ταλαιπωρία χιλιάδες ανθρώπους καθημερινά, η οποία οδηγεί απευθείας στη δεύτερη απορία μου: Ποιο τζίνι σχεδίασε το σύστημα, ποιοι το επέλεξαν, με τι κριτήρια; Δεν έπρεπε να γνωρίζουμε το όνομα της εταιρείας που το σχεδίασε και των οργάνων που το διάλεξαν; Να ξέρουμε τι κόστισε; Αν υπάρχουν ρήτρες και αν οι ρήτρες αυτές εφαρμόζονται; Οταν κοβόταν καμιά γραμμή του ΟΤΕ ή της ΔΕΗ, και δεν δούλευαν τα τηλέφωνα ή τα φώτα για λίγες ώρες, ήθελαν να μας κρεμάσουν. Στην προκειμένη περίπτωση, γιατί έχει υπάρξει τέτοια ανοχή;
Η τρίτη απορία μου αφορά την απώλεια εκατομμυρίων σε έσοδα από τη δωρεάν μετακίνηση του πληθυσμού της Αθήνας. Σύμφωνα με τη νομοθεσία, η πρόκληση ζημιάς στο Δημόσιο, πάνω από ένα σχετικά χαμηλό όριο, διώκεται σαν κακουργηματική πράξη. Σε περιπτώσεις πολύ ελαφρύτερες από την παρούσα, η Δικαιοσύνη κινητοποιείται με σαδιστικό ενθουσιασμό, ακόμη και όταν οι «ενδείξεις ενδεχόμενης ενοχής» κ.λπ., κ.λπ. είναι ανύπαρκτες. Εδώ πρόκειται για καραμπινάτη αποδεδειγμένη απώλεια εκατομμυρίων που συνεχίζεται επί εβδομάδες.
Στοιχηματίζω ότι οι απορίες μου δεν θα λυθούν. Το χειρότερο είναι ότι εθιζόμαστε στην παραβατικότητα και στην ατιμωρησία. Τα 60 λεπτά μπορεί να είναι αστεία, αλλά τα μεγάλα ξεκινούν από τα μικρά και μετά τρέχα να τα μαζέψεις, αν μπορείς.
Πηγή: Καθημερινή
2 Comments
Ανώνυμος
Ο συγγραφέας του άρθρου, ορθά υποπτεύεται πως δεν θα λάβει απάντηση στις απορίες του, διότι οι απορίες αυτές είναι ανειλικρινείς και άκυρες. Πίσω από τις διατυπώσεις που επιλέγει, υπάρχει μία μόνο ερώτηση: "μα γιατί κάποιος δεν επιλέγει ένα σωστότερο σύστημα για την έκδοση των εισιτηρίων;". Αλλά ξέρει – όπως ξέρουν μάλλον όλοι όσοι θα διαβάσουν το κείμενό μου – ότι τέτοιο σύστημα είναι μόνο ένα, δηλαδή η ύπαρξη εισπράκτορα σε κάθε εμπλεκόμενο όχημα.
Οι παλαιότεροι θυμούνται ότι από τότε που καταργήθηκαν οι εισπράκτορες στα τρόλευ-λεωφορεία (δεν είχαμε μετρό τότε, αλλά στο συρμό υπήρχαν όντως εκδοτήρια εισιτηρίων)… ποτέ δεν εισπράχθηκαν σωστά τα εισιτήρια. Ούτε το κουτί με τα κέρματα, ούτε οι προ-αγορασμένες δεσμίδες, ούτε το ηλεκτρονικό εισιτήριο, ούτε το οπτικό τριδιάστατο εισιτήριο (δεν υπάρχει ακόμη, αλλά θα με θυμηθείτε) δεν μπορούν να λύσουν το ουσιώδες πρόβλημα, ότι δηλαδή οι συν-έλληνες (που λέει και ο Σώρρας) προτιμούν να μην πληρώνουν αλλά να κλέβουν. Ναι, τόσο απλό είναι.
Η ύπαρξη εντεταλμένου υπαλλήλου, με την αρμοδιότητα να σε πετάξει έξω από το όχημα είναι η μόνη λύση και (γι' αυτό γράφω ότι οι απορίες είναι άκυρες) θα στοίχιζε πολύ φθηνότερα από τα "εκ/ρια" που χάνονται εδώ και δεκαετίες επειδή προτιμούμε να προσποιούμεθα πως έχουμε να κάνουμε με ανθρώπους και όχι με ζώα. Βέβαια, η επαναπρόσληψη εισπρακτόρων, θα ερχόταν σε ευθεία σύγκρουση με αυτή την επιθυμία για θέατρο, αλλά – ακόμη χειρότερα – θα εκλαμβανόταν ως ενέργεια "φασιστικής μπότας" και θα είχε αντιστοίχως πολιτικό κόστος.
Στην γνωστή ταινία "Της Κακομοίρας" (εξόχως εύστοχος τίτλος, αν στη θέση της κακομοίρας βάλει κάποιος την ίδια την Ελλάδα), ο ηθοποιός που υποδύεται τον εισπράκτορα σε λεωφορείο, επιστρέφει στο σπίτι του και η κόρη του αναρρωτιέται μήπως είναι υπερβολικά κουρασμένος. "Όχι παιδί μου" απαντά ο ηθοποιός "όλη μέρα καθόμουνα και τσακωνόμουνα με τον κοσμάκη". Σε αυτό το "τσακωνόμουνα" υπάρχει όλη η αλήθεια του ζητήματος, Όπως θυμάμαι, ο εισπράκτορας πράγματι τσακωνόταν, με όλους όσους προσπαθούσαν να αποφύγουν την πληρωμή εισιτηρίου, και δεν τηρούσαν στοιχειώδεις κανόνες καλής συμπεριφοράς μέσα στο όχημα.
Είναι λοιπόν στην κακομυαλιά της φυλής μας το πρόβλημα (η ταινία αφορά στη δεκαετία του '50), δεν είναι "η κρίση", δεν είναι η δεκαετία, δεν είναι η χρησιμοποιούμενη τεχνολογία.
Νικόδημος
Συμφωνούμε πλήρως! Εδώ είναι α κόμπος – σκληρότατος, άλυτος, άκοφτος. Ούτε ο εισπράκτορας ή επιθεωρητής θα κάνει διαφορά – εκτός αν είναι οπλισμένος κι εξουσιοδοτημένος…
Μακάρι να ήταν μόνο στα δημόσια μέσα μεταφοράς!
Κανείς δεν θέλει να καταλάβει πως μόνο η εκ βάθρων ανασύσταση της Παιδείας είναι η απαιτούμενη μεταρρύθμιση.