Πάσχος Μανδραβέλης
Είναι δεδομένο ότι όποιος δεν θέλει να ζυμώσει, τρεις μέρες κοσκινίζει και η τελευταία γραμμή άμυνας όλων των κρατικιστών σε σχέση με τις ιδιωτικοποιήσεις είναι η προσευχή του Αγίου Αυγουστίνου: «Θεέ μου βοήθησέ με να γίνω αγνός, αλλά όχι ακόμη».
Ετσι γίνεται και με τις αποκρατικοποιήσεις των ΔΕΚΟ. Ποτέ δεν είναι η κατάλληλη στιγμή· τη μία το κλίμα είναι βαρύ, την άλλη απειλούν οι Τούρκοι, την τρίτη χάνει το πρωτάθλημα ο Ολυμπιακός και πάντα η τιμή δεν είναι αυτή που πρέπει. Αυτό έλεγε στις 28.3.2011 η πρώην υπουργός Ενέργειας κ. Τίνα Μπιρμπίλη: «Η αξία της ΔΕΗ, όπως αποτιμάται χρηματιστηριακά, είναι χαμηλή». Το ίδιο λέει σήμερα και ο κ. Πάνος Σκουρλέτης, «χρησιμοποιώ τον όρο πώληση-«σκότωμα» γιατί έτσι καταλήγουν οι διατεταγμένες πωλήσεις στο πλαίσιο ενός αυστηρού χρονοδιαγράμματος» («Εφ. Συντακτών» 27.3.2017). Να σημειώσουμε εδώ πως την εποχή που διαφέντευε τη ΔΕΗ ο κ. Σκουρλέτης, η μετοχή της καταβαραθρώθηκε και έκτοτε δεν σήκωσε κεφάλι. Η τιμή της σήμερα κυμαίνεται στα 2,7 ευρώ, ενώ το 2014 – εν όψει ιδιωτικοποίησης της «μικρής ΔΕΗ» είχε ξεπεράσει και τα 12 ευρώ. Την εποχή τής κ. Μπιρμπίλη η τιμή, όταν ήταν «χρηματιστηριακά χαμηλή», κυμαινόταν και πάλι στα 12 ευρώ.
Είναι, παγκοσμίως, παρατηρημένο ότι όσο περισσότερο αγαπούν κάποιοι τις ΔΕΚΟ τόσο περισσότερο τις χαντακώνουν. Οι σύντροφοι των ΣΥΡΙΖΑ στη Βενεζουέλα κρατικοποίησαν την άντληση πετρελαίου και τώρα η μεγαλύτερη παραγωγός χώρα του κόσμου είναι αναγκασμένη να εισάγει πετρέλαιο· κι αυτό με το σταγονόμετρο, διότι δεν έχουν συνάλλαγμα.
Γενικώς, οι κρατικιστές δεν είναι απλώς ιδεοληπτικοί, αποδεικνύονται και άχρηστοι. Συνήθως διότι δεν έχουν τα φόντα. Καλούνται να διοικήσουν τεράστιες επιχειρήσεις, με μόνο προσόν την κομματική τους προϊστορία. Αλλά ακόμη κι αν έχουν τα προσόντα, ισχύει και για τους ανθρώπους αυτό που είχε πει ο Μίλτον Φρίντμαν για τη Σαχάρα: «Αν τη δώσεις στο κράτος σε πέντε χρόνια θα έχει έλλειψη άμμου». Επειδή οι ΔΕΚΟ από τη φύση τους έχουν αντιφατικούς σκοπούς (και την κερδοφορία και την εξυπηρέτηση του δημόσιου συμφέροντος) ακόμη και ικανότατοι μάνατζερ θα αποτύχουν. Ακόμη κι αν παρ’ ελπίδα αποδειχθεί κάποιος επιτυχημένος, θα γίνουν εκλογές και θα τον αντικαταστήσουν.
Το χειρότερο όμως σ’ αυτά τη χασομέρια είναι το «σύνδρομο της ραδιοτηλεόρασης». Το πολιτικό σύστημα, για τους δικούς του λόγους, καθυστερεί τις αποκρατικοποιήσεις, μέχρι σημείου βρασμού. Αυτές τελικώς πραγματοποιούνται (δεν γίνεται αλλιώς) αλλά χωρίς κανόνες και ευμενείς όρους για το δημόσιο συμφέρον. Αυτό έγινε με τα ραδιοκύματα καθ’ όλη τη δεκαετία του ’80, τότε που «η κυβέρνηση θα κατέρριπτε τους δορυφόρους» και το 1990 έγινε η απελευθέρωση άναρχα και χωρίς διάφορο για το δημόσιο ταμείο.
Ετσι ακριβώς γίνεται και με την ιδιωτικοποίηση όλων των φορέων. Χασομέρι, στο χασομέρι, πωλούνται όπως είναι επιπλωμένες, ακόμη και με στοιχεία που πρέπει να παραμείνουν στο κράτος, δηλαδή τα δίκτυα. Λέμε ότι τα τελευταία πρέπει να παραμείνουν στο κράτος όχι διότι είναι πολιτικώς ή σοσιαλιστικώς ορθόν, αλλά διότι αποτελούν φυσικά μονοπώλια και δεν έχουν ανταγωνισμό. Αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία που θα συζητούσαμε, αν πραγματικά συζητούσαμε σ’ αυτή τη χώρα.
Πηγή: Καθημερινή