Ο Εαυτός, και το φως του που δίνει τη φώτιση, δεν είναι αυτά τα πράγματα που κυνηγάει ο νους, σίγουρα. Αυτά σχετίζονται με τον υλικό κόσμο και ο Εαυτός σίγουρα δεν μπορεί να είναι υλικό πράγμα.
Με τη φράση «ζωντανή φώτιση» εννοώ και πνευματική «φώτιση», καθόσον ο άνθρωπος βρίσκεται εν ζωή, μα και «φώτιση» που σε ζωντανεύει εκ νέου σε τέτοιο βαθμό που θεωρείς νεκρή την προηγούμενη εμπειρία της συνηθισμένης, κοινής ζωής σου. Ζωντανεύει δηλαδή την κατανόησή σου της ζωής και του περιβάλλοντος κόσμου μα και την κατανόηση του εαυτού σου και το αίσθημα ύπαρξής σου.
Τι σημαίνει αυτό πρακτικά; Μπορεί ο καθένας και η καθεμιά να έχει αυτήν τη ζωντανή φώτιση, ή φώτιση σε οποιαδήποτε μορφή; Με ποιον τρόπο, αν υπάρχει τρόπος;
Θεωρητικά, σύμφωνα με μερικούς ισχυρισμούς, ΟΧΙ. Διότι, λένε μερικοί, είσαι ήδη φωτισμένος στον αληθινό Εαυτό σου που είναι τέλειος, πλήρης, απεριόριστος και αθάνατος έστω και αν ο νους, έτσι όπως είναι, δεν το ξέρει. Και αυτό είναι αλήθεια, φυσικά από μια άποψη. ΟΧΙ, λένε άλλοι, διότι μόνο λίγοι θέλουν τη φώτιση και αυτοί είναι διατεθειμένοι να εργαστούν σε αυτήν την πνευματική διάσταση.
Ας αγνοήσουμε και τις δύο απόψεις διότι δεν είναι πολύ βοηθητικές. Υπάρχουν αφενός άνθρωποι που ξέρουν πως (θεωρητικά) ΝΑΙ ο Εαυτός είναι τέλειος, πλήρης, απεριόριστος και αθάνατος – κι επομένως πλήρως φωτισμένος εκ φύσεως. Αλλά ο νους τους/μας δεν το γνωρίζει και δεν το νιώθει στην εμπειρία της καθημερινής ζωής. Έτσι είναι σαν να μην ισχύει αυτή η τελειότητα/πληρότητα αφού δεν είναι προσβάσιμη ή δεν φαίνεται να είναι, στην καθημερινότητα. Και αυτοί που προτάσσουν τον ισχυρισμό πως δεν γίνεται, προσκαλούν ανθρώπους να παρακολουθήσουν ειδικά δικά τους σεμινάρια όπου εξηγείται η όλη κατάσταση και δίνονται οδηγίες. Οπότε υπάρχει κάποια μέθοδος.
Όντως υπάρχουν μερικές μέθοδοι, μα όλες απαιτούν χρόνο κι εργασία. Εργασία εσωτερική, ψυχολογική, νοητική. Υπάρχουν και προλεγόμενα για τη μέθοδο και την εργασία της. Μα ας τα αφήσουμε αυτά για την ώρα και ας βρεθούμε στο ξεκίνημα της μαθητείας μ’ έναν ικανοποιητικό δάσκαλο ή μια Σχολή.
Ξεκινάμε με το να υπακούσουμε σε ορισμένες εντολές της διδασκαλίας σε αυτήν τη μέθοδο. Μια από τις πρώτες – πρώτες εντολές είναι να έρθει μαζί με το σώμα ο νους που συνεχώς τρέχει σε διάφορες κατευθύνσεις με σκέψεις και διαλόγους ή μονολόγους για ετούτο ή εκείνο. Αν ο νους δεν ησυχάσει για λίγο έστω, για μερικά δευτερόλεπτα, η φώτιση που είναι Αυτοσυνειδησία (ή Αυτογνωσία) δεν θα είναι προσβάσιμη.
Ο Εαυτός, και το φως του που δίνει τη φώτιση, δεν είναι αυτά τα πράγματα που κυνηγάει ο νους, σίγουρα. Αυτά σχετίζονται με τον υλικό κόσμο κι ο Εαυτός σίγουρα δεν μπορεί να είναι υλικό πράγμα – αν και όπως λένε οι ολοκληρωμένοι σοφοί ο Εαυτός βρίσκεται και μέσα σε υλικά πράγματα. Αλλά είναι πολύ πιο εύκολα και φυσιολογικά προσιτός ως αίσθημα ύπαρξης ή ως ον πνευματικό.
Επομένως ο νους με την προσοχή του στρέφεται (μεταφορικά) προς τα μέσα στον ψυχισμό μας που παρουσιάζει πολλές πτυχές.
Και αμέσως γνωρίζει πως δεν είναι σκέψεις, συγκινήσεις, εντυπώσεις, διαθέσεις – διότι αυτές όλες οι ενέργειες στον ψυχισμό βρίσκονται στη θέαση ή παρατήρηση κάποιου όντος. Εκείνο το ον που παρατηρεί είναι μάλλον ο εαυτός – μα ο ίδιος μένει παραδόξως και συνεχώς απαρατήρητος.
Λέγεται από τους σοφούς που έφτασαν τη φώτιση πως εκείνος ο εαυτός έχει τριπλή φύση: αμετάβλητη οντότητα, απεριόριστη νοημοσύνη και παντοτινή μακαριότητα.
Μα εμείς στην εμπειρία μας δεν γνωρίζουμε αυτήν την τρίπτυχη φύση. Οπότε η εργασία μας είναι προς τη συνειδητοποίηση εκείνης της τρίπτυχης φύσης.
Οπωσδήποτε δεν γνωρίζουμε την αρχέγονη φύση του Εαυτού μας, τη δική μας φύση ως αμετάβλητη οντότητα, απεριόριστη νοημοσύνη και παντοτινή ευτυχία. Μα γνωρίζουμε σίγουρα πως έχουμε ύπαρξη, οντότητα. Το αισθανόμαστε δίχως δυσκολία ή αμφιβολία. Απλά το ξεχνάμε καθώς ο νους αφαιρείται και δεν συνδέεται με την οντότητα. Γνωρίζουμε πως έχουμε και νοημοσύνη με την οποία σκεφτόμαστε, σχεδιάζουμε, αντιλαμβανόμαστε, υπολογίζουμε, συγκρίνουμε, κρίνουμε κ.λπ. Και κάποτε νιώθουμε μεγάλη χαρά ή ευτυχία, δίχως κάποια εξωτερική αιτία που είναι άποψη της μακαριότητας. Οπότε η αρχέγονη φύση μας εκδηλώνεται στην εμπειρία μας, δεν μας είναι εντελώς άγνωστη!
Οπότε πάλι, ψάχνοντας για τον Εαυτό, ρωτώντας «Τι είμαι; Ποιος ή ποια είμαι;» βρίσκουμε κάτι: είναι μια απάντηση βαθιάς, άγνωστης σιωπής. Ναι, βέβαια, ο νους αντιλαμβάνεται πως δεν είναι αυτά όλα που εμπειράται, που βλέπει και ακούει και σκέφτεται κι αισθάνεται. Μα μόλις προχωρήσει πιέζοντας λίγο πιο πολύ, συναντά την ανυποχώρητη σιωπή. Όλες οι κινήσεις του νου (σκέψεις, συγκινήσεις, εντυπώσεις, εμπνεύσεις κ.λπ.), όλες ξεπηδούν από το πεδίο σιγής ξεδιπλώνονται μέσα στο πεδίο της σιγής και σβήνουν πίσω πάλι στη σιγή.
Τέτοια είναι η προσέγγισή μας στη φώτιση, στο φως του Εαυτού. Στην αρχή φαίνεται σαν σκοτάδι!