Σχεδόν όλοι οι αυτοκράτορες ήταν γενναίοι και συνετοί πολεμιστές. (Μερικοί σαν τον Καλιγούλα ήταν ψυχοπαθείς.) Διοικούσαν απολυταρχικά την αυτοκρατορία μα συχνά βρίσκονταν στην πρώτη γραμμή της μάχης είτε στη βόρεια Βρετανία είτε στη Μέση Ανατολή. Είχαν άξιους στρατηγούς μα ήταν και οι ίδιοι πολύ ικανοί πολέμαρχοι. Μερικοί ήταν και φιλόσοφοι (συνήθως στωικοί) – με γνωστότερο τον Μάρκο Αυρήλιο (121-180 κε).
Στην οικογένεια των Αντωνίνων, που κράτησε περισσότερο από κάθε άλλη δυναστεία ανήκει ο Αδριανός (76-138 κε) που ονομαζόταν Publius Aelius Traianus Hadrianus και αφού διαδέχθηκε τον θετό πατέρα του Τραϊανό, βασίλεψε την περίοδο (117-138). Πολέμησε και στην Ιουδαία και Συρία μα και στη Γερμανία και Βρετανία (το περιβόητο τείχος του Αδριανού περίπου στη μέση της χώρας). Το 138 τον διαδέχθηκε ο Αντωνίνος Πίος (86-161), ο “Ευσεβής”, που απέφυγε μεγάλους πολέμους μα κατέστειλε τις εξεγέρσεις στη Βρετανία και Ιουδαία. Χάρισε την τεράστια οικογενειακή του περιουσία στο Δημόσιο Ταμείο και βασίλεψε τα χρόνια 138-161: ήταν από τους πιο “φιλελεύθερους” και προτιμούσε “να σώσω έναν πολίτη παρά να σκοτώσω χίλιους εχθρούς”, όπως έλεγε ο Σκιπίων ο Αφρικανός (235-183 πκε). Μετά συμβασίλεψαν από το 161 ως το 169 οι θετοί γιοί του Λεύκιος Βέρος (πέθανε από τροφική δηλητηρίαση καθώς επέστρεφε από εκστρατεία) και μόνος ο Μάρκος Αυρήλιος (161-180).
Στην εικόνα οι 4 από τους 6 Αντωνίνους:
Αυτή ήταν η καλύτερη περίοδος της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Με τον Κόμοδο, γιο του Μάρκου Αυρήλιου, επήλθε μεγάλη παρακμή.
Η λατινική imperator σημαίνει αρχικά “διοικητής, στρατηγός, πολέμαρχος” και μετά emperor “αυτοκράτορας”. Ο τελευταίος του είδους ήταν ο Ναπολέων Βοναπάρτης της Γαλλίας στις αρχές του 19ου αιώνα. Στον 20ο αιώνα ο Ουίνστων Τσώρτσιλ, ο Γάλλος Ντε Γκωλ και οι Αμερικανοί Αϊζενχάουερ και Κένεντι είχαν αρκετή πολεμική πείρα (καθώς και ο Σοβιετικός ηγέτης Χρουστσόφ).
Στην πραγματικότητα οι άλλοι πρωθυπουργοί, πρόεδροι και βασιλιάδες (εκλεγμένοι από τον λαό ή διορισμένοι ελέω θεού) ελάχιστη πείρα πολέμου είχαν έως καθόλου. Μερικοί έκαναν στρατιωτική θητεία, μα αυτή δεν τους έδωσε τις εμπειρίες του κινδύνου και δυσάρεστων ή δύσκολων αποφάσεων. Όλοι αυτοί είναι μάλλον ανεύθυνοι και ανίκανοι.
Ο “κόμης” επίσης προέρχεται μέσω γαλλικής comt (= ιταλική conte, αγγλική count) από τη λατινική Comittantes που ήταν οι δυτικές λεγεώνες στην ύστερη αυτοκρατορία και διοικούνταν από τον Comt. Όταν η αυτοκρατορία διαλύθηκε μερικοί Comtes διοικούσαν στρατεύματα κι έτσι έγιναν διοικητές/κυβερνήτες ορισμένων περιοχών. Αργότερα πήραν τον τίτλο “κόμης”. Στην Αγγλία είχαν τον αντίστοιχο Earl (από τη σκανδιναβική jarl) που ήταν ο “πολέμαρχος”. Μετά τον Γουλιέλμο τον Κατακτητή από τη Νορμανδία (11ος αιώνας), στη Βρετανία πήραν και τους γαλλο-νορμανδικούς τίτλους όπως “κόμης” και duc/duke “δούκας” μα ο ανώτατος άρχοντας ήταν ο βασιλιάς king. Αρχικά είχε τρία λειτουργήματα: πολέμαρχος, στρατηγός σε πόλεμο· δικαστής σε λαϊκές συναθροίσεις· και ιερέας σε θυσιαστικές τελετές.
Τα τρία διαχωρίστηκαν νωρίς στην ιστορική εποχή παντού.