1. Πριν μερικά χρόνια επισκέφθηκα φίλο, παλαιό συμφοιτητή, στην Οξφόρδη, συνταξιούχο τώρα. Προσπαθούσε να γράψει μια νουβέλα και ήθελε και τη δική μου γνώμη.
Του είπα σταράτα πως έπρεπε να γράψει θέατρο. Είχε καταπληκτική αίσθηση για δράμα και ακόμα καλύτερη αίσθηση χιούμορ μπορώντας άνετα να γελά και με τον εαυτό του και τους Άγγλους συμπατριώτες του. Επίσης τα περισσότερα χρόνια της διδακτικής του καριέρας δίδασκε ανάλυση, ιστορία και κριτική θεάτρου. Γιατί σώνει και καλά ήθελε τη νουβέλα; Τι στην ευχή ήθελε να πει στον κόσμο που θα ενδιέφερε τον κόσμο; Ενώ η χιουμοριστική δραματική δράση…
“Τι εννοείς;” ρώτησε και κατάλαβα πως όντως δεν καταλάβαινε την ερώτησή μου.
2. “Τι το ιδιαίτερο κι ενδιαφέρον έχεις να πεις στον κόσμο;” Έμεινε να με κοιτάζει. “Κάθε μυθιστοριογράφος θέλει να πει κάτι που νιώθει ως ιδιαίτερη εμπειρία ή σοφία ή αντίληψη ανθρώπινων χαρακτήρων ή να διασκεδάσει τους αναγνώστες με κάποιο τρόπο – Τζέιν Όστιν, Τολστόι, Ντοστογιέφσκι, Κόνραντ… Γιατί έγραφε ο Κόνραντ που συμπεριλαμβάνεται στη ‘μεγάλη παράδοση’ – παρωχημένη έστω;”
Το πρόσωπό του έλαμψε. Τα είχαμε συζητήσει σε μάκρος και βάθος και ύψος και πλάτος παλιά.
“Fidelity!” είπε τη μια λέξη (=αξιοπιστία, πίστη, αφοσίωση). “Ως ναυτικός, ως πρόσφυγας, έβλεπε αυτή την ιδιότητα σε ανθρώπους, συχνά την απουσία της και καταλάβαινε πως η κοινωνία διαπνεόταν και στηριζόταν από αυτή. Αυτή η ιδιότητα κρύβεται κάτω από την πλοκή και τους χαρακτήρες όλων του των έργων, από όσο θυμάμαι. Στο Λόρδος Τζιμ, Νοστρόμο και στο τελευταίο του Rover (=πλάνης, πλανώδιος, πειρατής) με τον Πεϊρόλ”.
3. Δεν τον έπεισα να στραφεί στο δράμα. Χαθήκαμε. Ίσως τα κατάφερε, μα πολύ αμφιβάλλω.
Σήμερα οι περισσότεροι συγγραφείς πρόζας ή ποίησης γράφουν είτε για να ικανοποιήσουν τη ματαιοδοξία τους είτε γιατί “έπιασαν”, ειδικά τα σαχλά ρομάντζα για γυναίκες, τα αστυνομικά ή μυστήρια ή θρίλερ και τα επιστημονικής φαντασίας με το ιδιαίτερο κοινό τους, και βγάζουν λεφτά. Οπωσδήποτε αυτά όλα δεν επιχειρούν να διδάξουν μα μερικά το προσπαθούν. Υπάρχουν και άλλα που “διδάσκουν” καθώς δίνουν βιογραφικά βιώματα, εικόνες της κοινωνικής “πραγματικότητας” ή ψυχοπλακωτικές καταστάσεις.
Η ποίηση δεν αποφέρει χρήματα. Κανένας ποιητής δεν κερδίζει τα προς το ζην από την δημοσίευση των ποιημάτων του. Πάντα έτσι ήταν. Μόνο στην εποχή του ποιητικού δράματος κέρδιζαν χρήματα οι ποιητές – δραματογράφοι. Σήμερα, οι εκατοντάδες επίδοξοι ποιητές πληρώνουν για τη δημοσίευση.
4. Γιατί γράφουν, άραγε, ποίηση;
Αφού δεν το κάνουν από επιθυμία να κερδίσουν χρήματα, πρέπει να το κάνουν από ματαιοδοξία – κυρίως να εγκατασταθούν στον “ποιητικό κύκλο”, ο οποίος, ας μη γελιόμαστε, δεν αριθμεί εκατομμύρια ούτε καν χιλιάδες.
Όχι λένε ποιητές, κριτικοί, καθηγητές και άλλοι που ανήκουν στον ποιητικό κύκλο. Και αρχίζουν να επιχειρηματολογούν για το σπουδαίο λειτούργημα της ποίησης στην κοινωνία, στο έθνος, στην ανθρωπότητα. Την ελευθερία που δίνει (σε ποιητή και αναγνώστες), την έμπνευση, την ευχαρίστηση, τη σοφία που προσφέρει στους αναγνώστες!
Και σου αραδιάζουν διάφορους “μεγάλους” λεγόμενους ποιητές (Ελύτης, Σεφέρης, Έλιοτ, Σέλει, Γουόρντσγουερθ, Έλυαρ, Βαλερί, Μποντλέρ κλπ) και τα λεγόμενά τους περί ποίησης: “Οι μη-αναγνωρισμένοι νομοθέτες της ανθρωπότητας” έγραψε ο Άγγλος Shelley.
5. Και αυτοί μιλούν σε υπερβολές και ανοησίες, εκτός όταν αναφέρονται σε ποιητές σαν τον Όμηρο ή τον Τσόσερ και Σαιξπήρο που έγιναν στυλοβάτες της κουλτούρας κι εκπαίδευσης στο έθνος τους. Αλλιώς και αυτοί, ειδικά οι του 20ου αιώνα, μιλούν από ματαιοδοξία, ως “έμπειροι λόγιοι”.
Στην Ελλάδα δεν έχω δει ούτε ένα κριτικό κείμενο που να αναλύει στίχους και να δείχνει αν είναι καλοί, κακοί ή κάκιστοι. Όλοι ασχολούνται με τη θεματολογία και την ιδεολογία. Μα θέματα και ιδέες έχουν και πεζά κείμενα, δοκίμια, άρθρα, διηγήματα κλπ.
Ο ποιητικός λόγος έχει τη δική του φύση, τους δικούς του κανόνες (ναι, κανόνες) έκφρασης.
Στον ποιητικό κύκλο κάθε μπαρούφα περνά για “ποίηση”. Είναι όπως στη Μουσική. Έχουμε Βιβάλντι, Μπαχ, Μότσαρτ, Μπετόβεν, Σούμπερτ, μα σήμερα Μουσική λέγεται και το στρίγκλισμα της κας Φουρέιρα καθώς κάνει τα ακροβατικά της εκθέτοντας μπούτια και μπούστο. Υπνωτισμένοι από τη λέξη “μουσική” οι άνθρωποι νομίζουν πως είναι Μουσική! Το ίδιο και με την Ποίηση: οι εξυπνακισμοί του κ. Βαγενά, οι σκοτεινιές του κ. Πούλιου, οι φλυαρίες του κ. Φωστιέρη κλπ, περνούν για Ποίηση.
Στην εποχή μας (αρχές 21ου αιώνα) η ματαιοδοξία είναι ο γενικός κανόνας για τα κίνητρα των ψευτο-καλλιτεχνών και δη στιχοπλόκων.