Π262: Κατανόηση ποίησης (2)

Π262: Κατανόηση ποίησης (2)

- in Ποίηση
2

Ο ελεύθερος στίχος είναι πολύ πιο δύσκολος από τη ρυθμική ποίηση με τα μέτρα και τις ρίμες της. Διότι είναι τόσο εύκολο να γλιστρήσει σε ασυναρτησία – όπως έδειξα στο αμέσως προηγούμενο Π261: Κατανόηση ποίησης και σε αναλύσεις σε πολλά άλλα (Π252: Γιατί γράφουνε;, Π242: Κρ. Γλυνιαδάκη, Π230: Ιστορία και Κριτική (6) κ.λπ.).

Σήμερα παίρνω ένα απόσπασμα από ένα εκτενές ποίημα του 1996:

Μα πώς υπάρχεις μέσα στις τόσες αλλαγές / τα είδωλα του εαυτού που διαρκώς διαλύονται: / Πώς αποδείχνεσαι τώρα εδώ; / Πώς αληθεύεις σαν ψυχή ή έστω ύλη αθάνατη; //

Στο αγέρι που ψιθυρίζει απ’ την αυγή αινίγματα / ίριδες σαν ιέρειες μ’ άσπρα, μαβιά μετάξια και χρυσά / χοροστατούν αμίλητες σε αόρατη θυσία˙ παντού / το σούσουρο το χαμηλόφωνο της ζέστης και πέρα / αστράφτοντας με απορίες και η θάλασσα στριφογυρίζει / ακούραστα γυαλοχαρτάρει δυο νησάκια / για ένα χέρι πρασινάδας που δεν λέει να περαστεί. / Αν προσέχεις όμως / τις αλχημείες της μάγισσας λιακάδας / …

Ξεκινά με μια ερώτηση: πώς υπάρχω; Μα δεν θα μείνω μόνο με θεματική ανάλυση. Πώς υπάρχω, αφού οι εικόνες του εαυτού μου διαρκώς διαλύονται; Το αίνιγμα επαναλαμβάνεται και στα ψιθυρίσματα του αέρα. Οι ίριδες μοιάζουν με ιέρειες, μα η θυσιαστική τελετουργία είναι αόρατη. Υπάρχει σούσουρο ζέστης που όμως δεν λέει τίποτα (πουλιά, τζιτζίκια, φύσημα αέρα στις φυλλωσιές). Και η θάλασσα έχει απορίες καθώς στριφογυρίζει ακούραστα – μπρος πίσω στην ακρογιαλιά και με κύματα βαθύτερα που μοιάζει να γυαλοχαρτάρει τα νησάκια για να περαστεί χρώμα πράσινο (= να φυτρώσει βλάστηση), μα δεν γίνεται. Έτσι έχουμε απογοήτευση μη βρίσκοντας κάτι βέβαιο και αξιόπιστο – στον ψυχισμό μας και στη φύση.

«Αν προσέχεις όμως τις αλχημείες της μάγισσας λιακάδας…» στη συνέχεια η διάθεση αλλάζει. «αν προσέχεις…όπως σε δυο πνοές ανάμεσα/ με ηλιόφωτο τρεχάμενο στις αρτηρίες/ γεύεσαι την αθανασία.»

Μα ο επίδοξος ποιητής χρησιμοποιεί πολλά ποιητικά μέσα (παρήχηση, μεταφορά κ.λπ.) για να υπονομεύσει την απογοήτευση, κι έτσι αργότερα θα δείξει πως όντως υπάρχει ως «ψυχή ή έστω ύλη αθάνατη».

Έχουμε παρήχηση του δ στον 2ο στίχο (είδωλα, διαρκώς, διαλύονται) και στον 3ο (αποδείχνεσαι, εδώ). Επίσης του θ στον 4ο (αληθεύεις, αθάνατη). Μετά, το γ στον 5ο (αγέρι, αυγή, αινίγματα). Σχεδόν κάθε στίχος έχει παρήχηση κι έτσι μουσικότητα. Πολύ ισχυρή και σημαντική είναι η παρήχηση του στ στους στίχους 9-10 (αστράφτοντας, στριφογυρίζει, ακούραστα) και στον 11ο (περαστεί) ενώνοντας και ηχητικά τις έννοιες στις τρεις γραμμές. Στις 11-12 το π κάνει την ίδια δουλειά.

Το αγέρι απλώς φυσά, μα με μεταφορά και μετάθεση είναι σαν να «ψιθυρίζει αινίγματα» που ο ποιητής νιώθει. Οι ίριδες πάλι είναι σαν ιέρειες που χοροστατούν σε αόρατη θυσιαστική τελετή – όπου πάλι έχουμε την παρήχηση του ρ στις γραμμές 6-7 και του χρ (χρυσά, χορο-στατούν). Το ρήμα συγχρόνως υπονοεί χορό, καθώς οι ίριδες κουνιούνται στο αγέρι. Το “παντού” πάει και με την “αόρατη θυσία”, αφού αμέσως συμπληρώνει τον στίχο: όλο το περιβάλλον είναι μια αόρατη θυσία.

Η φράση “και πέρα” επίσης, με όμοιο τρόπο, μεταφέρει μακριά το σούσουρο και τη ζέστη.

Η θάλασσα φυσικά δεν έχει «απορίες», μα είναι σαν να έχει καθώς «αστράφτει» και ο ποιητής μεταθέτει σε αυτήν τις δικές του απορίες. Το «ακούραστα» εκ πρώτης όψης πάει με το «γυαλοχαρτάρει», μα πάει και με το «στριφογυρίζει» (ενωμένο με το στ) – όπως ανέφερα και στα προηγούμενα επιρρήματα. Η θάλασσα τελικά προσωποποιείται σε μάστορα μπογιατζή με τον κυματισμό και το πήγαινε-έλα της!

Αυτά όλα είναι νόμιμα παραδοσιακά μέσα της γραφής γενικά και της ποίησης πιο συγκεκριμένα. Δεν υπάρχει ασυναρτησία, εντυπωσιασμός, εξυπνακισμός, παραλογισμός, ψεύτισμα – τα κοινά χαρακτηριστικά της σύγχρονης παρα-ποίησης. Οι μεταφορές εύκολα γίνονται (μ΄ ένα υποθετικό “σαν να”) κατανοητές παρομοιώσεις με Αντικειμενική Αντιστοιχία. Π.χ. οι ίριδες λικνίζονται σα να χορεύουν στον αέρα και θυμίζουν με τα χρώματά τους ιέρειες που χορο-στατούν σε μια αόρατη θυσιαστική τελετή της Φύσης, ενώ η θάλασσα που κυματίζει και κουνιέται είναι σαν να τρίβεται στα νησάκια ετοιμάζοντάς τα για πράσινη βλάστηση, όπως ένας μπογιατζής τρίβει μια επιφάνεια με γυαλόχαρτο για να τη βάψει μετά πράσινη. Ποιητική δημιουργική φαντασία.

Έτσι έχουμε ποίηση με πλούσιο λυρισμό να μεταδίνει και φιλοσοφική και ψυχολογική ενασχόληση με την ανθρώπινη κατάσταση.

2 Comments

  1. Χρήστος Ξενάκης

    Καλημέρα σας, ήθελα να ρωτήσω ποιος έγραψε το απόσπασμα που αναλύετε.

  2. Νικόδημος

    Από το Ε’ στο ποίημα “Σώμα της Άνοιξης” στη Συλλογή Σώμα της ΣΩΜΑ ΤΗΣ ΑΝΟΙΞΗΣ 1990 (σελ 85).

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *