Οι «δραχμιστές» και οι άλλοι

Οι «δραχμιστές» και οι άλλοι

Του Δημητρη Μαρδα*

Υποστηρίζεται από τους ένθερμους υποστηρικτές της επιστροφής στη δραχμή -τους λεγόμενους «δραχμιστές»- ότι μια τέτοια επιλογή θα βελτιώσει την ανταγωνιστικότητα των ελληνικών προϊόντων. Το παρελθόν της χώρας -όπως και η θεωρία του διεθνούς εμπορίου- διαψεύδουν αυτή τη θέση. Δεν θα ασχοληθούμε με τις οικονομικές θεωρίες, θα επιστρέψουμε όμως τριάντα χρόνια πίσω, σκιαγραφώντας τη σχέση του ελλείμματος του εμπορικού ισοζυγίου και της απαξίωσης (υποτιμήσεις – διολισθήσεις) της δραχμής.

Tο έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου της χώρας από το 1980 έως το 1987 (περίοδος έναρξης των εργασιών με σκοπό την ολοκλήρωση της «Ενιαίας Αγοράς») αυξήθηκε από 5,4 δισ. δολάρια σε 6,5 δισ. δολάρια. Το 1992, με το πέρας των διεργασιών αναφορικά με τη δημιουργία της «Ενιαίας Αγοράς» το έλλειμμα αυτό ξεπέρασε τα 13,6 δισ. ευρώ, ενώ το 2000, λίγο πριν από την ένταξη της χώρας στο ευρώ, το έλλειμμα αυτό αυξήθηκε στα 18,6 δισ. δολάρια.

Η ισοτιμία δραχμής – δολαρίου το 1980 ήταν 1 δολ. προς 42,64 δραχμές, το 1987, 1 δολ. προς 135,18 δραχμές και το 1992, 1 δολ. προς 190,47 δραχμές. Το 2000, η ισοτιμία δολαρίου δραχμής ανερχόταν σε 1 δολ. προς 308,93 δραχμές.

Η δραχμή, λοιπόν, κατά τη δεκαετία 1980-2000 απαξιώθηκε έναντι του δολαρίου, μεταβαίνοντας στην ισοτιμία των 308,93 δρχ./δολάριο από 42,5 δρχ./δολάριο, ενώ το εμπορικό μας έλλειμμα άγγιξε τα 18,6 δισ. από τα 5,4 δισ. δολάρια.

Η κατακόρυφη απαξίωση του ελληνικού νομίσματος δεν κατόρθωσε να βελτιώσει την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας, κάτι που διαφαίνεται και από τα ανωτέρω στοιχεία. Αξίζει να σημειωθεί ότι κατά την περίοδο του 1980-1990, οι δύο υποτιμήσεις της δραχμής και οι διαρκείς διολισθήσεις συνοδεύονταν και από μέτρα προστασίας της ελληνικής οικονομίας, κάτι που εξέλιπαν πλήρως από τον Ιανουάριο του 1993.

Πρώτο συμπέρασμα: Ο ταχύς ρυθμός απαξίωσης της δραχμής έως το 2000, σε συνδυασμό με τα μέτρα προστασίας υπέρ της εγχώριας παραγωγής (έως το 1993) δεν ανέκαμψαν τις ελληνικές εξαγωγές με ρυθμούς ταχύτερους σε σχέση με τους αντίστοιχους των εισαγωγών.

Αξίζει να τονισθεί επίσης ότι από το σύνολο των 21,8 δισ. δολαρίων των ελληνικών εξαγωγών (το 2010) μόνο τα 10 δισ. δολάρια περίπου αφορούν προϊόντα που ενσωματώνουν πρώτες ύλες και ενδιάμεσα αγαθά που παράγονται στη χώρα. Ολες οι υπόλοιπες εξαγωγές χρησιμοποιούν, πλην του εισαγόμενου κεφαλαιουχικού εξοπλισμού, της τεχνολογίας και της ενέργειας, εισαγόμενες πρώτες ύλες.

Αυτό σημαίνει ότι η όποια απαξίωση της νέας δραχμής έναντι του ευρώ θα «περάσει» στην εγχώρια παραγωγή των προϊόντων της δεύτερης ομάδας (λόγω εισαγόμενου πληθωρισμού) και μέσω των πολλών εισαγόμενων και αναγκαίων πρώτων υλών, γεγονός που θα αποτελεί σοβαρή αιτία πίεσης για νέα απαξίωση της δραχμής στη βραχυχρόνια περίοδο. Την ιστορία αυτή τη ζήσαμε ιδιαίτερα έντονα κατά το 1980-2000 χωρίς αποτέλεσμα σε όρους εμπορικού ισοζυγίου.

Οπότε, σύμφωνα με το πρόσφατο παρελθόν της χώρας μας, από πού πηγάζει η θέση ότι η επιστροφή στη δραχμή θα βελτιώσει την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας;

Βέβαια, αξίζει να σημειωθεί ότι μετά το 2002 παρατηρείται μια ραγδαία επιδείνωση του εμπορικού ελλείμματος της Ελλάδας, όχι όμως λόγω μείωσης των εξαγωγών (που εξακολούθησαν να αυξάνονται με πολύ ταχύτερους ρυθμούς σε σχέση με το παρελθόν), αλλά λόγω έξαρσης των εισαγωγών. Η αιτία όμως αυτής της εξέλιξης δεν εντοπίζεται μόνο στο ευρώ. Αλλοι παράγοντες -όπως οι Ολυμπιακοί Αγώνες, τιμές πετρελαίου, εισροές κεφαλαίων, έξαρση των δημοσίων δαπανών, αλλαγή του καταναλωτικού προτύπου κ.λπ.- φέρουν το μεγαλύτερο ίσως μέρος ευθύνης της συγκεκριμένης εξέλιξης.

Αξίζει να σημειωθεί ότι οι εξαγωγές από το 2001 έως το 2008, υπό καθεστώς «σκληρού» ευρώ υπερδιπλασιάστηκαν, από 10,4 δισ. δολ. το 2001 σε 25,5 δισ. δολάρια το 2008. Τέλος, και άλλες χώρες της Ε.Ε. εντάχθηκαν στο ενιαίο νόμισμα, δεν βίωσαν όμως τις ίδιες (μοναδικές) δυσμενείς εξελίξεις στο εμπορικό τους ισοζύγιο, λόγω έξαρσης των εισαγωγών.

* Αν. καθηγητή του Τμήματος Οικονομικών Επιστημών του ΑΠΘ.


Πρώτη δημοσίευση

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *