Επιστολή του Μαρσίλιο Φιτσίνο* στον Christoforo Landino1 απαράμιλλο σε γνώση και αρετή
Ο Αριστοτέλης έθετε ερωτήματα για τη φύση των πραγμάτων. Εγώ, τώρα θα θέσω ερωτήματα για τη φύση του Ανθρώπου.
Πες μου, γιατί άραγε οι άνθρωποι καυχιούνται για τον λογισμό τους αλλά ζούνε στο έλεος της τύχης; Επιθυμούν ή φοβούνται τόσα και τόσα πράγματα, προτού γνωρίσουν, κατά πόσο πράγματι πρέπει, να τα φοβούνται ή να τα επιθυμούν και βάζουν το στιγμιαίο και τιποτένιο ψηλότερα από το αιώνιο και απροσμέτρητο. Γιατί δεν θέλουν ν’ ακούσουν τον γνωστικό και να υπακούσουν στον σοφό, αλλά αφήνονται τόσο πρόθυμα στην υπηρεσία της κτηνωδίας και κακίας;
Γιατί άραγε αγωνιζόμαστε να γίνουμε κύριοι των άλλων, ενώ δεν είμαστε κύριοι του εαυτού μας; Γιατί στην προσπάθεια μας να κυριαρχήσουμε πέφτουμε καθημερινά σε σκλαβιά; Και γιατί αγωνιζόμαστε να κερδίσουμε τιμές, αντί απλώς να είμαστε αντάξιοι τιμών;
Επιπλέον, βλέποντας ότι τα ζώα δεν μπορούν να συγκρατηθούν από ζώο χωρίς την προστασία του ανθρώπου, τι μας κάνει άραγε να νομίζουμε, ότι οι άνθρωποι μπορούν εύκολα να κυβερνηθούν από άνθρωπο, χωρίς τη συμβουλή και βοήθεια του Θεού;
Πώς συμβαίνει, ώστε μέσα σε τόση αφθονία πλούτου να γινόμαστε οργίλοι και άποροι; Τι μας κάνει να φθονούμε τόσους ανθρώπους τη στιγμή που το χάλι τους, σαν θνητοί που είναι, θα έπρεπε να προκαλεί όχι φθόνο αλλά οίκτο;
Γιατί παραγνωρίζουμε το καλό τόσο εύκολα, ενώ το κακό ποτέ; Και γιατί, αφού μια ιδιότητα ακυρώνεται μόνο με την αντίθεσή της, γιατί προσπαθούμε να θεραπεύσουμε το κακό με το κακό;
Γιατί τόσες φορές ελπίζουμε να κερδίσουμε τιμές μέσω ατιμίας; Θαυμάζουμε την αρετή σε άλλους, αλλά εμείς προσπαθούμε μάλλον να φαινόμαστε άξιοι θαυμασμού παρά να είμαστε άξιοι, δηλαδή ενάρετοι. Ενοχλούμαστε με τα ελαττώματα των άλλων, αλλά σχεδόν ποτέ δεν κοιτάζουμε πώς εμείς οι ίδιοι μπορούμε να μην ενοχλήσουμε τους άλλους ούτε τον εαυτό μας.
Και τι να πω για κείνους που σκλαβώθηκαν στον έρωτά τους για κάποιο πρόσωπο ή κάποιο αντικείμενο και με περιφρόνηση εγκαταλείπουν τον ίδιο τον εαυτό τους για να κυνηγήσουν κάτι άλλο; Ώ ανόητοι! Ώ κακόμοιροι! Αφού δεν μπορείτε να πιάσετε κάτι με κανένα άλλο μέσο παρά μόνο με τον εαυτό σας, πώς θα μπορέσετε ποτέ να αποκτήσετε εξωτερικά αγαθά όταν έχετε χάσει το εσωτερικό;
Ώ ταξιδιώτες! Γιατί αναζητάτε θησαυρούς μακριά, ενώ είναι κοντά και μάλιστα μέσα σας, στον εαυτό σας;
Συχνά επίσης, Λαντίνο, απορώ γιατί να φοβόμαστε εκείνον μόνο τον ένα θάνατο που είναι καθαρά το τέλος κάθε θανάτου, αλλά ποτέ τους καθημερινούς μας θανάτους. Αναμφίβολα, η σύσταση του σώματος αλλάζει κάθε στιγμή και η ζωή του παρελθόντος βρίσκει ένα τέλος.
Τελικά, όπως μου φαίνεται, αφού ασκούμε την αρετή με υποκρισία αλλά τα ελαττώματά μας με πεποίθηση, δεν πρέπει να απορούμε που κατορθώνουμε να φθάσουμε μια ευτυχία απατηλή και μια αθλιότητα πραγματική. Αυτό είναι που ο Δημόκριτος κορόιδευε, ο Ηράκλειτος θρηνούσε2 και ο Σωκράτης επιδίωκε να θεραπεύσει, αλλά μόνο ο Θεός μπορεί να θεραπεύσει.
Τι άθλιο πλάσμα είναι ο άνθρωπος, εκτός την ώρα που υψώνεται υπεράνω του ανθρώπου, οπότε δηλαδή εμπιστεύεται τον εαυτό του στο Θεό και αγαπά τον Θεό και όλα τα άλλα επίσης για χάρη του ίδιου του Θεού. Αυτή είναι η μόνη λύση για τούτα τα προβλήματα και το τέλος κάθε κακού.
1. Ο Φιτσίνο αφιέρωσε στον Λαντίνο το έργο του Institutiones ad Platonicam Disciplinant. Βλέπε βιογραφικά στοιχεία.
2. Στην Ακαδημία υπήρχε ζωγραφισμένη η σφαίρα του κόσμου και στη μια μεριά ήταν ο Δημόκριτος που γελούσε, ενώ στην άλλη ήταν ο Ηράκλειτος που έκλαιγε. Ο Φιτσίνο έλεγε ότι ο πρώτος γελούσε κοροϊδεύοντας την αφροσύνη των ανθρώπων και ο δεύτερος θρηνώντας την αθλιότητα τους.