1. Αναμφίβολα, η Ακρόπολη έχει μια ιερότητα που σχετίζεται με την πραγματική και πλέον ξεχασμένη θρησκεία. Το ίδιο ισχύει για την Ελευσίνα, το ιερό της Αφαίας, του Σουνίου και πολλά άλλα τέτοια μνημεία.
Η αρχιτεκτονική παίζει τον ρόλο της, φυσικά, μα δίνει μόνο την αξία της καλής τέχνης της εποχής εκείνης. Και είναι όντως υπέροχο το θέαμα που βλέπεις, τον βράχο της Ακρόπολης, καθώς κατεβαίνεις την Πατησίων. Υπάρχει κάτι αφυπνιστικό στις αναλογίες του έργου.
Άλλη αξία είναι της θρησκείας. Επί αιώνες ο Παρθενώνας συγκέντρωνε τη λατρεία των πιστών – είτε ιερέων είτε θεοσεβούμενων λαϊκών. Και αυτή η λατρεία άφησε, όπως και στους μεγάλους ναούς της χριστιανοσύνης όταν οι πιστοί όντως πίστευαν, τη λεπτή της ουσία που συνήθως ονομάζουμε αόριστα “ατμόσφαιρα” – και μας αναγαλλιάζει.
Αυτή την “ατμόσφαιρα”, τη λεπτή ουσία της αφοσίωσης και της λατρείας, αναζήτησαν οι λίγοι μεταγενέστεροι επισκέπτες που κατανοούσαν αυτά τα πράγματα.
2. Δεν νομίζω πως η νυν υπουργός Πολιτισμού, κα Κονιόρδου, αναφέρθηκε σε αυτήν την αξία και αμφιβάλω πλήρως αν την καταλαβαίνει.
Είπε σε σχέση με τις φωτογραφήσεις Gucci πως τις απορρίπτει διότι μπλα μπλα … Ο Παρθενώνας είναι ένα μνημείο μοναδικό στην οικουμένη, που συμπυκνώνει τις αξίες του δυτικού πολιτισμού και τις οικουμενικές αξίες.
Έτσι αφού είναι η κυρία σε μια κυβέρνηση άθρησκων και άθεων απατεώνων μας δίνει το δικό της στίγμα. Ναι, υπάρχουν κάποιες αξίες του δυτικού πολιτισμού – δηλαδή του (νεο)φιλελευθερισμού με την εκμετάλλευση και την κερδολαγνεία του (κατά το αναρχοαριστερό Ευαγγέλιο) – μα υπάρχουν, υπονοεί, και οικουμενικές αξίες, δηλαδή αυτές των αναρχοαριστερών με την αλληλεγγύη, την αξιοπρέπεια και την οικουμενική ανθρωπιά: αξίες που η ίδια και οι συγκυβερνώντες κυνικότατοι απατεώνες γνωρίζουν, όχι όμως ο δυτικός πολιτισμός.
Όχι, λοιπόν, στην εμπορευματοποίηση των “οικουμενικών” μνημείων μας! (Κανείς τους δεν μας λέει τι έργα τέχνης, πέρα από τις «αγιογραφίες» Στάλιν κλπ, έδωσε ο κομμουνισμός.)
Σάμπως και δεν είναι εμπορευματοποίηση το εισιτήριο που πληρώνουν τα μπουλούκια των τουριστών με τις κάμερες και την φλυαρία τους καθώς σουλατσάρουν στον “ιερό βράχο”.
3. Τώρα τι προσόντα έχει, εκτός από τη νερόβραστη αναρχοαριστεροσύνη της, η Κα. Κονιόρδου για να διοικεί το υπουργείο Πολιτισμού μιας χώρας με αμέτρητα μνημεία τουλάχιστον τριών χιλιετιών και να παίρνει τέτοιες αποφάσεις – για το αν πρέπει να επιτρέπονται φωτογραφήσεις τύπου Gucci;
Είναι μια ηθοποιός όχι μεγάλου εκτοπίσματος με καμιά εκπαίδευση σε διοίκηση, οργάνωση και τις Τέχνες. Το μόνο που ξέρει καλά, ως ηθοποιός, είναι να υποκρίνεται, να προσποιείται. Και γι’ αυτό συνδέεται τόσο στενά με τους Συριζανέλληνες, που επίσης προσποιούνται.
Πραγματικά κορυφαίοι Έλληνες καλλιτέχνες, λόγιοι κι επιστήμονες, δεν μένουν στην Ψωροκώσταινα μα πάνε στο εξωτερικό και για να έχουν μια καλύτερη ζωή και για να βρουν καλύτερες ευκαιρίες για την εξωτερίκευση των δεξιοτήτων τους. Ούτε ποζάρουν πλάι σε δημόσιο έργο με λάθος επιγραφή!
Εγώ σίγουρα θα επέτρεπα όχι μια αλλά πολλές τέτοιες εκδηλώσεις. Κι εξηγούμαι.
4. Πολύ μεγαλύτερη ζημιά παθαίνει ο Παρθενώνας από τα μπουλούκια των τουριστών παρά από τις φωτογραφήσεις ενός οίκου μόδας.
Άλλωστε το 1951, όπως είναι γνωστό και το έχω αναφέρει, ο οίκος Ντιορ έκανε φωτογραφήσεις και δεν υπήρξε καμιά αρνητική συνέπεια ούτε από την Φύση,ούτε από το μνημείο, ούτε από τους ανθρώπους.
Επί Πασοκαρίας η άλλη (άσχετη) υπουργός Πολιτισμού κα Μερκούρη διαφήμιζε την υποψηφιότητά της με φόντο τον “ιερό βράχο”. Αυτή βέβαια, κατά τους αριστερούς, δεν ήταν εμπορευματοποίηση, ήταν μια πράξη προώθησης του ηθικού πλεονεκτήματος – και απύθμενης υποκρισίας.
Την αληθινή, διαχρονική αξία του Παρθενώνα, όπως κάθε άλλου μνημείου με την ίδια ποιότητα, την ανακαλύπτει κανείς όταν κάνει επίσκεψη στον τόπο λίγο πριν την ανατολή ή κατά τη δύση του ήλιου και όταν δεν υπάρχουν τα τάγματα των τουριστών ή απεργοί ή εκπρόσωποι των κομμουνιστών που διαμαρτύρονται επειδή έχουν αυτό το δικαίωμα.
Αν κατορθώσει να φέρει τον νου του σε πραγματική ησυχία, τότε θα ανακαλύψει την αληθινή αξία του Παρθενώνα και γιατί έμπαινουν σε τόσο κόπο να οικοδομήσουν οι σοφοί τέτοια αρχιτεκτονήματα – που ολοένα λιγοστεύουν.