Κύπρος κι Ελλάς (Γ’)

Κύπρος κι Ελλάς (Γ’)

1. Το αγκάθι στο Κυπριακό φύτρωσε με μια ρίζα στους ίδιους τους Κύπριους και μια στη “Μητέρα Ελλάδα”, όπως την έβλεπαν. Μετά τρίτωσε το κακό με πολύ τοξικότερη ρίζα τον τουρκικό επεκτατισμό. Ας αρχίσω ξεκαθαρίζοντας το τελευταίο σημείο.

Μόνο αδαείς αναρχοαριστεροί όπως ο Κοτζιάς, νυν υπουργός Εξωτερικών, θα μπορούσαν να ακτινοβολούν τέτοια αισιοδοξία για την έκβαση των συνομιλιών στη Γενεύη, με δεδομένους τους στόχους της ελληνόφωνης πλευράς. Και, φυσικά, όπως ο πρωθυπουργός Τσίπρας που βιαζόταν να προχωρήσει γοργά το ζήτημα για να έχει κάτι να δείξει στο τσούρμο των τσιπριστών του. Διότι έχει αποτύχει σε όλα και στο εσωτερικό και στο εξωτερικό. Οι ανέφικτες πολιτικές του λύσεις στα οικονομικά, οι αντισυνταγματικές αυταρχικές λύσεις σε άλλα πολιτικά θέματα – όλα του έρχονται πίσω μπούμερανγκ, όλα στραβά κι ανάποδα.

Οι Τούρκοι δεν πρόκειται να χαλαρώσουν τη λαβή τους στη βόρεια Κύπρο και αν μπορέσουν να καταλάβουν και άλλα εδάφη εδώ ή αλλού θα το κάνουν αδίστακτα. Είναι στο αίμα τους.

Ήταν ανοησία των Ελληνοκυπρίων να μη δεχθούν τον χάρτη που οι Τουρκοκύπριοι παρουσίασαν με, για τους Τούρκους, γενναιόδωρες παραχωρήσεις.

2. Οι Ελλαδίτες, δηλαδή εμείς στην Ελλάδα, γιατί ανακατευόμαστε;…

Ανακατευόμαστε από τον 19ο αιώνα διότι κάπου στη νοοτροπία μας ελλοχεύει η Μεγάλη Ιδέα να ανακτήσουμε την Πόλη και την παλαιά μας Ανατολία, τα Ιωνικά παράλια, την Αιωλική γη μας.

Μόνο που δεν είναι δικά μας πια και αν συνεχίσουμε, σίγουρα θα σπάσουμε τα μούτρα μας στον τούρκικο τοίχο – όπως οι Ιταλοί του Μουσολίνι που ήθελαν την αναβίωση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας τους και τσακίστηκαν στη βόρεια Αφρική.

Η απλή πραγματικότητα είναι πως καμιά ελληνική κυβέρνηση δεν ενδιαφέρθηκε για την Κύπρο καθαυτή. Ενδιαφερόταν μόνο για να προσαρτήσει το νησί με την Ένωση ή να έχει ένα πόδι εκεί κι έτσι η Ελλάδα να μεγαλώσει σε σπουδαιότητα.

Αν ενδιαφερόταν πράγματι για την Κύπρο καθαυτή, θα πρόσεχε πως εκτός από τον ελληνόφωνο πληθυσμό (λίγο πάνω από τα 2/3 του συνόλου) υπάρχει και μια υπολογίσιμη μειοψηφία τουρκόφωνων (περίπου 25%). Και είναι υπολογίσιμη όχι μόνο ως απόλυτος αριθμός μα και ως παιδιά της Μαμάς Τουρκίας, που είναι πολύ πιο κοντά και πιο ισχυρή ως πολεμική δύναμη. Αν μάλιστα τώρα υπολογιστούν – όπως ρεαλιστικά πρέπει – και οι άποικοι που εγκαταστάθηκαν μετά την εισβολή 1974 και1977, οι αριθμοί κλίνουν προς τους Τούρκους.

Αυτά είναι τα σκληρά δεδομένα, όχι ρομαντικοί συναισθηματισμοί και πατριδοκαπηλία.

3. Το τι γράφουν τώρα ιστορικά δημοσιεύματα όσον αφορά τις σχέσεις ελληνόφωνων και τουρκόφωνων πριν το 1954 με την ΕΟΑΚΑ και τον απελευθερωτικό αγώνα δεν είναι πολύ ακριβή.

Είχα ζήσει για λίγο εκεί και γνωρίζω πως οι σχέσεις γενικά ήταν εγκάρδιες – παρότι οι Βρετανοί ευνοούσαν τους τουρκόφωνους συχνά σε βάρος των άλλων. Αλλά η ζωή ήταν αρμονική.

Ο αγώνας τελείωσε με την ανεξαρτησία (Αυγ. 1960). Μετά ήρθαν οι άγαρμπες απαιτήσεις του φιλόδοξου Μακαρίου. Μερικές ήταν λογικές και δίκαιες. Οι Τούρκοι αντέδρασαν παράλογα,  σωβινιστικά, ενώ έπρεπε να συζητήσουν τα θέματα και όχι να αποχωρήσουν από την κυβέρνηση σε δικά τους κέντρα. Έτσι εντάθηκε ο διχασμός και ακολούθησαν βιαιοπραγίες.

Μετά ήρθε η χουντική παρέμβαση και η πρώτη καθαρή στρατιωτική επίθεση κατά τουρκοφώνων το 1974. Ας μην αποσιωπούμε το γεγονός. Ακολούθησε η εισβολή με όλη την τραγωδία της.

Έκτοτε διαπράττεται μια γκάφα μετά την άλλη καθώς η ελληνόφωνη πλευρά, Κύπριοι κι Ελλαδίτες, αρνούνται να δουν την πραγματικότητα – πως η Τουρκία δεν θα υποχωρήσει. Οι ρομαντικές αυταπάτες  περί δικαίου δεν έχουν ωφελήσει ούτε στο ελάχιστο στην επανενοποίση της νήσου. Αμφιβάλλω αν θα γίνει.

4. Με την ταχύτατη έξοδό τους από την κρίση και τα μνημόνια οι Κύπριοι έδειξαν ξεκάθαρα πως διαφέρουν από τους Ελλαδίτες σε ικανότητα. Τα κατάφεραν μόνοι τους χωρίς ευτυχώς καμιά συνδρομή από ελληνική κυβέρνηση – που, όπως βλέπουμε, η μια μετά την άλλη παραπατάει και παραπαίει σαν μεθυσμένη ή τυφλή.

Με πιο αντικειμενική εκτίμηση της Γενεύης, οι Κύπριοι συναισθάνονταν πως η κατάληξη δεν θα ήταν αίσια.

Τα τουρκικά στρατεύματα θα μείνουν. Οι Τούρκοι άποικοι στα κατεχόμενα εδάφη, που τώρα είναι όσοι και οι ντόπιοι, επίσης θα μείνουν – αλλοιώνοντας τα πληθυσμιακά ποσοστά. Ποιος θα τους αναγκάσει να φύγουν;

Οι Κύπριοι καλύτερα να συνεργάζονται με το Ισραήλ και την Αίγυπτο ίσως και την Συρία και τον Λίβανο, παρά με την Ελλάδα, όποια κυβέρνηση κι αν είναι. Έχουν και την Ευρωπαϊκή Ένωση – και τα υποθαλάσσια καύσιμα.  Οι Συριζανέλληνες έδειξαν την φρικαλέα ανικανότητά τους ξανά, όταν λίγες μέρες πριν τη Γενεύη έκαναν ανακοινώσεις για την εγκατάσταση πληθυσμών σε βραχονησίδες του Αιγαίου. Ήταν σα να κουνούσαν ένα κόκκινο πανί μπροστά στην Τουρκία, η οποία βέβαια αντέδρασε έντονα. Οι Κύπριοι ας πάψουν να βασίζονται – αν το κάνουν – στην ελληνική διπλωματία που είναι ανυπόληπτη ως ανύπαρκτη. Οι Ελλαδίτες θα πρέπει να πάρουν μαθήματα από αυτούς – αν διαθέτουν λίγη λογική.

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *