από τη Μούσα
Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένας Αρειανός που κατασκεύαζε εξαιρετικά ωραία γλυκίσματα – ήταν ονομαστός σε όλο το ηλιακό σύστημα για την σπουδαία συνταγή του με αστερόσκονη. Γνώριζε επίσης πόσο αγαπούσαν τα γλυκά οι Γήινοι. Με βλέψεις να σαρώσει στην Γήινη αγορά, προσγειώθηκε στην Βρετανική εξοχή για να ψάξει βιομηχανικό χώρο. Πήγε σε κάποιον μεσίτη ακινήτων και του ζήτησε να του δείξει κάποιο κατάλληλο χώρο 80 στρεμμάτων, αναφέροντας ότι πρέπει να είναι όσο πιο φτηνός γίνεται.
Ο μεσίτης είπε ότι είχε ακριβώς το κατάλληλο σημείο. Μπήκαν λοιπόν στο αυτοκίνητο και κατευθύνθηκαν στον αυτοκινητόδρομο. Βγήκαν στην έξοδο προς την οδό Α. Άφησαν την οδό Α και έστριψαν προς την οδό Β. Βγήκαν από την οδό Β και έστριψαν σε κάποιο δρόμο χωρίς όνομα. Μετά προχώρησαν σε ένα στενό χωματόδρομο. Κάποια στιγμή ο μεσίτης πάρκαρε και έδειξε ένα γύρο τα απομακρυσμένα χωράφια. «Εδώ είμαστε», του είπε. «Όλα αυτά τα 80 στρέμματα είναι προς πώληση και έχει βγει και η άδεια οικοδομής. Δικά σου για 1 εκατομμύριο λίρες».
«Δεν είναι κι άσχημο», απάντησε ο Αρειανός. «Αλλά δεν έχει υπηρεσίες. Θα χρειαστώ γκάζι, ηλεκτρικό και τεράστιες ποσότητες νερού. Και χρειάζομαι πολλούς εργάτες. Δεν βλέπω όμως σπίτια, ούτε σχολεία, ούτε νοσοκομεία. Πού και πώς θα ζουν; Και ο δρόμος είναι χάλια. Πώς θα φτάνουν τα φορτηγά των προμηθευτών μου; Θα μου κοστίσει εκατομμύρια να βρω τις παροχές που θέλω εδώ. Δεν έχεις τίποτα άλλο;»
Ο μεσίτης απάντησε πως είχε. Έτσι, μπήκαν ξανά στο αυτοκίνητο. Γύρισαν πίσω από το χωματόδρομο. Βγήκαν στον δρόμο Β. Γύρισαν στο δρόμο Α. Έστριψαν ξανά στον αυτοκινητόδρομο. Πάνω στη ώρα, έφτασαν στην άκρη μιας κωμόπολης. Ο μεσίτης οδηγώντας τον πήγε σε μερικά άδεια οικόπεδα με σπίτια γύρω-γύρω. «Εδώ είχε μικροκαλλιέργειες», είπε. «Ο κύριος Μπλογκς όμως γέρασε πια και σκέφτεται να μετακομίσει στη Τενερίφη. Κι έτσι, το πουλάει. Υπάρχουν, όπως βλέπεις, σπίτια, σχολεία και νοσοκομεία, όπως επίσης και καλό οδικό δίκτυο – βρισκόμαστε ακριβώς δίπλα στον αυτοκινητόδρομο. Και το γκάζι, το νερό και το ρεύμα έχουν ήδη εγκατασταθεί. Όμως κοστίζει περισσότερα – 50 εκατομμύρια λίρες».
«Είναι τέλειο», είπε ο Αρειανός. «Πες μου, ποιος προμηθεύει τις υπηρεσίες;»
«Το κράτος και η τοπική κοινότητα», απάντησε ο μεσίτης.
«Θαυμάσια», λέει ο Αρειανός, «πες μου πού να στείλω τα λεφτά και θα γράψω αμέσως μιαν επιταγή».
«Α, όχι,» λέει ο μεσίτης. «Δεν πληρώνεις το κράτος. Πληρώνεις τον κύριο Μπλογκς».
«Αυτό δεν έχει νόημα», απαντάει ο Αρειανός. «Αν πληρώσω τον κύριο Μπλογκς – του οποίου η γη αξίζει 50 εκατομμύρια λίρες μόνο χάρη στη δουλειά του κράτους – ποιος πληρώνει το κράτος;»
«Α, μα κι αυτό, εσύ θα το κάνεις», είπε ο μεσίτης. «Μόλις στήσεις και τρέξεις τη δουλειά θα πληρώσεις φόρους, ΦΠΑ, φόρο εισοδήματος, εταιρικό φόρο, ασφαλιστικές εισφορές και τα λοιπά».
«Δεν νομίζω», είπε ο Αρειανός.
Και γύρισε στον Άρη. Την ίδια στιγμή.
Σύνοψη από το άρθρο της Merryn Somerset Webb από το blog της στο Money Week.