του Στέφανου Κασιμάτη
Εκείνους που ξέρουν καλύτερα, τους επαΐοντες, εγώ τους ακούω πάντα με προσοχή και συνήθως δεν χάνω. Καιρό τώρα, μου έλεγαν, φερ’ ειπείν, ότι τα χρήματα του κράτους, δηλαδή της κυβέρνησης, τελειώνουν τον Φεβρουάριο (συμπτωματικώς, την περίοδο των μασκαράδων). Και ιδού η επαλήθευση: μπροστά στο ενδεχόμενο να μην ολοκληρωθεί η αξιολόγηση και να μην εκταμιευθεί το ένα δισ., η κυβέρνηση έκανε τη στροφή αστραπιαία (να φαντασθείτε ότι ο Σπίρτζης δεν πρόλαβε ούτε ένα βογγητό να βγάλει) και μάζεψε πίσω το «παράλληλο πρόγραμμά» της. Ολα αυτά, να το επαναλάβω, για ένα δισ. Τόσο άσχημα.
Είναι γνωστό –και υπερεκτιμημένο από την πλευρά της κυβέρνησης– ότι όσο η διεθνής κατάσταση παραμένει το ίδιο επικίνδυνα ρευστή, δεν τίθεται θέμα Grexit από την πλευρά της Ευρώπης. (Το υπαινίσσεται ενίοτε ο Σόιμπλε, είναι αλήθεια· αλλά είμαι βέβαιος ότι το κάνει περισσότερο για να σπάει πλάκα με τις αντιδράσεις στην Ελλάδα…) Από την άλλη πλευρά, το τελεσίγραφο των θεσμών, που έστειλε το παράλληλο πρόγραμμα στο παράλληλο σύμπαν, φανερώνει ότι κάποια επιείκεια ή ευελιξία της Ευρώπης γύρω από το θεματάκι μας δεν σημαίνει ότι δημιουργούνται περιθώρια ανατροπής του προγράμματος. Αυτό που συμβαίνει και περιμένουν από εμάς οι εταίροι είναι ότι προσαρμόζουμε τον βηματισμό στις δυσκολίες των περιστάσεων, αλλά ούτε σταματάμε ούτε κάνουμε πίσω.
Η περιπέτεια με το παράλληλο πρόγραμμα δείχνει και κάτι ακόμη: πόσο εύθραυστη είναι η κοινοβουλευτική πλειοψηφία των 153, όσο και αν ο πρωθυπουργός δηλώνει ασφαλής με αυτήν. Η σπουδή και η επιπολαιότητα στην κατάρτιση του προγράμματος αντανακλούν ασφαλώς την απίθανη ανικανότητα αυτής της κυβέρνησης. Μας δίνουν όμως και ένα μέτρο για να αντιληφθούμε τις πιέσεις που έρχονται από την κοινοβουλευτική ομάδα και τη δυσφορία που βράζει, ενόψει δυσκολότερων ψηφοφοριών.
Μιλούμε για μια ιδιαίτερη κατηγορία ανθρώπων που μας κυβερνούν. Με τον βαθμό της ιδιορρυθμίας τους, νομίζω ότι τουλάχιστον οι τακτικοί αναγνώστες αυτής της στήλης μάλλον δεν είναι εξοικειωμένοι. Για τον λόγο αυτόν είναι χρήσιμο να φωτίσω κάπως την περίπτωση ενός υπουργού με ένα περιστατικό που ορισμένοι ίσως σνομπάρουν ως κουτσομπολίστικο, αλλά έχει την αξία του ως προς την κατανόηση της ποιότητας και της σοβαρότητας των ανθρώπων που είναι στην κυβέρνηση και παίρνουν τις αποφάσεις.
Προσφάτως ο υπουργός Ναυτιλίας Θ. Δρίτσας δέχθηκε στο γραφείο του εκπροσώπους του ελληνικού εφοπλιστικού «κομίτι» του Λονδίνου, οι οποίοι και είχαν ζητήσει τη συνάντηση. Η συνάντηση διήρκεσε δυόμισι ώρες, αλλά επί μιάμιση ώρα ο υπουργός Ναυτιλίας τούς έλεγε πόσο δίκιο είχε η σύζυγός του κυρία Τασία στο μεταναστευτικό. Εντάξει! Ολοι καταλαβαίνουμε τι τραβάει στο σπίτι του ο Δρίτσας και κάποιοι τον συμπονούν. (Οι τελευταίοι είμαι βέβαιος ότι υπάρχουν, μολονότι προσωπικώς δεν γνωρίζω κανέναν τους.) Αλλά, με την κατάσταση ως έχει σε όλα τα ανοικτά μέτωπα, εκεί βρήκε την ευκαιρία να ξεσπάσει τον καημό του; Ας πήγαινε με την παρέα της Ολγας να ρίξει μια γυροβολιά στα μπουζούκια. Πάντως, οι ιδιότητες που υπονοεί η συμπεριφορά αυτή, όπως περιγράφεται στο παραπάνω περιστατικό, μας δίνουν μιαν αντίληψη των ορίων αντοχής και της κυβέρνησης και της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας. (Φαντασθείτε, δε, ότι όσοι έχουν θέση στην κυβέρνηση υποτίθεται ότι είναι η αφρόκρεμα εν σχέσει με την Κ.Ο.)
Πηγή: Καθημερινή