Του Πάσχου Μανδραβέλη
Δεν είναι τόσο τα λυρικά που ειπώθηκαν και γράφτηκαν (σαν αυτό του κ. Αλέξη Τσίπρα: «Ο ηγέτης του λαού της Βενεζουέλας, των λαών της Λατινικής Αμερικής, ένας εμπνευστής των ιδεών της δημοκρατίας και των μεγάλων επαναστατικών δημοκρατικών και προοδευτικών κατακτήσεων, έφυγε πολύ πρόωρα από κοντά μας») για τον θάνατο του Ούγκο Τσάβες. Και για άλλους που ταριχεύτηκαν μετά θάνατον γράφτηκαν χειρότερα και μάλιστα από ποιητές μεγαλύτερου διαμετρήματος από αυτό που είναι ο κ. Τσίπρας. «Σώπα, γιαγιά, και σκούπισε με το τσεμπέρι σου τα μάτια σου. Οταν σβήνει η φωτιά σου κάτω από το τσουκάλι σου, είναι ο Στάλιν που σκύβει και φυσάει τη φωτιά σου ν’ ανάψει», έγραφε το 1953 ο Γιάννης Ρίτσος. Το πρόβλημα είναι ότι εξήντα χρόνια μετά, η Αριστερά χρησιμοποιεί την ίδια προσωπολατρία, τα ίδια σύμβολα, τον ίδιο λυρισμό. Είναι ότι δεν θέλει να διδαχθεί από το παρελθόν, να αποτιμήσει νηφάλια τα πρόσωπα και το έργο τους. Είναι επίσης και το γεγονός ότι τέτοιοι ύμνοι δεν θα γραφούν για τον Ινάσιο Λούλα, έναν αριστερό ηγέτη που κατάφερε να σταθεροποιήσει την οικονομία της χώρα του με κοινωνική ευαισθησία και να τη βάλει στον δρόμο ώστε να γίνει μία από τις οικονομικές υπερδυνάμεις του 21ου αιώνα. Η Αριστερά θέλγεται όλο και περισσότερο από τους φανφαρόνους της πολιτικής, από τον λαϊκισμό και όχι από κάποια μετεξέλιξη του επιστημονικού σοσιαλισμού της νιότης της.
Ειδικά μετά τη δεκαετία του ’80 η Αριστερά έπαθε ιδεολογικό βραχυκύκλωμα. Αυτό δεν οφειλόταν τόσο στην κατάρρευση των κομμουνιστικών καθεστώτων όσο στην επιτυχία των άλλων, εκείνων που βάφτιζε «νεοφιλελεύθερα». Η απογείωση της Δύσης, αλλά και της Κίνας που ασπάστηκε τον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής, δημιούργησε τεράστια χάσματα στην αριστερή αφήγηση. Αυτά δεν προσπάθησε να τα καλύψει με ιδεολογική επεξεργασία της νέας φάσης του καπιταλισμού· ίσως και να μην μπορούσε, επειδή οι εξελίξεις ήταν ταχύτατες. Αντιθέτως, απάντησε με έναν απίστευτο λυρισμό που άρμοζε σε εποχές του Καρόλου Ντίκενς. Η θέση της απέναντι στις εξελίξεις ήταν ένα πελώριο «αντί» σε όλα. Εγινε αντιδραστική. Αντί να επισημάνει τους κινδύνους και τα προβλήματα της παγκοσμιοποίησης (που ήρθαν μαζί με τα ευεργετήματά της), συντάχθηκε με τους απέναντι. Ακόμη και πτυχές του εθνικισμού αγκάλιασε ως τελευταίο μετερίζι κατά της νέας φάσης του καπιταλισμού, όπως βαφτίστηκε η «παγκοσμιοποίηση». Αντί να δει το φαινόμενο ως μετεξέλιξη της οικονομίας που πυροδοτήθηκε από την ανάπτυξη της τεχνολογίας και να επισημάνει τον αναγκαίο ρόλο της πολιτικής για την ισόρροπη παγκόσμια ανάπτυξη, προτίμησε να συναντηθεί με τους ακραίους συντηρητικούς στα «πολύχρωμα» -όπως βαφτίστηκαν, γιατί εμπεριείχαν και το μαύρο- κινήματα της αντιπαγκοσμιοποίησης.
Επειδή η πραγματικότητα τους διέψευδε συχνά, έσπευσαν στον λυρισμό να καλύψουν τα κενά. Με τον καιρό η αγάπη για τον σοσιαλισμό έγινε απλό μίσος για τον καπιταλισμό. Κάθε φανφαρόνος (σαν τον Τσάβες) ή επικίνδυνος δικτάτωρ (σαν τον Μιλόσεβιτς, τον Σαντάμ κ.ά.) έγινε πρότυπο του «αγώνα».
Το βασικό πρόβλημα της Αριστεράς σήμερα είναι τα ταριχευμένα οράματα που παραμένουν στείρα. Κι όσο δεν προτείνεται κάτι νέο που να αρμόζει στον σημερινό κόσμο, ο λυρισμός και ο άκρατος συναισθηματισμός θα παραμένουν στα ύψη.
Πηγή: Καθημερινή