1) Ο ādi-śaṅkara, όπως είναι γνωστός γενικότερα στους Ινδούς και στους ακαδημαϊκούς κύκλους, έζησε στα τέλη του 8ου αιώνα ΚΕ λένε οι ακαδημαϊκοί. Μα ορισμένες παραδόσεις από τις πέντε έδρες των śankarācārya τον τοποθετούν γύρω στο 500 ΠΚΕ. Αυτήν την ημερομηνία υιοθετώ κι εγώ.
Είναι σίγουρα ο μεγαλύτερος φιλόσοφος της Ινδίας κι ένας από τους σημαντικότερους στον κόσμο έχοντας αναδιαμορφώσει την πανάρχαια φιλοσοφία Βεδάν-τα ως τα 32 του, οπότε αποδήμησε.
Ως τα μέσα του 20ου αιώνα γενικά θεωρούνταν αυστηρά “συντηρητικός”, μα τώρα η εικόνα έχει τροποποιηθεί και θεωρείται σχετικά “φιλελεύθερος”. Μα τα επίθετα δεν γίνονται κατανοητά αν δεν γνωρίζουμε ορισμένα βασικά για την κοινωνία στην ιστορία των Ινδιών.
2) Τα αρχαιότερα κείμενα της Βεδικής Παράδοσης (ή των ινδουιστικών θρησκευμάτων) μιλούν για τέσσερις κάστες, ή μεγάλες τάξεις (varṇa στη Σανσκριτική).
α) brāhmana: η τάξη των βραχμάνων που αποτελούν το ιερατείο. Στην αρχαιότητα, όμως, μια ξεχασμένη πλέον εποχή, ήταν άγιοι, δάσκαλοι και μύστες οραματιστές (ṛṣi) που είχαν συνειδητοποιήσει την ενότητα του Εαυτού τους (ātman) με τον Εαυτό του σύμπαντος (brahman), φρόντιζαν την πνευματική ανάπτυξη των άλλων και δίδασκαν όσους ήθελαν να φτάσουν στην ίδια συνειδητοποίηση.
β) kṣatra (ή kṣatriya ή rājanya): η τάξη των ξατρίγια – αρχόντων, κυβερνητών και πολεμιστών. Η λειτουργία τους ήταν να κυβερνούν, να επιβάλουν τη δικαιοσύνη για υπεράσπιση των πιο αδύναμων και να προστατεύουν τον λαό από εσωτερικές και εξωτερικές απειλές.
γ) vaiśya: η τάξη των παραγωγών, τεχνιτών κι εμπόρων, που συντηρούσαν την οικονομία και δημιουργούσαν τον πλούτο του Βασιλείου.
δ) śūdra: η τάξη των χειρωνακτικών εργατών που υπηρετούσαν τις τρεις πρώτες τάξεις με διάφορους τρόπους και σε διάφορες μορφές. Μια χαμηλότερη υποδιαίρεση αποτελούσαν οι παρίες (cāṇḍāla) που θεωρούνταν ακάθαρτοι/μολυσματικοί κι έκαναν τις πιο βρώμικες δουλειές – να καίνε πτώματα, να καθαρίζουν κόπρανα κ.λπ.
3) Η ιδέα δικαιωμάτων απουσίαζε από τα νομικά κι εθιμοτυπικά εγχειρίδια. Τονιζόταν, αντίθετα, η ιδέα καθηκόντων και ορθής συμπεριφοράς. Υπήρχαν εγχειρίδια που επικεντρώνονταν στην οικογενειακή και ατομική συμπεριφορά και άλλα που όριζαν τα γενικότερα καθήκοντα των καστών και υποδιαιρέσεων ή συγκεκριμένων λειτουργιών σε αυτές. Αυτά λέγονται γενικά dharma-śāstra.
Ο P.V.Kane δημοσίευσε την πολύτιμη μελέτη του History of Dharmaśāstra (Poona/Pune, BORI, 1974). Στον 1ο τόμο (σελ. 945) γράφει πως ο Shankara προωθούσε περισσότερο κανόνες για τις κάστες παρά για “ανθρώπινα δικαιώματα”. Ένας τέτοιος κανόνας απαγόρευε στους Śūdra να μελετήσουν τους Βέδες – που συνήθως γινόταν με κάποιο δάσκαλο Βραχμάνο.
Μα ο ίδιος συγγραφέας λέει (2ος τόμος, πρώτο μέρος, σελ. 506) πως ο φιλόσοφός μας επιδίωξε την απαγόρευση της πώλησης κοριτσιών για γάμο με ηλικιωμένους και την κατάργηση της φρικτής πρακτικής satī όπου η πενθούσα σύζυγος ανέβαινε στην πυρά να καεί ζωντανή με το πτώμα του συζύγου της!
Τέτοια δράση οπωσδήποτε υπονοεί μια “φιλελεύθερη”, όπως θα λέγαμε σήμερα, νοοτροπία.
4) Στην πραγματικότητα, θα δείξω σε μελλοντικά άρθρα της σειράς, πως ο Shankara ήταν πραγματικά ουμανιστής και φιλελεύθερος.
Σήμερα θ’ αρκεστώ ν’ αναφέρω πως στα σχόλια του στο Brahmasūtra (ή Vedāntasūtra) τμήμα 1.3.38, παρότι διατυπώνεται ο κανόνας που απαγορεύει στην κατώτερη τάξη να μελετά τους Βέδες, γράφει πως σε κανέναν δεν πρέπει ν’ απαγορεύεται η πρόσβαση σε μια πρακτική διδασκαλία που οδηγεί στην Λύτρωση και συγχώνευση με το Απόλυτο.
Όλοι πρέπει να έχουν τη δυνατότητα για την ύψιστη γνώση. Και αυτό το ξαναγράφει στα σχόλια του στην Taittirīya Ουπανισάδα, 1,11: “Όλοι οι άνθρωποι απ’ όλα τα στάδια της ζωής μπορούν να επιδιώξουν την [υπέρτατη] γνώση”.