Νικόδημος
Ξαφνικά, με μόνη αιτία την περιορισμένη και περιοριστική νόηση ενός ανθρώπου, το μηδέν αποκτά υπαρκτή οντότητα…
Επανέρχομαι στο θέμα «δημιουργία εκ του μηδενός» (ex nihilo στα Λατινικά «από το τίποτα»). Διότι έχει μεγάλη σημασία και οι θεολόγοι (Πατέρες και ιεράρχες των εκκλησιών) δεν φαίνονται να καταλαβαίνουν τη θεμελιακή σπουδαιότητά του.
Αυτό που τους εμποδίζει, εκτός από την προσκόλλησή τους στα δόγματα που επαναλαμβάνονται μηχανικά επί 2 χιλιετίες, είναι η αδυναμία τους να παραμερίσουν την ανθρωπομορφική αντίληψη που έχουν για τον Θεό – ξεχνώντας πως είναι η άμορφη Πρωτουσία, Πρωταρχή και Πρωταιτία των πάντων κι έχει έτσι μια ασύλληπτη για μας Νοημοσύνη.
Για παράδειγμα παίρνω πρώτο το κείμενο της Ελληνικής εκδοχής gotquestions.org/Greek/Greek-creation-ex-nihilo.html.
Η φράση «Ex nihilo» είναι λατινική και σημαίνει «εκ του μηδενός». Ο όρος «Δημιουργία εκ του μηδενός» αναφέρεται στον Θεό που δημιουργεί τα πάντα εκ του μηδενός. «Στην αρχή ο Θεός δημιούργησε τον ουρανό και την γη» (Γένεση 1:1). Πριν από αυτήν τη στιγμή δεν υπήρχε τίποτα. Ο Θεός δεν έφτιαξε το σύμπαν από προϋπάρχοντα δομικά στοιχεία. Ξεκίνησε από το μηδέν.
Η Αγία Γραφή δεν αναφέρει κατηγορηματικά ότι ο Θεός δημιούργησε τα πάντα εκ του μηδενός αλλά υπονοείται. Διαβάζουμε στην Εβραίους 11:3, «Διαμέσου τής πίστης νοούμε ότι κτίστηκαν οι αιώνες με τον λόγο τού Θεού, ώστε αυτά που βλέπονται δεν έγιναν από εκείνα που φαίνονται». Οι μελετητές το ερμηνεύουν αυτό πως το σύμπαν ήρθε στην ύπαρξη κατόπιν θεϊκής προσταγής και όχι ένεκα προϋπάρχουσας ύλης ή ενέργειας.
Οι άνθρωποι μπορούμε να είμαστε πολύ δημιουργικοί αλλά χρειαζόμαστε υλικά για να φτιάξουμε κάτι. Ο Θεός δεν έχει αυτόν τον περιορισμό. Είναι δύσκολο να το κατανοήσουμε αυτό …. Ο όρος «δημιουργία εκ του μηδενός» αναφέρεται στο υπερφυσικό γεγονός που αποτέλεσε την αρχή ύπαρξης του σύμπαντος. Ήταν η στιγμή που ο Θεός δημιούργησε κάτι από το τίποτα.
Προσέξτε τη φράση «Πριν από αυτήν την στιγμή δεν υπήρχε τίποτα»! Ω, μα υπήρχε! Υπήρχε όπως εξακολουθεί να υπάρχει ο Θεός με τη Νοημοσύνη του, η Πρωτουσία, Πρωταρχή και Πρωταιτία – ανεπίγνωστη, ασύλληπτη, απερινόητη.
Το τίποτα, το μηδέν, είναι που δεν υπήρχε. Διότι αν υπήρχε αυτό το «τίποτα/μηδέν», ο Θεός δεν θα ήταν η Πρωτουσία, Πρωταρχή και Πρωταιτία των πάντων. Θα περιορίζονταν και η Ουσία του, δίπλα στο «τίποτα,» και η παντοδυναμία του, αφού δεν κάλυπτε το «τίποτα» και το χρειαζόταν για να δημιουργήσει!
Δεν ξεκίνησε ο Θεός από το μηδέν μα από τον Εαυτό Του, από τη δική Του και μόνη απέραντη «Ύπαρξη και Ουσία». Διότι δεν υπήρχε «μηδέν» ούτε έξω, γύρω Του, ούτε μέσα Του.
Εκτός από την περικοπή προς Εβραίους, μπορούμε να έχουμε και τη ρήση του ισαποστόλου Παύλου στην επιστολή του Προς Κολοσσαείς 1.16 «εν αυτώ εκτίσθη τα πάντα», δηλ. «μέσα σ’ αυτόν δημιουργήθηκαν τα πάντα. Και είναι η μόνη σωστή διατύπωση, αφού δεν υπήρχε τίποτε άλλο παρά μόνο ο πανταχού παρών Θεός, ο Ων!
Βρίσκουμε την ίδια περιορισμένη και περιοριστική αντίληψη στους δικούς μας σύγχρονους ιεράρχες όπως –
(Διαδίκτυο: Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας. Η κτίση εκ του μηδενός…Από το Η κτίση ως Ευχαριστία του σεβ. Μητροπολίτου Περγάμου Ιωάννη Ζηζιούλα, Εκδ. Ακρίτας 3η έκδοση σελ. 71-87.)
Αν πάρουμε τον κόσμο σαν μια «ολότητα», σαν μια οντότητα, εντελώς άλλον από τον Θεό — τότε το γεγονός ότι ο κόσμος έχει κάποια αρχή μας αναγκάζει να βάλουμε μια οροθετική γραμμή, ένα σημείο εκκινήσεως, τουλάχιστον στην αρχή του. Ένα κλασσικό λογικό αξίωμα θα μας υποχρέωνε να βάλουμε μια οροθετική γραμμή, ένα σημείο στάσεως, στο τέλος επίσης, γιατί σύμφωνα μ’ αυτό το αξίωμα., ό,τι έχει αρχή έχει και τέλος. Αλλά και αν ακόμα παραμερίσουμε αυτό το αξίωμα, η ιδέα τού πεπερασμένου, που συνδέεται εξ ορισμού με το κτιστό, σημαίνει ότι στην ίδια την έννοια τού κτιστού βρίσκεται, μαζί με την ιδέα της αρχής και η ιδέα τού τέλους. Όλα αυτά σημαίνουν ότι το κτιστό αυτό καθεαυτό (η προϋπόθεση τούτη είναι αποφασιστικής σπουδαιότητας, … γιατί τα πράγματα είναι διαφορετικά στην περίπτωση, που δεν πάρουμε το κτιστό «καθεαυτό») αποτελεί μια οντότητα περιτριγυρισμένη και εξαρτημένη από το μηδέν: προήλθε από το μηδέν και θα επιστρέψει στο μηδέν.
Βλέπουμε την ίδια νοοτροπία κι εδώ. Το κτιστό, το σύμπαν της δημιουργίας, «αποτελεί μια οντότητα περιτριγυρισμένη από το μηδέν: προήλθε από το μηδέν και θα επιστρέψει στο μηδέν»!
Ξαφνικά, με μόνη αιτία την περιορισμένη και περιοριστική νόηση ενός ανθρώπου, το μηδέν αποκτά υπαρκτή οντότητα και γίνεται η καταγωγή και κατάλυση της δημιουργίας.
Όχι κύριε Μητροπολίτη. Το σύμπαν της δημιουργίας, το «κτιστό» της θεολογίας, δεν είναι περιτριγυρισμένο από το μηδέν. Μόνο μηδενιστές σκέφτονται με αυτόν τον τρόπο, όχι θεοσεβούμενοι στοχαστές.
Το ίδιο ισχύει και για τη φράση του Κατά Ιωάννη 1.1. «και Θεός ήν ο Λόγος». Ο εν αρχή Λόγος είναι η Ουσία και Νοημοσύνη του Θεού.
Το σύμπαν της δημιουργίας είναι περιτριγυρισμένο από τον Θεό, την Ουσία και Νοημοσύνη Του και είναι εμποτισμένο και διάχυτο από Εκείνον, διότι δεν μπορεί να υπάρχει «μηδέν/τίποτα» μέσα σ’ Εκείνον ή έξω από Εκείνον. Η καταγωγή και κατάλυση του σύμπαντος επίσης είναι η Πρωτουσία και η ανεπίγνωστη Νοημοσύνη Του.
Το σύμπαν της δημιουργίας είναι εξ αρχής πλασμένο από την θεϊκή Πρωτουσία και θεϊκή Παντοδυναμία και περιτριγυρίζεται και πλέει όλη την ώρα μέσα σ’ Εκείνη.
Γιατί επιμένουν τόσο εμμονικά οι θεολόγοι κλπ. στη δημιουργία εκ μηδενός και όχι εκ της θείας Πρωτουσίας καθαυτής; Διότι φοβούνται τον «παν(εν)θεϊσμό», δηλαδή ακριβώς την παμπαρουσία (την πανταχού παρουσία) του Θεού.
Διότι, αφού ο Θεός είναι πανταχού παρών και τα πάντα πληρών, τότε οι παγανιστές και ειδωλολάτρες έχουν δίκιο να λατρεύουν αγάλματα από ξύλο ή πέτρα ή μέταλλο, βράχους, δέντρα, ποτάμια κλπ. (όπως οι χριστιανοί τα εικονίσματα και αγαλματίδια). Λατρεύουν τον Ύψιστο Κύριο μέσα σ’ αυτά.
Τότε είναι και σ’ εσένα. Πώς και δεν το ξέρεις;
Ο Θεός είναι πανταχού παρών και μπορεί να λατρεύεται παντού, ή δεν είναι!