Οι απεργοί είναι όλοι χαιρέκακοι, μοχθηροί και, όταν διαδηλώνουν καταλαμβάνοντας τους δρόμους και τις πλατείες κι εμποδίζοντας άλλους πολίτες να επιδοθούν στις νόμιμες δραστηριότητές τους, γίνονται εγκληματίες. Τα μέλη όλα της κυβέρνησης (και ο/η Πρόεδρος Δημοκρατίας) καθώς και οι βουλευτές όλοι επίσης γίνονται εγκληματίες καθώς επιτρέπουν τις παρανομίες των απεργών.
Εργαζόμενοι που έχουν δικαιολογημένο παράπονο σχετικά με τη δουλειά τους ας κάνουν απεργία, παρότι ο συνήθης τρόπος είναι επιζήμιος και για τους ίδιους. Υπάρχουν άλλοι τρόποι. Μα δεν έχουν καμιά δικαιολογία πέραν της κακόβουλης νοοτροπίας τους και κανένα δικαίωμα να εμποδίζουν άλλους πολίτες στις δραστηριότητές τους.
Το ΚΚΕ και οι μπρατσάκηδες του, απολιθώματα του 20ου αιώνα (και φαινόμενα σε μπανανίες) μας έχουν συνηθίσει σε τέτοιες παρανομίες. Όπως και η δειλία και άγνοια των διαδοχικών κυβερνήσεων δεξιών, σοσιαλιστικών, κεντρώων, αριστερο-φασιστικών κ.λπ., που δεν εφαρμόζουν τους υφιστάμενους νόμους για την προστασία των πολιτών τους. Βέβαια, και οι πολίτες πάσχουν από άγνοια, είτε εγγενή είτε αποκτημένη, αφού επιτρέπουν τέτοιες ενέργειες από απεργούς αντί να οργανωθούν και να τους εκδιώξουν μα και αφού επιλέγουν τέτοια εκτρώματα ανθρώπων να κυβερνούν.
Βλέπουμε την ίδια δραματική φάρσα να ξετυλίγεται τον Φεβρουάριο ’24 με τους αγρότες που καταλαμβάνουν «συμβολικά» τους δρόμους (εθνικούς και μη) και να εισβάλουν στις μεγάλες πόλεις, Θεσσαλονίκη και Αθήνα, ενώ οι πολιτικοί κάνουν την πάπια. Γράφει ένας νουνεχής δημοσιογράφος , ο Κώστας Καλλίτσης (Καθημερινή 16/2/24):
Επί 10ετίες επαναπαυόμαστε στα εύκολα λεφτά που εισπράττουμε από τις Βρυξέλλες και αρνούμαστε να σχεδιάσουμε ένα σύγχρονο μοντέλο αγροτικής παραγωγής, να αποφασίσουμε τι είδους αγροτική οικονομία θέλουμε, τι θέλουμε να παράγουμε. Δεν ενδιαφέρει πώς θα αξιοποιήσουμε τα κονδύλια της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής, το μόνο που μας καίει είναι πόσα/πόσο γρήγορα θα απορροφήσουμε – ό,τι, δηλαδή, γίνεται και με τα ΕΣΠΑ και με το ΤΑΑ. Τελευταία απόδειξη: στο πλαίσιο της ΚΑΠ 2023-27, η Ελλάδα έπρεπε να υποβάλει ένα στρατηγικό σχέδιο για την αγροτική οικονομία της. Υπέβαλε, το 2022, ένα αδιάφορο ευχολόγιο γραμμένο στο πόδι – και η Κομισιόν μας το επέστρεψε με 475 παρατηρήσεις.
Μέχρι πριν από λίγα χρόνια, η Ελλάδα ισχυριζόταν ότι καλλιεργούνται τόσα ελαιόδεντρα όσα αν φυτεύαμε και… τη θάλασσα – το Ικάριο, το Κρητικό και το Καρπάθιο Πέλαγος μαζί. Τώρα οι ευρωπαϊκές υπηρεσίες μας έχουν στοχοποιήσει για τα αιγοπρόβατα: έχουμε την υποχρέωση να κάνουμε σχέδια βόσκησης, να χαρτογραφήσουμε τα βοσκοτόπια, έτσι ώστε να γίνεται διασταύρωση της έκτασης με τον αριθμό των αιγοπροβάτων και να αποτρέπεται η κλοπή επιδοτήσεων. Εχουμε εισπράξει κάποια εκατ. για τις σχετικές μελέτες, αλλά μέχρι στιγμής δεν έχουν γίνει πολλά και οι Βρυξέλλες ρίχνουν ευθύνες για την ακατανόητη καθυστέρηση στον αρμόδιο υπουργό – και βουλευτή Κρήτης
Αλλά πέρα από τέτοιες «παρενέργειες», το πρόβλημα είναι επί της ουσίας, είναι μεγάλο, είναι πρόβλημα παραγωγικότητας. Περίπου το 50% της καλλιεργήσιμης ελληνικής γης καλλιεργείται με σιτάρι, σίκαλη, κριθάρι, καλαμπόκι, με προϊόντα δηλαδή που αποδίδουν 100-200 ευρώ/στρέμμα, ενώ πολύ μεγάλο μέρος της θα μπορούσε να έχει θερμοκήπια, με καλλιέργειες που αποδίδουν 20.000-30.000 ευρώ/στρέμμα. Eτσι φτάσαμε να εισάγουμε κάθε χρόνο κηπευτικά αξίας περίπου 2 δισ. ευρώ – κυρίως από Ολλανδία και Βέλγιο.
Το ζουμί είναι στην τελευταία παράγραφο. Οι αγρότες απεργούν μα δεν ξέρουν ακριβώς τι να ζητήσουν για να βελτιώσουν την κατάσταση. Η κυβέρνηση δεν νοιάζεται να δουλέψει και να σχεδιάζει. Συνεχίζουν με τις στείρες συνήθειες του καλού παλιού καιρού με χορηγίες κι επιδοτήσεις και πονηριές και ψευτιές!