Νικόδημος
Ξεκινώ με τον Κ. Θ. Δημαρά :
Άμα διαβάσει κανείς ένα διήγημα του Παπαδιαμάντη, θέλγεται και από το υλικό και από το παρουσίασμα· άμα διαβάσει δύο, η εντύπωση ελαττώνεται· άμα διαβάσει κανείς πολλά, η αγαθή εντύπωση σβήνει, όχι μόνο εξαιτίας της μονότροπης τεχνικής, αλλά γιατί ξαναβρίσκει συχνά τα ίδια θέματα και τα ίδια μοτίβα: ούτε εξέλιξη, ούτε καν ανανέωση. Ένας κόσμος κλειστός, ευχάριστος στην πρώτη επαφή και αποπνικτικός στην διάρκειά του. […] Ύφος, έκφραση, γλώσσα σχεδόν τυχαία· καμιά επίτευξη στην κατεύθυνση αυτή. Η παρεμβολή του αφηγητή γίνεται βαριά και αδέξια: ψυχρά λογοπαίγνια, αναφορές σε περιστατικά που πρόκειται να ακολουθήσουν, πρωθύστερα, παρενθέσεις, αποσιωπητικά, επιφωνήματα, όλες οι ουλές όσες αφήνει στον λόγο η προχειρογραφία, ξαναβρίσκονται αδιάκοπα στο έργο του. […]
Ο Παπαδιαμάντης διαβάζεται εύκολα από ανθρώπους που δεν έχουν συνηθίσει στην καλή ποιότητα και δεν απαιτεί κανενός είδους προπαρασκευή· η γενιά, που τιμούσε τον Σουρή για μεγάλο ποιητή, επόμενο είταν να τιμήσει για μεγάλο πεζογράφο τον Παπαδιαμάντη: το νόημα της τέχνης υπάρχει μόνο στην άλλη παράταξη, που μοχθεί για να δημιουργήσει, που παλεύει ανεβαίνοντας αργά ανάμεσα στην αδιαφορία του κοινού και στην αποδοκιμασία των λογίων όσοι νομίζουν πως κρατούν την παράδοση.
(Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας. Από τις πρώτες ρίζες ως την εποχή μας, Εκδόσεις «Γνώση», Αθήνα 2000, 9η έκδ, σελ 501-502.)
Συμφωνώ με το ότι “όλες οι ουλές όσες αφήνει στον λόγο η προχειρογραφία, ξαναβρίσκονται αδιάκοπα στο έργο του”. Επίσης, “άμα διαβάσει κανείς πολλά, η αγαθή εντύπωση σβήνει, όχι μόνο εξαιτίας της μονότροπης τεχνικής, αλλά γιατί ξαναβρίσκει συχνά τα ίδια θέματα και τα ίδια μοτίβα: ούτε εξέλιξη, ούτε καν ανανέωση. Ένας κόσμος κλειστός, ευχάριστος στην πρώτη επαφή και αποπνικτικός στην διάρκειά του.” Αλλά υπάρχουν, όπως έδειξα (άρθρα Π274γ και Π274δ. Αλ. Παπαδιαμάντης (4), και πολύ ωραία διηγήματα.
Από την άλλη έχουμε τον Οδυσσέα Ελύτη να εκθειάζει τον Αλ. Παπαδιαμάντη – στο Άξιον Εστί (1959), Ὅπου καὶ νὰ σᾶς βρίσκει τὸ κακό, ἀδελφοί ὅπου καὶ νὰ θολώνει ὁ νοῦς σας μνημονεύετε Διονύσιο Σολωμὸ καὶ μνημονεύετε Ἀλέξανδρο Παπαδιαμάντη”.
Αναμφίβολα επηρεάστηκε σε κάποιο βαθμό από τον ΑΠ. Για παράδειγμα βλέπει την “Τρελή ροδιά” σαν κορίτσι γεμάτο έρωτα και ποκιλόμορφη ζωή όπως είδε ο ΑΠ τη Βασιλική Δρυ (= βαλανιδιά) σαν θεά ερωτική (Υπό την βασιλικήν δρυν” 1901, από τα χειρότερα του ΑΠ). Ίσως μάλιστα στο Άξιον Εστί (Τα Πάθη) το απόσπασμα –
Ανοίγω το στόμα μου κι αναγαλλιάζει το πέλαγος
και παίρνει τα λόγια μου στις σκοτεινές του τις σπηλιές
και στις φώκιες τις μικρές τα ψιθυρίζει
τις νύχτες που κλαιν των ανθρώπων τα βάσανα.
να απηχεί το ποιηματάκι στο τέλος του διηγήματος “Το μοιρολόγι της φώκιας” (το οποίο εξέτασα αναλυτικά επισημαίνοντας τις φοβερές ανακολουθίες και ασυμφωνίες του στο Π274):-
Αυτή ήτον η Ακριβούλα/ η εγγόνα της γρια-Λούκαινας.
Φύκια ‘ναι τα στεφάνια της,/ κοχύλια τα προικιά της…
κι η γριά ακόμη μοιρολογά/ τα γεννοβόλια της τα παλιά.
Σαν να ‘χαν ποτέ τελειωμό/ τα πάθια κι οι καημοί του κόσμου.
Ο Ελύτης έγραψε και το Η Μαγεία του Παπαδιαμάντη (1977, επανεκδ 1996). Επειδή δεν βρίσκω στον Αλ. Παπαδιαμάντη καμιά αξιόλογη “μαγεία” και βρίσκω τις υπερβολές κι εξάρσεις του Ελύτη πολύ ανιαρές δεν έχω διαβάσει τη μελέτη του και δεν θα τη διαβάσω. Να ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα:
Nα πού βρίσκεται η αληθινή μαγεία του Παπαδιαμάντη. Δε ζητά να τεντώσει τα νεύρα μας, να σείσει πύργους και να επικαλεστεί τέρατα. Οι νύχτες του, ελαφρές σαν το γιασεμί, ακόμη κι όταν περιέχουν τρικυμίες, πέφτουν επάνω στην ψυχή μας σαν μεγάλες πεταλούδες που αλλάζουν ολοένα θέση, αφήνοντας μια στιγμή να δούμε στα διάκενα τη χρυσή παραλία όπου θα μπορούσαμε να ‘χαμε περπατήσει χωρίς βάρος, χωρίς αμαρτία. Είναι εκεί που βρίσκεται το μεγάλο μυστικό, αυτό το “θα μπορούσαμε” είναι ο οίακας που δε γίνεται να γυρίσει, μόνο μας αφήνει με το χέρι μετέωρο ανάμεσα πίκρα και γοητεία, προσδοκώμενο και άφταστο. “Σα να ‘χανε ποτέ τελειωμό τα πάθια και οι καημοί του κόσμου“…
Μεταφέρω τη συνοπτική περιγραφή της Σωτηρία Βασιλείου (Διαδίκτυο):
Στο εκτενές δοκίμιό του Οδυσσέα Ελύτη (….) ο Σκιαθίτης σκιαγραφείται σύμφωνα με το πρότυπο του Έλληνα. «Οι Έλληνες στα σκοτεινά δείχνουν τον δρόμο» και ο Παπαδιαμάντης αποτελεί ένα από τα πιο φωτεινά σημεία «σ’ αυτόν τον κόσμο τον μικρό, τον μέγα», στο σύμπαν των «λευκοφόρων την διάνοιαν». Στη μελέτη του ποιητή τα λάθη, οι παραλείψεις, τα κενά, οι αντιφάσεις, οι αδυναμίες και οι ελλείψεις του δημιουργού και του έργου δεν αποσιωπώνται. Ωστόσο ο Ελύτης σπεύδει άλλοτε να τα δικαιολογήσει και άλλοτε να τους προσδώσει ένα ειδικό νόημα, μια συγκεκριμένη λειτουργία στο παπαδιαμαντικό σύμπαν. Θεμελιώδες χαρακτηριστικό του Παπαδιαμάντη ορίζεται η αθωότητα, της οποίας το «λευκό σημάδι» και τη λάμψη διασώζει ακέραια στο έργο του όπως ακριβώς και οι Πλωτίνος, Ρωμανός Μελωδός, Fra Angelico, Bleke, Vermeer, Shelley και Θεόφιλος. Η αγνότητα του παπαδιαμαντικού κόσμου με τους αγρότες, τους ναυτικούς, την ένδεια, το μόχθο αλλά και το πλεόνασμα του θαύματος, την εντυπωσιακή φυσικότητα και την αισθησιακή αγνότητα αντιπαραβάλλεται με το φτιασίδωμα και την υποκρισία της περιρρέουσας κατάστασης. Στο πλαίσιο αυτό οι ζωντανές παραδοσιακές εικόνες που σώζει από τη φθορά του χρόνου ο Παπαδιαμάντης κρίνονται ως μείζονος σπουδαιότητας από τις δωρεές του Συγγρού! Η πλούσια ηθική και σημασιολογική του διάσταση του παπαδιαμαντικού έργου προβάλλονται ως εχέγγυα αφθαρσίας στο χρόνο. Στις δεκαετίες που ακολούθησαν το θάνατο του Παπαδιαμάντη «τ’ αντιστύλια του οικοδομήματός του» έπεσαν. Ωστόσο το πνεύμα του Σκιαθίτη επιβίωσε και η μορφή του παράμεινε υποβλητική. Η ευρεία σημασιολογία διασφάλισε στο κείμενό του αξιοζήλευτη ευελιξία, ώστε να παραμένει ενεργό κι εναργές, απαντώντας στα ερωτήματα των νέων καιρών. (Εδώ βλέπω πολλές σαχλαμάρες – τονισμένες· τις έχω εξετάσει μερικώς στο Π274γ και θα τις επανεξετάσω αργότερα.)
Ο Σεφέρης επίσης εγκωμίασε τον ΑΠ: «Ο Παπαδιαμάντης είναι ο πιο μεγάλος πεζογράφος της νέας ελληνικής λογοτεχνίας», έγραψε το 1943 για να τον συγκαταλέξει λίγα χρόνια αργότερα (1952) ανάμεσα στους μεγάλους Έλληνες ποιητές. Κάπου, επίσης, ο Σεφέρης τοποθετεί την πρόζα του Παπαδιαμάντη πλάι στον Μακρυγιάννη: “Ο Μακρυγιάννης εἶναι ὁ πιὸ σημαντικὸς πεζογράφος τῆς νέας Ἑλληνικῆς Λογοτεχνίας, ἂν ὄχι ὁ πιὸ μεγάλος, γιατί ἔχομε τὸν Παπαδιαμάντη”. Μα οι κριτικές απόψεις του Σεφέρη μου είναι απαράδεκτες στην επιπολαιότητά τους, όπως έχω δείξει σε προηγούμενα άρθρα (Π268 και Π272).
Η πρόζα του Αλ. Παπαδιαμάντη είναι παντελώς άσχετη με το ρεύμα της γλώσσας του Σολωμού, του Μαβίλη, του Καρκαβίτσα, του Ξενόπουλου, του Βενέζη και δοκιμογράφων όπως ο ίδιος ο Σεφέρης, μα και της Δημοτικής. Επίσης, αυτό είναι θέμα γλώσσας και θα αφεθεί για μελλοντικό εκτενές άρθρο.