Tου Πασχου Μανδραβελη
Η είδηση έρχεται από τον μακρινό (παραγωγικά) Βορρά και από χώρες που ακόμη μας δανειοδοτούν για να πορευόμαστε: «Διασώθηκε από τη χρεοκοπία ο σκανδιναβικός αερομεταφορέας της SAS, εφόσον και τα οκτώ συνδικάτα των εργαζομένων (από τη Νορβηγία, τη Σουηδία και τη Δανία) συμφώνησαν σε νέο πλαίσιο συλλογικών συμβάσεων. Θα περικοπούν θέσεις εργασίας, καθώς και οι αποδοχές και οι συντάξεις τους, ευελπιστώντας ότι θα καταστεί εφικτή η αποκατάσταση της κερδοφορίας και της ανταγωνιστικότητας της SAS. Στον αερομεταφορέα συμμετέχουν κατά το ήμισυ του μετοχικού του κεφαλαίου οι κυβερνήσεις της Σουηδίας, της Νορβηγίας και της Δανίας. Επιπλέον θα παγώσει ο μισθός 600 ατόμων από το ιπτάμενο προσωπικό έως το 2014 και θα αυξηθεί το όριο συνταξιοδότησης στα 65 έτη» («Καθημερινή» 20.11.2012).
Μπορούμε να φανταστούμε τι θα γινόταν στην Ελλάδα αν ένας ημικρατικός οργανισμός ήταν στα πρόθυρα πτώχευσης; Κατ’ αρχήν τα συνδικάτα όχι μόνο δεν θα συμφωνούσαν στις περικοπές, αλλά δεν θα πήγαιναν καν στον διάλογο διότι «είναι προσχηματικός, προκειμένου να νομιμοποιήσει προειλημμένες αποφάσεις».
Οι «προειλημμένες αποφάσεις» για τις οποίες μιλούν πάντα οι συνδικαλιστές είναι η οικονομική πραγματικότητα. Αυτή λέει ότι όταν μια επιχείρηση έχει ζημιές και η αγορά είναι πεσμένη υπάρχουν δύο «προειλημμένες» προοπτικές: ή θα περικόψει δαπάνες ή θα κλείσει. Με αγωνιστικό φρόνημα υψηλό οι συνδικαλιστές μας θα φρόντιζαν για τη δεύτερη λύση. Θα επισκέπτονταν τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης, ο οποίος θα έβγαζε έναν δεκάρικο για τα απαράγραπτα κεκτημένα των εργαζομένων, ενώ θα υποσχόταν ότι όταν έλθει εν τη βασιλεία του, όχι μόνο δεν θα περικόψει μισθούς, αλλά θα δώσει και αυξήσεις.
Κατόπιν οι πρόεδροι των πολλών σωματείων του αερομεταφορέα μας θα ηγούντο μιας μεγάλης διαδήλωσης (5-10 χιλιάδων) που θα νέκρωνε το κέντρο της Αθήνας. Θα τους έπαιζαν τα κανάλια και θα έκαναν δηλώσεις «για τις εγκληματικές παραλείψεις του πολιτικού συστήματος που οδήγησαν τον αερομεταφορέα σε χρεοκοπία έτσι ώστε να τον πουλήσουν φθηνά». Μόλις θα τέλειωναν το αγωνιστικό τους καθήκον -και με την προϋπόθεση ότι την πορεία δεν θα ακολουθούσαν τα «καλόπαιδα με τα μαύρα» για να κάνουν λαμπόγυαλο το κέντρο της Αθήνας- θα κατέφευγαν σε κάποιο ουζερί για να συζητήσουν τις προοπτικές του αγώνα.
Την επόμενη μέρα, και έπειτα από πολλές εκκλήσεις (δηλαδή, παρακάλια) για διάλογο, θα πήγαιναν στον υπουργό. Στις εποχές που δανεικά υπήρχαν ο υπουργός θα παρουσίαζε ένα «σχέδιο εξυγίανσης» με λεφτά των φορολογουμένων. Θα έδινε γενναία μπόνους και μεγάλες συντάξεις σε σαραντάρηδες για πρόωρη συνταξιοδότηση, λεφτά που θα γίνονταν κρατικό έλλειμμα και χρέος.
Αν πάλι -όπως τώρα- δανεικά δεν υπήρχαν, ο αγώνας θα συνεχιζόταν μέχρις εσχάτων της εταιρείας. Οταν αυτή αναγκαστικά θα έκλεινε, θα έκαναν πάλι επαναστατικές δηλώσεις για τις «χιλιάδες των εργαζομένων που έμειναν στον δρόμο». Θα επισκέπτονταν και πάλι τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης ο οποίος τους θα τους υποσχόταν ότι θα ξανανοίξει την εταιρεία περνώντας ένα νομοσχέδιο με ένα άρθρο.
Θυμίζουν κάτι όλα αυτά; Είναι η πρόσφατη ιστορία του ελληνικού συνδικαλισμού, ενός από τους βασικούς πυλώνες της ελληνικής χρεοκοπίας.
Πηγή: Καθημερινή