1. Στην πραγματεία Λογικο-Φιλοσοφική (1921) ο Λ. Βίτγκενσταϊν δηλώνει στο 4.111 πως «η Φιλοσοφία δεν είναι μια από τις φυσικές επιστήμες» και στο 4.112 πως «η Φιλοσοφία αποσκοπεί στη λογική αποσαφήνιση σκέψεων».
Η αποσαφήνιση σκέψεων απαιτεί οπωσδήποτε μια κριτική εξέταση της χρήσης της γλώσσας, ειδικά στη φιλοσοφική περιοχή όπου συχνότατα «οι προτάσεις και ερωτήσεις είναι όχι ψευδείς μα α-νόητες (unsinning)» (στο 4.003).
Στο 2.0201 – «κάθε σύνθετη πρόταση (ή πρόταση για σύνθετα γεγονότα) μπορεί να αναλυθεί σε προτάσεις (απλές) των μελών έτσι που να περιγράφουν πλήρως τα σύνθετα».
Στο 3.3 «Μόνο η πρόταση έχει νόημα και μόνο στα συμφραζόμενα της μπορεί μια λέξη (ή ονομασία) να έχει νόημα».
Η πραγματικότητα αποτελείται από σύνθετα γεγονότα και σύνθετες καταστάσεις που απαρτίζονται από απλές καταστάσεις που αναλύονται τελικά σε απλά πράγματα. Και τα τρία επίπεδα (σύνθετα, απλά γεγονότα, αντικείμενα) δηλώνονται αντίστοιχα από σύνθετες προτάσεις, απλές και ονόματα.
2. Κι έτσι ο Βίτγκενσταϊν διατύπωσε την «απεικονιστική» θεωρία του νοήματος όπου το νόημα μιας λέξης αντιπροσωπεύει/περιγράφει το ον/πράγμα που αναφέρει (π.χ. σκύλος).
Εκτός όμως από ονόματα όπως «σκύλος, σπίτι, στόμα» που απεικονίζουν υλικές μορφές υπάρχουν και λεκτικά μόρια που απλώς βοηθούν στη σύνταξη προτάσεων, όπως «θα, ή, και, όχι» και παρόμοια.
Υπάρχουν και λέξεις όπως «Θεός, καλός, ευγενικός» κλπ που δεν εικονίζουν κάτι αισθητό ούτε έχουν βοηθητική λειτουργικότητα αλλά εκφράζουν ή δείχνουν κάποιο βίωμα μας. Αυτές ανήκουν στην σφαίρα του μυστικού και άρρητου: αυτά τα φαινόμενα «δεν μπορούν να καταδειχθούν με λέξεις. Απλώς εκδηλώνονται: είναι ό,τι ανήκει στο(ν) μυστικ(ισμ)ό» 6.522.
Με τέτοιες σκέψεις και αναλύσεις σε στυλ αφοριστικό ο Βίτγκενσταϊν νόμισε πως είχε λύσει όλα τα προβλήματα της Φιλοσοφίας! Και δυστυχώς πάμπολλοι ανερμάτιστοι πανεπιστημιακοί το πίστεψαν και το διέδωσαν!
3. Στα επόμενα 20 χρόνια περίπου ο Βίτγκενσταϊν αναθεώρησε την πεποίθησή του πως είχε λύσει όλα τα προβλήματα και τροποποίησε αρκετές από τις αντιλήψεις του, δίχως όμως να αποφύγει αμφισημία, σκοτεινότητα και αντιφάσεις, πάλι, στο κυριότερο έργο του ΦΕ (Φιλοσοφικές Έρευνες) και δίχως να συνειδητοποιήσει πως πολλές από τις υγιέστερες ιδέες του είχαν επισημανθεί πολύ νωρίτερα από άλλους. Για τα θέματα αυτά θα γράψω στο επόμενο σημείωμα.
Στη δεκαετία 1930 έγραψε τα Φιλοσοφικές Παρατηρήσεις, Γαλάζιο Βιβλίο, Καφετί Βιβλίο και άλλα έργα (που δημοσιεύθηκαν μετά θάνατο, Απρ. 1951). Σε αυτά εμφανίζονται σε σπερματική μορφή τα διανοήματα των ΦΕ.
Μια πρώτη βασική ανακάλυψή του ήταν πως λέξεις που δηλώνουν υλικά και αδιαμφισβήτητες υπάρξεις, μορφές, έννοιες, όπως «πατέρας, υιός», δεν έχουν και την ίδια σημασία για όλους τους ανθρώπους. Στην οικογένεια έχουν μια άλφα σημασία, σε ένα νομικό έγγραφο ίσως έχουν άλλη και σίγουρα έχουν άλλη για ευσεβείς χριστιανούς με τα δόγματά τους.
4. Έτσι ο Βίτγκενσταϊν διατύπωσε την νοηματική θεωρία του της γλώσσας.
Στο ΦΕ/43 γράφει «Για μια μεγάλη τάξη περιπτώσεων όπου χρησιμοποιείται η λέξη ‘έννοια/σημασία’, αλλά όχι για όλες, αυτή μπορεί να εξηγηθεί ακολούθως: η σημασία μιας λέξης είναι η χρήση (Gebrauch) της στη γλώσσα».
Στο 90 γράφει: «Η έρευνά μας είναι της γραμματικής φύσης. Τέτοια έρευνα φωτίζει το πρόβλημα ξεκαθαρίζοντας τις παρανοήσεις – παρανοήσεις σχετικά με τη χρήση λέξεων… ».
Πολύ νωρίτερα στο ΦΕ ο Βίτγκενσταϊν είχε αναφερθεί στην βασική ιδέα του γλωσσικού παιγνίου (ΦΕ 7): αυτό αφορά κύκλους ή τομείς δραστηριοτήτων όπως των οικοδομών (ΦΕ 2), φυσικών, χριστιανών, και τη λίστα που βρίσουμε στο 23 – καθημερινά γεγονότα, παίζοντας θέατρο, τραγουδώντας, μεταφραστικά και παρόμοια.
Αυτά τα ονομάζει και μορφές ζωής. Και σε κάθε περίπτωση λειτουργούν κανόνες που όμως διαφέρουν από σύστημα σε σύστημα παιγνίου.
Έτσι δεν πρέπει να ψάχνουμε για έναν πυρήνα σημασίας σε μια λέξη αλλά να ακολουθούμε τις χρήσεις της μέσα από «ένα δίκτυο ομοιοτήτων που διασταυρώνονται και αλληλο–υπερκαλύπτονται» (65). Με αυτά και ‘παίγνιο’ ο Βίτγκενσταϊν υποδείχνει αυτό που οι γλωσσολόγοι ονόμασαν «ιδίωμα/κατάλογο(register)/ορολογία/τάξη/ύφος’.
5. Έτσι ο Βίτγκενσταϊν, δίχως να έχει μεταναστεύσει εγκαταλείποντας ολότελα την αρχική του αντίληψη μετακινήθηκε σε μια φιλοσοφική θεώρηση της γλώσσας – όχι πολύ διαφορετική από αυτή των γλωσσολόγων. Δεν είναι πλέον συμπαγής και μονοσήμαντη αλλά ένα συνονθύλευμα διαλέκτων (γλωσσικών παιγνιδιών) που χρησιμοποιούνται σε διαφορετικές μορφές ζωής – διαφορετικούς ομίλους ανθρώπων, επιστημόνων ή ποιητών, δικηγόρων ή ναυτικών, πλουσίων ή φτωχών κλπ.
Τα λάθη στη Φιλοσοφία, ισχυρίζεται ο Βίτγκενσταϊν, οφείλονται σε σύγχυση καθώς μπερδεύονται οι σημασίες που ισχύουν σε διαφορετικά γλωσσικά παίγνια, ή χρησιμοποιούνται στο άλφα παίγνιο κανόνες που διέπουν το βήτα.
Όπως διαφορετικά εργαλεία χρησιμοποιούνται για διαφορετικές εργασίες έτσι και οι λέξεις έχουν διαφορετικές χρήσεις.
6. Για να διορθωθούν τα φιλοσοφικά σφάλματα πρέπει λοιπόν να απαλλαγούμε από τις συγχύσεις των γλωσσικών παιχνιδιών.
Έτσι η Φιλοσοφία γίνεται μια γραμματική (=γλωσσολογική) έρευνα καθώς ασχολείται με την εννοιολογική διερεύνηση ή τη σημασιολογική ανάλυση γλωσσικών προτάσεων.
Το 1931 είχε ήδη γράψει: «Η γλώσσα βάζει τις ίδιες παγίδες για τον καθένα. Είναι ένα τεράστιο δίκτυο ευπρόσιτων λάθος-στροφών… Επομένως στήνω σηματοδότες όπου υπάρχουν λάθος στροφές ώστε οι άνθρωποι να περνούν τα επικίνδυνα σημεία.»
Όπως θα δούμε, η όλη θεώρηση του Βίτγκενσταϊν είναι η ίδια σοβαρά συγκεχυμένη.