Π272: Θεωρητική του Σεφέρη (3)

Π272: Θεωρητική του Σεφέρη (3)

- in Ποίηση
0

Σε προηγούμενο εξέτασα μερικά στοιχεία στη θεωρητική προσέγγιση του Σεφέρη. Δυστυχώς βρίσκω πως δεν μιλά ευθέως κι έντιμα. Και συνεχίζω…

5. “Η ποίηση είναι λογοτεχνία προφορική” μας βεβαιώνει.

Ήταν.

Μπορεί σήμερα (ή έστω τη δεκαετία 1930) οι ποιητές να διάβαζαν ορισμένα ποιήματά τους σε ορισμένα ακροατήρια. Αλλά δεν συνέθεταν τα ποιήματα εκείνη την ώρα. Όταν η ποίηση ήταν όντως προφορική, οι ποιητές συνέθεταν τα ποιήματα εκείνη την ώρα ή τα επαναλάμβαναν χωρίς χειρόγραφα. Η απαγγελία ήταν συνήθως τραγουδιστή – στην Ελλάδα, στην Ινδία, στην Κίνα και αλλού. Έτσι γεννήθηκαν τα μεγάλα επικά και διδακτικά ή μικρότερα διασκεδαστικά ποιήματα κι αινίγματα. Από τους βάρδους.

Ποιος είναι βάρδος σήμερα και συνθέτει καθώς απαγγέλλει;… Και πώς απαγγέλλουν;…

 Όποιος κι αν το κάνει διαβάζοντας το κείμενο, απαγγέλλει με σχεδόν πάντα ημι-επίσημο, συχνά στομφώδες ύφος, και πένθιμο, αν το κείμενο θεωρείται σοβαρό.

Δεν λέει την αλήθεια ο Σ όταν γράφει πως στην αρχαιότητα οι ποιητές απευθύνονταν σε λίγους (σ 151). Οι βάρδοι απευθύνονταν σε μεγάλες συναθροίσεις είτε στο παλάτι είτε στην πλατεία του χωριού απαγγέλλοντας κάποιο ποίημα-τραγούδι από τους γνωστούς κύκλους ποιημάτων–τραγουδιών ή συνθέτοντας νέο εκείνη την ώρα.

Το Μυθιστόρημα, το Βασιλιάς της Ασίνης, το Κίχλη – τα απήγγειλε σε ακροατήριο όταν τα συνέθετε ο Σ, ή τα δούλευε σβήνοντας και διορθώνοντας στο γραφείο του;

Το Μυθιστόρημα γράφτηκε σε ένα έτος, Δεκ. 1933 – Δεκ. 1934. Το Ο Βασιλιάς της Ασίνης του πήρε ενάμιση χρόνο από το 1938 ως το 1940.

Όταν δε απαγγέλλει σε ηχογράφηση διάφορα ποιήματα, τα εκφωνεί απ’ έξω ή τα διαβάζει;…

Ποιος έχει τόσο συγκεντρωμένη την προσοχή του ώστε να παρακολουθήσει αποσπάσματα καθώς απαγγέλλονται, ας πούμε από το Κίχλη – στίχους 21 (Δεν ξέρω πολλά πράγματα από σπίτια…) ως 39 (… κάτω απ’ τη σκάλα.) ή τον διάλογο του ηδονικού Ελπίνορα με τη γυναίκα, στίχοι 1-60;…

Τέτοιες θεωρίες είναι δίχως καμιά αξία. Όμως δίνουν ζωή στους ποιητικούς κύκλους που στις μέρες μας αποτελούνται όχι από πραγματικούς φιλότεχνους με εκλεπτυσμένο και απαιτητικό γούστο για το ωραίο, το καλό, το βαθυστόχαστο, το συναρπαστικό… .

6. Καλώς παραθέτει ο Σ τη γνώμη του Έλιοτ πως “η ποιητική ικανότητα είναι σπάνια” και ακόμα πιο σπάνια συνδυασμένη με τη μυστικιστική ικανότητα (σ 26).

Κακώς όμως αντιγράφει – “Η πρόοδος ενός καλλιτέχνη είναι μια διαρκής αυτοθυσία, μια διαρκής απόσβεση της προσωπικότητας” (σ 43). Και αργότερα – “Ο τεχνίτης, μια και θέτει το έργο του πάνω απ’ όλα, οφείλει να καταστρέψει το άτομο του χάριν του έργου του” (σ 344). Και, πάρα πέρα, ότι “Τίποτε μεγάλο δεν δημιουργήθηκε χωρίς να αναλωθεί ο δημιουργός ολόκληρος στο έργο”.

Αυτές οι αντιλήψεις είναι πλατιά διάχυτες – ιδίως στους “καλλιτέχνες, διανοούμενους” και “ανθρώπους του πνεύματος” στην Ελλάδα μας.

Είναι όμως εντελώς ανυπόστατες μεγαλοστομίες, ή πιο απλά, σαχλαμάρες . Από όσο ξέρω ούτε ο Ντα Βίντσι, ούτε ο Σαίξπηρ, ο Μίλτον, ο Ρέμπραντ, ο Βιβάλντι, ο Μότσαρτ, ο Γκαίτε, ο Τολστόι, ο Έλιοτ, ή ο ίδιος ο Σεφέρης, για να αναφέρω μερικούς, αναλώθηκαν και κατέστρεψαν το άτομό τους χάριν των έργων τους. Ούτε την ώρα της δημιουργίας.

Αν μερικοί πέθαναν νωρίς ή/και σε στέρηση (Caravaggio, Marlow, Mozart, Schubert, Rimbaud κλπ), αυτό οφειλόταν σε ασωτία, κακή διαβίωση και άλλες συνθήκες και όχι λόγω καλλιτεχνικής ανάλωσης. Διότι πολλοί άλλοι άρχισαν την καλλιτεχνική τους καριέρα σε πολύ μεγάλη (συγκριτικά) ηλικία – ο Αισχύλος, ο Σαιξπήρος κλπ.

Εξαρτάται, βέβαια, και το πώς αντιλαμβανόμαστε αυτές τις λέξεις, – αυτοθυσία, καταστροφή του ατόμου, ανάλωση κλπ.

Τελειώνω με μια φοβερή έλλειψη στη θεωρητική πανοπλία του Σ. Γράφει – “Υπάρχουν, φαντάζομαι, [προσέξτε πάλι αυτήν τη θωράκιση,] καλοί και κακοί ποιητές…” (σ 45).

Ναι υπάρχουν και όλοι το ξέρουμε. Πώς κρίνουμε όμως; Το ότι κάποιος/κάποια θεωρείται από τον ποιητικό κύκλο “καλός” δεν σημαίνει πως είναι καλός: ούτε γιατί πήρε ακαδημαϊκά βραβεία, ούτε καν το Νόμπελ, ούτε γιατί μεταφράστηκε σε 12 γλώσσες.

Πάνω σε αυτό το πιο κρίσιμο και σημαντικό θέμα ο Σ δεν λέει τίποτα αξιοπρόσεκτο και σε άλλο άρθρο εξετάζω την κριτική του για ορισμένα ποιήματα (άλλων, εννοείται). Ίσως να υποπτεύεται, όπως ο Έλιοτ, πως “η ποιητική ικανότητα είναι σπάνια”, τόσο σπάνια που στην εποχή μας είναι (σχεδόν) ανύπαρκτη.

7. Επανέρχομαι στο ερώτημα με το οποίο έκλεισα του προηγούμενου άρθρου: γιατί οι φερόμενοι ποιητές θέλουν να γράφουν ά-λογα ή α-νόητα ποιήματα;

Και γιατί άραγε δικαιολογεί ο Σεφέρης, όπως δείχνει έντονα στον διάλογο του με τον Τσάτσο, και θέλει να εισάγει ως κανονικό στοιχείο στην Ποίηση το ά-λογο ή α-νόητο;

Από την ανάγνωσή μου χιλιάδων σύγχρονων ψευτο-ποιημάτων έχω συμπεράνει πως οι διάφοροι στιχοπλόκοι (και ας είναι πολυβραβευμένοι) δεν έχουν κάτι σημαντικό να πουν και αυτά που γράφουν είναι δεν είναι Ποίηση μα ανοησίες. Έχω σε πολλά προηγούμενα άρθρα δώσει κριτήρια για την καλή, μέτρια και κακή ποίηση (π.χ. Π212: Τι είναι ποίηση και τι όχι, Π213: Ποίησης Τέχνη, Π214: Ποίησης Τέχνη (2), Π216: Ποίησης Τέχνη (3), Π217: Ποίησης Τέχνη (4), και Π90: Τι είναι ποίηση;, Π24: Αντικειμενική Αντιστοιχία (B’) κλπ).

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *