Μπάμπης Παπαδημητρίου
To Ελληνικό Δημοσιονομικό Συμβούλιο (ΕΔΣ) είναι ένας νέος θεσμός: ανεξάρτητη αρχή, έναντι της κυβέρνησης βεβαίως, συστάθηκε σε εφαρμογή οδηγίας της Ευρωπαϊκής Ενωσης (2011) για το νέο δημοσιονομικό πλαίσιο, όπως διαμορφώθηκε από την εμπειρία της ελληνικής κρίσης. Δουλειά του είναι να ελέγχει τα στοιχεία που περιλαμβάνουν οι δημοσιονομικοί σχεδιασμοί της εκάστοτε κυβέρνησης. Με την έννοια αυτή και σύμφωνα τον ελληνικό νόμο (4270 του 2014) το ΕΔΣ αξιολογεί το Μεσοπρόθεσμο και τον κρατικό προϋπολογισμό και μπορεί να ζητήσει την ενεργοποίηση του ειδικού «διορθωτικού μηχανισμού», γνωστού ως «κόφτη».
Πριν από τρεις ημέρες, το Συμβούλιο κυκλοφόρησε πεντασέλιδο κείμενο «Αξιολόγησης» του Μεσοπρόθεσμου για την περίοδο 2019-2022. Αν και περίμενα κάτι καλύτερο από ένα τόσο κομβικό όργανο, με την έννοια μιας περισσότερο λεπτομερούς και αποκαλυπτικής ανάλυσης, πρέπει κανείς να συμβιβαστεί με την πραγματικότητα των ισχνών μέσων του Συμβουλίου.
Σε κάθε περίπτωση, η ολιγόλογη αξιολόγηση έχει το «προσόν» ότι το Συμβούλιο υπογραμμίζει με έμφαση τον υπερβολικό βαθμό στον οποίο η παρούσα κυβέρνηση στηρίζεται στην υπεραυξημένη φορολόγηση. Μάλιστα, ο περίφημος «δημοσιονομικός χώρος» είναι τα έσοδα που προβλέπει να εισπράξει το κράτος πέραν εκείνων που έχει συμφωνήσει με τους πιστωτές.
Το άθροισμα των δύο δίνει για την πενταετία (έτος βάσης το 2018 και τετραετής προγραμματισμός) το μνημειώδες (και όχι απλώς… μνημονιακό!) ποσό των 43 δισ. ευρώ. Πρόκειται για ετήσιο μέσο πλεόνασμα που αναλογεί στο 4,3% του εκτιμωμένου για την ίδια περίοδο ΑΕΠ. Οι πιστωτές ζήτησαν (και πήραν) «μόνον» 35 δισ. ή 3,5% ετησίως.
Δεδομένου ότι το πλεόνασμα αφορά αποκλειστικά την πληρωμή των τόκων του χρέους, το απαιτούμενο ποσό είναι εύκολο να υπολογιστεί και δεν υπόκειται σε συγκυριακές μεταβολές των αγορών αφού το χρωστάμε σε θεσμικούς φορείς. Η ανάδειξη αυτής της άνευ καμίας εξήγησης εξωφρενικής υπερφορολόγησης από το Συμβούλιο είναι σημαντική. Επιτρέπει, μάλιστα, τη διατύπωση της οδηγίας ότι το ποσό αυτό «είναι δυνατό να αξιοποιηθεί σε στοχευμένες, σταδιακές και προγραμματισμένες μειώσεις της φορολογικής επιβάρυνσης». Θα περίμενε, βέβαια, κάποιος να ζητήσει το Συμβούλιο την απαλοιφή των ποσών που βαραίνουν τον πολίτη για να δημιουργηθεί ο «χώρος». Αφού, όπως το ίδιο υπογραμμίζει, «ο συνδυασμός υψηλής φοροεπιβάρυνσης και υψηλών ασφαλιστικών εισφορών περιορίζει τη δυνατότητα της ιδιωτικής κατανάλωσης να συμβάλει πιο δυναμικά στην αύξηση του ΑΕΠ και αυτό αποτυπώνεται στις εκτιμήσεις του Μεσοπρόθεσμου».
Αυτό δεν συνέβη!
Πηγή: Καθημερινή