του Στέφανου Κασιμάτη
…Tο σχέδιο για την εκ των έσω ανατροπή του καπιταλισμού στην Ευρωπαϊκή Ένωση προσέκρουσε με βία στην πραγματικότητα των ευρωπαϊκών θεσμών. Ήταν οπωσδήποτε καλό για όλους μας ότι ο κραδασμός της σύγκρουσης απορροφήθηκε με αξιοσημείωτη ψυχραιμία από την κυβέρνηση. Είναι φρόνιμο όμως να μη μας διαφεύγει κιόλας ότι, προς το παρόν, έχουμε δει μόνον ένα μικρό, το πρώτο, μέρος του έργου: την πρόσκρουση. Τα υπόλοιπα, οι αντιδράσεις που αργά ή γρήγορα θα υπάρξουν, αλλά και ο τρόπος με τον οποίο θα τις χειρισθεί η κυβέρνηση, είναι εξίσου σημαντικά για την τελική έκβαση και αυτά ακόμη δεν τα έχουμε δει.
Συναντώ διαφόρους φίλους, τους οποίους βλέπω να επιτρέπουν στη δικαιολογημένη ανακούφισή τους για τη στροφή της κυβέρνησης να μετατρέπεται σε αισιοδοξία. Όμως όσο και αν κατανοώ την ανάγκη τους για ελπίδα, συγχρόνως αδυνατώ να συμμεριστώ την αισιοδοξία τους. Η ευρωπαϊκή πραγματικότητα έμεινε αμετακίνητη. Είναι εκεί που ξέραμε, στέκεται σαν τοίχος, κι όποιος θέλει είναι ελεύθερος να δοκιμάσει πάνω της το κεφάλι του. Εν τω μεταξύ όμως, αλλάξαμε εμείς. Άλλαξε το εκλογικό σώμα, που μετακινήθηκε προς τα αριστερά και, συνεπώς, οι δυσκολίες της διακυβέρνησης έχουν πολλαπλασιαστεί. Με την αποδοχή της ευρωπαϊκής πραγματικότητας εκ μέρους της πρώτης αμιγώς «αντιμνημονιακής» κυβέρνησης, το δυσκολότερο μέρος του αγώνα σωτηρίας της χώρας από τη χρεοκοπία μόλις ανοίγει• και τα ερωτήματα που ανακύπτουν είναι περισσότερα από εκείνα στα οποία η κυβέρνηση απάντησε διά της στροφής της.
Να μοιραστώ μαζί σας μερικά από αυτά. Κατ’ αρχάς, δεν μπορώ να φαντασθώ πώς θα αντιδράσουν τα κυβερνητικά στελέχη όταν διαπιστώσουν πόσο ψυχοφθόρος και καταστροφική για τις φιλοδοξίες τους είναι εν τέλει η πολυπόθητη διακυβέρνηση σε καιρό χρεοκοπίας. Πολύ περισσότερο, δεν μπορώ να φαντασθώ πώς θα αντιδράσει ο κόσμος που πίστεψε στην πολιτική του βολονταρισμού όταν και αυτός καταλάβει ότι, επί της ουσίας, τίποτε δεν άλλαξε και, κυρίως, ούτε πρόκειται να αλλάξει. Το προφανές είναι, νομίζω, ότι εις μεν το κόμμα θα ενισχυθεί η τάση όσων προσβλέπουν στο δόγμα της «επανάστασης πρώτα σε μια χώρα», καθώς η προσήλωση της αριστερής πτέρυγας στις ιδεοληψίες της θα εκληφθεί παραδόξως ως ρεαλισμός, εις δε τους ψηφοφόρους πιθανό είναι να ενισχυθεί το ρεύμα του αντιευρωπαϊσμού.
Έπειτα, ακόμη και αν υποθέσουμε ότι η κυβέρνηση δεν χρονοτριβεί με αυταπάτες, αλλά πέφτει με τα μούτρα στη δουλειά και, επίσης, ότι ο Τσίπρας καταφέρνει να διατηρήσει την προσωπική επιρροή του στην κοινή γνώμη, πού θα βρουν τους ανθρώπους, τα απαραίτητα στελέχη σε θέσεις-κλειδιά της διοίκησης, για να υπηρετήσουν αποτελεσματικά τους στόχους της προσαρμογής; Προς το παρόν, διαπιστώνουμε ότι τα μόνα στελέχη που παρουσιάζουν είναι αυτά που ανακαλύπτουν στο κολλώδες και σιχαμερό ίζημα του άδειου βαρελιού του ΠΑΣΟΚ.
Μια άλλη κατηγορία ερωτημάτων αφορά την πλευρά της Ευρώπης. Τώρα μας έδωσαν τέσσερις μήνες «για να δούμε αν μπορούμε να συνεργαστούμε με αυτή την κυβέρνηση», όπως είπε με αξιοπρόσεκτη ειλικρίνεια ο Γιουνκέρ σε μια συνέντευξή του. Τι μας κάνει όμως να πιστεύουμε ότι είναι διατεθειμένοι, σε λιγότερο από τέσσερις μήνες, να ξαναζήσουν το ίδιο δράμα; Κατά πόσον, δηλαδή, η διαιώνιση του ελληνικού προβλήματος (διότι περί αυτού μιλάμε, ας μην αυταπατώμεθα…) καθώς και η αρνητική δημοσιότητά του για το ευρώ μπορεί να γίνεται ανεκτή από την Ευρώπη; Θα υπάρξει άραγε η στιγμή που θα κλίνει η πλάστιγγα από την άλλη πλευρά και θα κριθεί ότι το συνολικό κόστος από την προσπάθεια διατήρησης της μικρής Ελλάδας στην Ευρώπη υπερβαίνει το όφελος; Και μάλιστα από έναν λαό ο οποίος δείχνει με τις αποφάσεις του ότι όλο και απομακρύνεται από την Ευρώπη, ενώ συγχρόνως εντείνει τις κραυγές του υπέρ των ευρωπαϊκών αξιών;
Το μόνο θετικό μέχρι στιγμής είναι ότι ο Τσίπρας […] φαίνεται να αποδέχθηκε την ευθύνη των επιλογών του. Δεν είναι μικρό πράγμα αυτό και θεωρώ υποχρέωση κάθε ανθρώπου ο οποίος καταλαβαίνει για τι μιλάμε να στηρίξει τη στροφή του Τσίπρα στον ρεαλισμό. Είναι όμως και πολύ λίγο για να μπορείς να νιώθεις αισιόδοξος.
Πηγή: Καθημερινή