του Πάσχου Μανδραβέλη
Υπήρχε μια εποχή που τα πάντα σ’ αυτή τη χώρα ήταν προσωπικά δεδομένα. Ακόμη και οι φωτογραφίες στο Σύνταγμα. Υπό την πίεση διαφόρων «ευαίσθητων» για την ιδιωτική ζωή των ατόμων, πέρασαν νόμοι που απαγορεύουν τη φωτογράφιση, π.χ. της πλατείας Συντάγματος, αν ο φωτογράφος δεν ζητήσει πρώτα την άδεια όλων όσοι τυχαίνει να περνούν από εκεί τη συγκεκριμένη στιγμή.
Ακούστηκαν φωνές (και τελικά εισακούστηκαν από «ευαίσθητους» υπουργούς) ότι πρέπει να κλείνουν οι κάμερες της Τροχαίας όταν υπάρχει διαδήλωση, διότι παραβιάζεται η ιδιωτική ζωή όσων δημοσίως διαδηλώνουν. Υπάρχει νόμος που απαγορεύει τη φωτογράφιση κατηγορουμένων ακόμη και με τη θέλησή τους· δημοσιογράφος καναλιού της Πάτρας καταδικάστηκε επειδή δημοσιοποίησε τηλεοπτική συνέντευξη κάποιου κατηγορουμένου. Υπήρξε βοή μεγάλη, κατάρες και οργή, για τη δημοσιοποίηση των φωτογραφιών κάποιων οροθετικών γυναικών, οι οποίες συνελήφθησαν για πορνεία. Να σημειώσουμε ότι οι εν λόγω κατηγορούμενες δεν ήταν οροθετικές στο σπίτι τους· ασκούσαν –έστω παρανόμως– δημόσια υπηρεσία.
Σήμερα, πάλι, όλοι απορούν γιατί οι δικαστικές αρχές διστάζουν να δώσουν στη δημοσιότητα τη φωτογραφία όχι ενός κατηγορουμένου, αλλά ενός υπόπτου για την επίθεση με Καλάσνικοφ στο Μικρολίμανο. Βλέπετε, αυτός είναι «ο μανιακός Αλβανός με το Καλάσνικοφ», ενώ οι κατηγορούμενες ιερόδουλες ήταν «πτωχές οροθετικές». Η προστασία, δηλαδή, της ιδιωτικής ζωής εξαρτάται από τη διάθεση της στιγμής· πόσο ψυχοπονιάρικη νιώθει η αρένα του δημόσιου διαλόγου απέναντι στον εκάστοτε κατηγορούμενο. Και στο κάτω κάτω της γραφής, πώς ξέρουν όλοι αυτοί που σχίζονται (κατά περίσταση) υπέρ ή κατά της δημοσιοποίησης στοιχείων ότι ο 31χρονος που καταζητείται από την αστυνομία είναι ο δράστης; Αποκλείεται να «διαπομπευθεί» κατά λάθος;
Εχουμε γράψει πολλάκις για τον «αχταρμά με τα προσωπικά δεδομένα» στη χώρα μας και κάποια στιγμή πρέπει να αποκτήσουμε σταθερούς και λογικούς κανόνες. Το πρώτο που πρέπει να κατανοήσουμε είναι ότι «η δίωξη ενός ατόμου δεν είναι αποκλειστικά ιδιωτική του υπόθεση. Αφορά και τον ίδιο, αλλά έχει να κάνει και με τις δικαστικές αρχές. Ακόμη κι αν δεχθούμε ότι ο Ελληνας πολίτης δεν έχει δικαίωμα να μάθει ποιος διώκεται, έχει απόλυτο δικαίωμα να μάθει ποιον διώκουν οι δικαστικές αρχές. Αυτό ακούγεται σαν σοφιστεία, αλλά δεν είναι. Οι φορολογούμενοι πληρώνουν αστυνομικούς, εισαγγελείς κ.λπ. και έχουν το δικαίωμα να γνωρίζουν τι κάνουν αυτές οι αρχές. Διώκουν κάποιους; Διώκουν αυτούς που πρέπει; Μήπως αφήνουν κάποιους στο ακαταδίωκτο; Μήπως διώκουν καταχρηστικά κάποιους άλλους; Αυτά είναι εύλογα ερωτήματα, που μόνο στο φως της δημοσιότητας μπορούν να απαντηθούν. Με τη δημοσιότητα αφενός ελαχιστοποιείται ο κίνδυνος κατάχρησης εξουσίας και αφετέρου οι φορολογούμενοι κρίνουν αν και κατά πόσον τα χρήματά τους πιάνουν τόπο» («Καθημερινή», 27.6.2007).
Πρέπει κάποια στιγμή να καταλάβουμε ότι όσο ισχύει το «τα εν οίκω μη εν δήμω», άλλο τόσο ισχύει το «τα εν δήμω μη εν οίκω». Διότι χωρίς αντικειμενικούς κανόνες και η ιστορία των προσωπικών δεδομένων γίνεται όχημα αυθαιρεσίας και πολιτικών σκοπιμοτήτων. Και εκ μέρους των αρχών και εκ μέρους άλλων, κατά περίσταση «ευαίσθητων».
Πηγή: Καθημερινή