του Μπάμπη Παπαδημητρίου
Όπως κάθε φορά που έρχεται η ώρα να πληρωθούν οι φόροι, οι
πολίτες αντιλαμβάνονται το βάρος του κράτους στους ώμους τους. Είναι γι’ αυτό
άξιο απορίας ότι, λίγο αργότερα, οι ίδιοι συμπολίτες διαμαρτύρονται επειδή το
κράτος δεν κάνει καλά τη δουλειά του.
«Σιγά μην πληρώνω φόρους σ’ αυτό το κράτος που δεν μου
προσφέρει τίποτε», είναι η συνηθισμένη επωδός πολλών, που γινόταν εντονότερη
όσο μεγαλύτερα ήταν τα εισοδήματα, δηλωμένα και αδήλωτα, του πολίτη που
καταδίκαζε το απαράδεκτο κράτος. Η δυσαρέσκεια για το πόσο «κακό» κράτος
έχουμε είναι όμοια είτε κανείς κοιτάζει δεξιά είτε αριστερά. Πολλές δεκαετίες
τώρα, η πολιτική τάξη και το πλήθος των ψηφοφόρων δεν κατάφεραν να αποφασίσουν
αν πρώτα θα φτιάξουμε το κράτος που επιθυμούμε και μετά θα πληρώσουμε τους
φόρους που χρειάζεται η λειτουργία του ή, αντιστρόφως, πρώτα θα πληρώσουμε τους
φόρους ώστε να ανταποκρίνεται το κράτος στις απαιτήσεις μας. Ούτε τώρα, μετά
τη, λίγο έλειψε, μοιραία δημοσιονομική κρίση, δεν είμαστε σε θέση να
απαντήσουμε με ομόνοια και αυτοπεποίθηση στο ερώτημα: «Πόσους φόρους, για ποιο
κράτος;»
Μπορεί κάποιος να ισχυριστεί ότι το 2009 το κράτος
λειτούργησε καλύτερα απ’ ό,τι το 2004; Κι όμως, το μοιραίο 2009 οι πολιτικοί
της Ν.Δ. και του ΠΑΣΟΚ ξόδεψαν το αστρονομικό ποσό των 113 δισ., ενώ το 2004 οι
ίδιες παρατάξεις είχαν ξοδέψει 75 δισ. ευρώ. Τα ποσά δεν περιλαμβάνουν τόκους.
Μπορεί κάποιος να υποστηρίξει ότι η βελτίωση του κράτους αντιστοιχεί στην κατά
50% αύξηση της κρατικής δαπάνης;
Στο μεταξύ, ο πολίτης συνέχισε να πληρώνει μεγάλους και
διάσπαρτους φόρους και άλλες κρατήσεις. Προσοχή όμως: το 2009 εισπράχθηκαν 88,6
δισ. έναντι των 70,6 δισ. που είχαμε πληρώσει σε φόρους το 2004. Η αύξηση είναι
ακριβώς η μισή εκείνης που σημείωσαν οι κρατικές δαπάνες. Εξάλλου, σε όλη αυτήν
τη μνημονιακή περίοδο αλλά και τα αμέσως επόμενα χρόνια, το κράτος θα
εισπράττει μεταξύ 81 και 83 δισ., βεβαίως σε ένα πολύ μικρότερο διαθέσιμο ΑΕΠ,
που αρχίζει όμως τώρα να μεγαλώνει, εξέλιξη που χρειάζεται να επιταχύνουμε.
Ενα συνηθισμένο εισόδημα, των 30.000 ευρώ ετησίως, πληρώνει
(χονδρικά) 3.500 σε φόρο εισοδήματος, 5.000 στο ΙΚΑ και ένα 500άρικο έκτακτη
εισφορά. Προσθέστε τον ΕΝΦΙΑ, από 250 ώς 650 ευρώ, ανάλογα με το μέγεθος της
πόλης στην οποία κατοικεί κανείς. Αποταμιεύστε 1.400 ευρώ, πληρώστε 5.600 ευρώ
στο στεγαστικό δάνειο. Τέλος, υπολογίστε ότι σε όσα σας έμειναν για κατανάλωση
θα πληρώσετε και 3.000 ευρώ σε ΦΠΑ, πάρτε ένα χάπι και ξανακάνετε τον
λογαριασμό.
Σε κάθε 100 ευρώ εργασίας, δίνετε στο κράτος 40, στην
τράπεζα 18, καταναλώνετε 37 και βάζετε 5 στην άκρη.
Οσοι υποστηρίζουν ότι, για να πάρει μπροστά η οικονομία,
χρειάζεται επειγόντως να ενισχυθεί η ζήτηση, άποψη με την οποία συμφωνώ και
νομίζω ότι σύντομα θα συμφωνήσουν άπαντες στην Ευρώπη, λένε ότι πρέπει να
αυξηθεί αυτό το γλίσχρο ποσό των «37 ευρώ στα 100» που μένει στον εργαζόμενο να
καταναλώσει.
Υπάρχει ένας και μόνον ένας τρόπος να συμβεί: να μειωθούν οι
φόροι. Αλλά, για να γίνει αυτό, σε συνθήκες πρωτογενούς ισορροπίας, όπως
πετύχαμε το 2013, πρέπει να μειωθούν, ταυτοχρόνως, οι κρατικές δαπάνες.
Συμφωνούμε;
Πηγή: Καθημερινή