του Θοδωρή Γεωργακόπουλου
Στη χώρα μας έχουμε ένα πρόβλημα με τα όρια. Εδώ τα όρια είναι ένα από τα δύο: είτε ξεχειλωμένα είτε αρτηριοσκληρωτικά. Αυτό ισχύει για όλα. Ισχύει και για το θέμα της ελευθερίας της έκφρασης.
Οι πολίτες πρέπει να είναι ελεύθεροι να εκφράζουν τις ιδέες και τις απόψεις τους χωρίς να αντιμετωπίζουν διώξεις γι’ αυτό, και αυτό είναι κάτι κατοχυρωμένο σε όλα τα δημοκρατικά Συντάγματα που έχουν γραφτεί τους τελευταίους αιώνες, συμπεριλαμβανομένου και του δικού μας.
Το πρόβλημα είναι ότι η «ελευθερία της έκφρασης» ως έννοια είναι πράγμα δύσκολο να οριστεί ακριβώς. Το πού βρίσκονται τα όριά της χωράει κουβέντα και ερμηνείες. Ακριβώς αυτή την ασάφεια εκμεταλλεύονται καθεστώτα που βρίσκουν τη δημοκρατία λίγο περιοριστική και άβολη, και τα σφίγγουν αυτά τα όρια κατά πώς τους συμφέρει.
Κάτι τέτοιο παρατηρείται σήμερα, ας πούμε, στην Ουγγαρία.
Η Ουγγαρία, ως γνωστόν, είναι ένα κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής Ενωσης και του ΝΑΤΟ. Από το 2010 έχει για πρωθυπουργό τον πρώην φιλελεύθερο και νυν λαϊκιστή και εθνικιστή Βίκτορ Ορμπαν, ο οποίος κέρδισε και στις φετινές εκλογές, αν και με μικρότερο ποσοστό. Τις τελευταίες ημέρες στη χώρα του, μεταξύ άλλων:
Ενας τηλεοπτικός σταθμός καταδικάστηκε επειδή σε δελτίο ειδήσεων αποκάλεσε το ακροδεξιό κόμμα Jobbik «ακροδεξιό».
Ενας δημοσιογράφος απολύθηκε από site που ανήκει στη Magyar Telecom, το πρώην κρατικό τηλεπικοινωνιακό μονοπώλιο, που διατηρεί στενές σχέσεις με την κυβέρνηση, μετά τη δημοσίευση στοιχείων για ένα κυβερνητικό σκάνδαλο.
Το συνταγματικό δικαστήριο της χώρας αποφάσισε ότι οι ιδιοκτήτες των websites είναι υπεύθυνοι για όσα περιέχονται στα σχόλια των sites τους και μπορούν να διώκονται γι’ αυτά.
Η κυβέρνηση θέσπισε μια φορολογία στα διαφημιστικά έσοδα των media, στοχευμένη για να πλήξει κυρίως τον μεγαλύτερο ανεξάρτητο όμιλο της χώρας.
Ολα αυτά έγιναν μόνο μέσα στον Ιούνιο.
Αν προσθέσει κανείς τη χρήση τού εκεί ΕΣΡ από την κυβέρνηση του Ορμπαν ως φόβητρο για τα media με τη χρήση προστίμων τα τελευταία χρόνια, τις απολύσεις «αντιφρονούντων» από το κρατικό κανάλι και την απόρριψη ανανέωσης αδειών σε ενοχλητικά ΜΜΕ, διαπιστώνει ότι λίγο λίγο, βήμα βήμα, η δημοκρατικότατα εκλεγμένη κυβέρνηση της χώρας προσπαθεί να φιμώσει την πιο θεσμική έκφανση της ελευθερίας της έκφρασης: την ελευθερία του Τύπου.
Στη χώρα μας, το μαγικό μέρος όπου πολίτες βρίζουν χυδαία την ηθοποιό Σοφία Βεργκάρα στο Facebook επειδή τόλμησε να γράψει «Vamos Colombia» με αφορμή τον αγώνα της ομάδας της χώρας της με την Ελλάδα, την επί της Γης ουτοπία, όπου ραδιοφωνικός σταθμός κάνει διαγωνισμό με έπαθλο μια πλαστική στήθους στην τυχερή νικήτρια, έχουμε σοβαρά θέματα με την ελευθερία της έκφρασης. Είχαμε πάντα προβλήματα με την ανεξαρτησία του Τύπου, με την προστασία της ελευθερίας της έκφρασης των πολιτών και των δημοσιογράφων από θιγόμενα συμφέροντα. Ηδη άνθρωποι καταδικάζονται από τα ελληνικά δικαστήρια επειδή φτιάχνουν σατιρικές σελίδες στο Facebook, θεατρικές παραστάσεις ματαιώνονται, δημοσιογράφοι διώκονται γι’ αυτά που γράφουν, άλλοι εκβιάζουν ή συκοφαντούν ανεξέλεγκτοι και ανεμπόδιστοι. Το 2014, εδώ πέρα έχουμε ακόμη νόμο «περί βλασφημίας».
Οι Δημοσιογράφοι Χωρίς Σύνορα, στην ετήσια έκθεση που βαθμολογεί τις χώρες ανάλογα με την ελευθερία του Τύπου τους, κατατάσσει την Ελλάδα στην 99η θέση από 180 χώρες.
Η Ουγγαρία είναι 64η.
Και ωστόσο υπάρχει μια ψευδαίσθηση πως έχουμε ελευθερία έκφρασης εδώ, ότι ο καθένας όντως μπορεί να λέει ό,τι θέλει, εντελώς ό,τι θέλει, μια εντύπωση υπογραμμισμένη από τον πλήρη εκχυδαϊσμό του δημόσιου λόγου (http://www.kathimerini.gr/770713/opinion/epikairothta/politikh/epikoinwnia-to-agnwsto-8yma-ths-krishs). Είναι μια ψευδαίσθηση επικίνδυνη, γιατί κρύβει τον κίνδυνο και διευκολύνει την αναπόφευκτη συνέχεια: τα πράγματα θα πάνε χειρότερα.
Οι εποχές κρίσης και ανασφάλειας δεν ωφελούν τη δημοκρατία, το αντίθετο, τροφοδοτούν τον φόβο και τις φιλοδοξίες πουτινίσκων, που τη βρίσκουν περιοριστική και άβολη. Καθώς οι πολιτικές και οι κοινωνικές συνθήκες γίνονται πιο άγριες και οι φωνές πιο ακραίες και θυμωμένες, η εύθραυστη και θολή ελευθερία της έκφρασης μπορεί εύκολα να καταλήξει πεταμένη στην άκρη, μαζί με άλλες, μη συνταγματικά κατοχυρωμένες ξεχασμένες αξίες, όλες περιττές σ’ αυτούς που ουρλιάζουν σε παράθυρα με τη ζέση της αλήθειας, όπως την ευγένεια, την αξιοπρέπεια και την ψυχραιμία. Το βλέπουμε από μακριά να γίνεται στην Ουγγαρία.
Πολύ φοβάμαι ότι, χωρίς κανένα δημοκρατικό ανάχωμα, θα συνεχίσει ανεμπόδιστα να γίνεται και στην Ελλάδα.
Πηγή: Καθημερινή