Π258: Μ. Καραγάτσης

Π258: Μ. Καραγάτσης

- in Ποίηση
0

Όχι, δεν μου άρεσε ο Καραγάτσης. Διάβασα πριν χρόνια δύο ή τρία βιβλία του και τον παράτησα. Γράφω τώρα με αφορμή την συζήτηση που ξετυλίχτηκε στην Καθημερινή (τέλη Ιουνίου 2024) – αν και υπήρχαν δημοσιεύσεις νωρίτερα το 2023.

Έγραψε ο Νικόλας Ζώης (επικριτικά), ο Χ. Χωμενίδης (εγκωμιαστικά: “διαβάζεται, ρουφιέται”) και η Βίβιαν Στεργίου (επικριτικά “σεξιστικές αηδίες”) – όλοι γενικά μα και συγκεκριμένα για την Μεγάλη Χίμαιρα, το οποίο δεν θυμάμαι καθόλου.

Ο Ηλίας Μαγκλίνης έγραψε λίγο αργότερα κι αυτός μάλλον επικριτικά. Ακολούθησε ο Τάκης Θεοδωρόπουλος (27/6/24: “Γιατί δεν αγάπησα ποτέ τον Καραγάτση”). Η Στεργίου ανέφερε πως δεν της “αρέσει το στυλ, ύφος κι αισθητική” του Μ. Καραγάτσης. Ο Θεοδωρόπουλος νιώθει πλήξη και βρίσκει την γραφή “εύκολη, σχεδόν απλοϊκή”. Προσθέτει “Η διαμάχη που έχει ξεσπάσει … έχει τον χαρακτήρα θρησκευτικού πολέμου.”

Δυστυχώς, ως συνήθως πρέπει να εμπιστευθείς την κρίση όλων αυτών ότι “το στυλ, ύφος, αισθητική” μα και η θεματολογία (“αστική κοινωνία” Θεοδωρόπουλος, “σεξισμός” όλοι οι άλλοι, κ.λπ) δεν ικανοποιούν. Διότι κανένας δεν δίνει παραδείγματα με κάποια ανάλυση.

Άνοιξα το “Μεγάλος Ύπνος” (1940, Εστία 1992) σελ.76:

Χαράμισα τη ζωή μου πάνω στις ψυχρές αγάπες μου που μου κατάκαψαν τη ζωή κι άφησαν στάχτη μονάχα.

Να μια ανούσια πρόταση κλισέ. Αρχικά μπορεί το “ψυχρές αγάπες” να φαίνεται αντιφατικό υποκείμενο με το ρήμα “κατάκαψαν”, αλλά συχνά και ο πάγος νιώθεις να σε καίει όταν τον κρατήσεις στη φούχτα σου για ένα λεπτό. Το πρόβλημα είναι πως το κάψιμο του πάγου (= ψύχους, ψυχρού) δεν είναι ίδιο με της φωτιάς: δεν αφήνει στάχτες. Ο Μ. Καραγάτσης ξέχασε το “ψυχρές” και συνέχισε με το “κατάκαψαν”. Αν δεν έβαζε τη στάχτη, η πρόταση θα περνούσε, ίσως.

Ανοίγω στη σελ 144: ‘Ο Αποσπερίτης … κρεμόταν πάνω από τον Κιθαιρώνα σαν φωτερή πληγή στην μαύρη σάρκα τ’ ουρανού“.

Μια ακόμα μπαρούφα – για εντυπωσιασμό; Πως στην ευχή “κρέμεται” μια “πληγή”; Ναι το άστρο, μια μικρή σπίθα κρέμεται ίσως, μα όχι μια πληγή. Και το άστρο είναι πολύ μικρό για να μοιάζει με πληγή. Και αν ήταν μόνο ο Αποσπερίτης, τότε δεν θα είχε σκοτεινιάσει ακόμα, κι έτσι ο ουρανός δεν θα θύμιζε μαύρη σάρκα. Αν ήταν σκοτάδι μαύρο (μαύρη σάρκα) τότε θα υπήρχαν και άλλα άστρα. Ούτως ή άλλως όσο σκοτεινός και αν είναι ο ουρανός δεν θυμίζει “μαύρη σάρκα”!

Η ατζαμοσύνη της γραφής συνοδεύεται από, ή μάλλον εκφράζει, πολύ ρηχή στόχαση. Ανοίγω σελ 175: “Θαρρούν οι κακόμοιροι πως μπορούν οι δίκαιοι νόμοι των ανθρώπων να διορθώσουν τους άδικους νόμους της φύσης”.

Κι εγώ κακόμοιρος πρέπει να είμαι μα αλλιώτικος. Οι νόμοι της φύσης δεν είναι άδικοι ενώ, απεναντίας, οι περισσότεροι νόμοι των ανθρώπων σε όλα τα καθεστώτα είναι πολύ άδικοι. Είναι φυσικός νόμος ο καρχαρίας να τρώει μικρότερα ψάρια και το λιοντάρι να σπαράζει το ελάφι. Δεν είναι καθόλου άδικος νόμος παρά μόνο σε μια αρρωστημένη ανθρώπινη νοοτροπία συναισθηματισμού. Μόνο αν γνωρίζαμε το σύνολο σύμπαν θα μπορούσαμε να κρίνουμε τελεσίδικα αν οι νόμοι της φύσης είναι άδικοι.

Στην ίδια σελίδα: “Την ευτυχία του ανθρώπου δεν την κάνουν τόσο τα υλικά αγαθά, όσο το κορμί του, το μυαλό του, η ψυχή του, οι αδένες του. Και αυτά η φύση τα μοίρασε πολύ, μα πολύ άδικα στους ανθρώπους. Κι έτσι θα τα μοιράζει πάντα”.

Πάλι προβάλλει την αδικία της φύσης με τόση επιπόλαιη βεβαιότητα. Θα μπορούσε τουλάχιστον να αναρωτηθεί – “Γιατί άραγε φαίνεται να υπάρχει αδικία στην μοιρασιά ιδιοτήτων, δυνάμεων, ταλέντων; Μήπως δεν βλέπουμε πολύ καθαρά; Μήπως μας ξεφεύγουν απόψεις του σύμπαντος”;

Όχι δεν μου άρεσε ο Μ. Καραγάτσης τότε και τώρα πολύ περισσότερο!

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *