Σώτη Τριανταφύλλου
Αντί να διαχειριζόμαστε τους τρομοκράτες ως αυτό που είναι, τους παρέχουμε ειδική μεταχείριση
Tα μέσα ενημέρωσης έχουν σοβαρή ευθύνη για την προβολή των παρανόμων που αυτοανακηρύσσονται ιδεολόγοι αναρχικοί και σωτήρες των αδυνάτων. Οι δημοσιογράφοι ανταποκρίνονται στην ψύχωση των τρομοκρατών για διασημότητα: αυτή τη φορά, δεν πρόκειται για συμπάθεια στην αριστερή τρομοκρατία όπως εκείνη που φαινόταν να επιδεικνύει η Ελευθεροτυπία όταν δημοσίευε τις ανακοινώσεις της 17ης Νοέμβρη· πρόκειται για απροσεξία ή για κομφορμισμό. Αντί να διαχειριζόμαστε ―η κυβέρνηση, η αστυνομία, η δικαιοσύνη, τα ΜΜΕ― τους τρομοκράτες ως αυτό που είναι, δηλαδή παραβάτες του νόμου, συχνά μάλιστα δολοφόνοι ή κατά συρροή δολοφόνοι, τους παρέχουμε ειδική μεταχείριση. Τροφοδοτούμε το νοσηρό τους εγώ το οποίο επιζητεί προσοχή και ευκαιρίες για δήθεν ηρωικές δηλώσεις και δήθεν ατρόμητη στάση: η ιστορία του «Δράκου», στην ομώνυμη ταινία του Νίκου Κούνδουρου, αντηχεί στον χώρο της τρομοκρατίας.
O κεντρικός χαρακτήρας, ο Θωμάς, είναι ένας μοναχικός τραπεζικός υπάλληλος που μια μέρα ανακαλύπτει ότι μοιάζει μ’ έναν κακοποιό, τον επιλεγόμενο «Δράκο». Λόγω αυτής της ομοιότητας η αστυνομία αρχίζει να τον κυνηγάει· κι ο Θωμάς καταφεύγει σ’ ένα καμπαρέ όπου μια συμμορία του υποκόσμου τον αντιμετωπίζει ως τον γνήσιο Δράκο. Τότε ο Θωμάς ταυτίζεται με τον καινούργιο του ρόλο λαχταρώντας να δραπετεύσει από τη μονότονη και άδεια του ζωή. Η επιθυμία του να γίνει «κάποιος» τον ωθεί να πάρει μέρος σε μια ληστεία αρχαιοτήτων ― και βρίσκει τραγικό τέλος.
Μερικοί άνθρωποι, που, για να ξεφύγουν από την άδεια τους ζωή, μπαίνουν στον υπόκοσμο, επιλέγουν ―εξαιτίας της ανατροφής τους ή του περιβάλλοντός τους― κάποιο ιδεολογικό υπόβαθρο, συνήθως τυχαίο και συνήθως φαντασιακό. Αυτό το υποτιθέμενο υπόβαθρο (αναρχισμός, φυτοφαγία-αντιειδισμός, αντιαμερικανισμός, ναζισμός) εξαλείφει την ενοχή και συντελεί, ιδιαίτερα σε ανερμάτιστες κοινωνίες σαν τη δική μας, στην ηθική αθώωση ή και εξύψωση του εγκληματία. Σίγουρα δίνει περιεχόμενο σε φαιδρότητες, όπως π.χ. σε επιθέσεις σε κρεοπωλεία· αίρει, κατά τη γνώμη του επιτιθέμενου, το γελοίον του πράγματος. Όχι, κατά τη δική μου.
Άλλοι, ενώ πάσχουν από παρόμοιο ναρκισσισμό και επιδειξιομανία, δεν αναζητούν ιδεολογικό πρόσχημα· κυνηγούν τη δημοσιότητα με άλλα μέσα· πλασάρουν τον εαυτό τους σαν ρομαντική εικόνα ― κάτι που ωστόσο δεν μπορεί να επιτευχθεί χωρίς τη βοήθεια των ΜΜΕ ή των καλλιτεχνικών κύκλων. Οι ελίτ, ιδιαίτερα οι ψευτοελίτ, τρελαίνονται για το λούμπεν προλεταριάτο και για το κοινωνικό περιθώριο που τάχα ζει πιο ενδιαφέρουσα ζωή από μας τους νομοταγείς και υποταγμένους. Ο κινηματογράφος, η τηλεόραση, γενικά η μυθοπλασία αναδεικνύει τον εγκληματία, προσπαθεί να τον κατανοήσει, τον παρουσιάζει ως πιο σύνθετο άτομο απ’ ό,τι ίσως είναι. Όμως η μυθοπλασία είναι ένας παράλληλος κόσμος, δεν είναι ο κόσμος του δικαίου, δεν είναι η πολιτική κοινωνία· είναι μια πραγματικότητα ενισχυμένη με μύθο, με φαντασία.
Κάθε εβδομάδα, ίσως και συχνότερα, στην Αθήνα (στους δρόμους της πόλης, στα ΑΕΙ κτλ) συμβαίνουν «επεισόδια», τουτέστιν καταστροφή δημόσιας και ιδιωτικής περιουσίας (την αποκατάσταση της οποίας πληρώνουμε), εκφοβισμός κατοίκων, ασχημίες, πολλαπλές παραβιάσεις του ποινικού κώδικα. Ο κρατικός μηχανισμός έχει φτάσει στο σημείο να ανέχεται, ή και να ενθαρρύνει, δήθεν εναλλακτικά ΜΜΕ αναρχικών και βανδάλων, πιθανότατα στο πλαίσιο της κοοπτάτσιας περιθωριακών στοιχείων. Επίσης, κάθε τόσο, σημειώνονται τρομοκρατικές απόπειρες, μερικές φορές με ανθρώπινα θύματα, άλλες χωρίς. Όταν τα ανθρώπινα θύματα είναι δεξιοί ή φιλήσυχοι πολίτες, ξεχνιούνται στη γενική αδιαφορία· όταν πρόσκεινται στον αριστερο-αναρχικό χώρο γίνονται ινδάλματα και ο θάνατός τους προκαλεί περισσότερα «επεισόδια», χώρια τις επετείους. Οι εικονολήπτες κινηματογραφούν τα επεισόδια, αλλά, περιέργως, ουδείς τα σταματάει κάνοντας χρήση του νόμου και των υπολειμμάτων του κρατικού μηχανισμού· τα βλέπουμε ξανά και ξανά στις οθόνες σαν μια κανονική καθημερινότητα. Ενώ θα έπρεπε να καταπνίγονται εν τη γενέσει τους, ή, αν είχαμε διαφορετικό ιστορικό, να προλαμβάνονται προτού εκδηλωθούν, συμβαίνουν, εκτυλίσσονται, επαναλαμβάνονται με το ίδιο τελετουργικό· στη συνέχεια, οι «αρχές» (δεν μπορώ να μη βάλω εισαγωγικά) ελαχιστοποιούν την έκταση και τη σοβαρότητά τους. Στο μεταξύ, οι ψυχωσικοί άνθρωποι που εμπλέκονται σε αυτά, βλέπουν τον μαχόμενο εαυτό τους στο γυαλί να ξηλώνει ανενόχλητος το πεζοδρόμιο. Ηi mom! Αυτός είμαι, εκεί στο πλάι, με την κουκούλα.
Πηγή: Athens Voice