του Θοδωρή Γεωργακόπουλου
Τα πράγματα που έχουν χειροτερέψει αυτά τα έξι χρόνια της χρεοκοπίας της Ελλάδας είναι τόσο πολλά, που ίσως πια να έχει περισσότερο νόημα να αναζητεί κανείς οτιδήποτε δακτυλοδεικτούμενο έχει καταφέρει να μείνει όρθιο. Ωστόσο, δεν είναι όλες οι συνέπειες της κρίσης ίδιες. Και δεν είναι όλες το ίδιο προφανείς. Η ολοένα επιταχυνόμενη κατρακύλα προς τον ολοκληρωτισμό, η συστηματική απαξίωση των θεσμών της δημοκρατίας, ο εξευτελισμός του δημοσίου διαλόγου και η απομόνωση μέρους του πληθυσμού από την παραγωγική διαδικασία -με αναπόφευκτη κατάληξη τη ριζοσπαστικοποίησή του- είναι, κατά τη δικιά μου γνώμη, οι σημαντικότερες συνέπειες της κρίσης, αυτές που προκαλούν μη αναστρέψιμη ζημιά στο μέλλον της χώρας. Το όποιο μέλλον.
Πιο γλαφυρή απεικόνιση αυτών των συνεπειών και της σημασίας τους δεν μπορώ να βρω από την εξής: Η Ελλάδα έχει γίνει μια χώρα-δεν πληρώνω.
Σίγουρα τις έχετε ακούσει τις ιστορίες. Μπορεί κάποιες να τις έχετε δει με τα μάτια σας.
Εταιρείες αργούν για μήνες ή και για χρόνια να πληρώσουν τους προμηθευτές τους, ενοικιαστές και ιδιοκτήτες ακινήτων σταματούν να πληρώνουν κοινόχρηστα ή νοίκια, ενοικιαστές επαγγελματικών χώρων χρωστούν ενοίκια πολλών ετών, εργοδότες (του ιδιωτικού τομέα, φυσικά) καθυστερούν τις πληρωμές των υπαλλήλων τους για μήνες.
Αυτό ήταν ένα φαινόμενο, βεβαίως, που υπήρχε και πριν από την κρίση, και έχει πολύ μεγάλη σχέση με την εμπιστοσύνη των Ελλήνων απέναντι στους θεσμούς της δημοκρατίας τους και μεταξύ τους, αλλά και τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωμπίζουν τη “νομιμότητα”. Η ιδέα “πληρώνω για να αποκτήσω προϊόντα ή υπηρεσίες” είναι αυτονόητη προϋπόθεση για τη λειτουργία μιας οικονομίας σε ένα κράτος δικαίου. Στην Ελλάδα ποτέ δεν ήταν δα και πυλώνας της κοινής ηθικής, οικονομικής και κοινωνικής μας κουλτούρας. Πλέον, μετά από έξι χρόνια κρίσης, ως ιδέα έχει καταρρεύσει ολοκληρωτικά.
Πλέον μέλη γυμναστηρίων σταματάνε να πληρώνουν τις συνδρομές τους και εξακολουθούν να πηγαίνουν για όσο περισσότερο καιρό μπορούν δωρεάν. Γονείς παιδιών που πηγαίνουν σε ιδιωτικά σχολεία σταματούν να πληρώνουν τα δίδακτρα γνωρίζοντας πως είναι πολύ δύσκολο για το σχολείο να διακόψει τη φοίτηση των παιδιών πριν ολοκληρώσουν την εκπαιδευτική τους βαθμίδα (δημοτικό, γυμνάσιο ή λύκειο) -κι αυτό συμβαίνει συχνά πλέον ακόμα και στα ακριβότερα σχολεία της χώρας. Ένα από τα ελάχιστα παραδείγματα επιτυχημένων πρωτοβουλιών της κοινωνίας των πολιτών μέσα στην κρίση ήταν το κίνημα “δεν πληρώνω” των ανθρώπων που δεν επιθυμούν να πληρώνουν στα διόδια. Οι λεκτικές και σωματικές επιθέσεις σε ελεγκτές του μετρό, οι βανδαλισμοί σε εκδοτήρια εισιτηρίων και μια συστηματική καμπάνια με αφίσες και άλλες εκδηλώσεις προβολής εκφράζουν την πεποίθηση πολλών ότι και τα εισιτήρια των ΜΜΜ πρέπει να είναι δωρεάν. Σε πρόσφατη έρευνα της διαΝΕΟσις, σχεδόν 6 στους 10 Έλληνες δήλωσαν πως συμφωνούν με τη λειτουργία μη κρατικών πανεπιστημίων στη χώρα. Όταν όμως ρωτήθηκαν για το αν θα έπρεπε να υπάρχουν κάποια δίδακτρα στα δημόσια πανεπιστήμια, 65% δήλωσε πως όχι. Και μιλάμε για τους ίδιους που στέλνουν μαζικά τα παιδιά τους στα φροντιστήρια για να προετοιμαστούν στις πανελλήνιες. Τα οποία φροντιστήρια, βεβαίως, έχουν επίσης αρχίσει να μην πληρώνουν.
Η ατάκα που έχω ακούσει κι εγώ από πελάτη “εγώ δεν πληρώνω αν δεν μου έρθει εξώδικο”, έχει αρχίσει πια να λέγεται και από πολίτες που αναφέρονται στο τένις κλαμπ στο οποίο χρωστάνε συνδρομές δυο χρόνων.
Είμαι σίγουρος ότι κάθε ένας από εσάς ξέρει πολλές τέτοιες ιστορίες από το περιβάλλον του. Αντιλαμβάνεστε, βεβαίως, ότι φυσιολογικό κράτος και λειτουργική οικονομία δεν μπορούν να υπάρξουν έτσι.
Ποιος φταίει γι’ αυτή την κατάρρευση; Ποιος άλλος. Το κράτος.
Το ελληνικό κράτος, που κομπάζει πότε πότε για μικροσκοπικά πλεονάσματα, έχει συσσωρεύσει μέσα στην κρίση ένα χρέος περί των 5 δισ. απέναντι στους προμηθευτές του. Το ίδιο κράτος κάθε Πάσχα επιστρέφει τις πινακίδες κυκλοφορίας, τις άδειες και τα διπλώματα σε οδηγούς που είχαν παρανομήσει τους τελευταίους μήνες, για να μπορέσουν να πάνε στο χωριό τους. Δεν έχει σημασία το ότι παρανόμησαν και τους επεβλήθη ποινή, τι σημασία έχει η ποινή μωρέ, πιο σημαντικό είναι να φτάσουν στο κοκορέτσι. Αυτή είναι η αντίληψη περί δικαιοσύνης που διδάσκει το κράτος στους πολίτες διαχρονικά. Είναι μια διδαχή εντελώς ηθελημένη, οριοθετεί το ελληνικό κοινωνικό συμβόλαιο άψογα. “Μη σε νοιάζουν οι νόμοι, πολίτη, οι νόμοι λυγίζουν. Εμείς οι δυο να ‘μαστε καλά, και θα τα βρούμε”. Από τη δεκαετία του ’20 οι δήμοι είχαν το δικαίωμα να ζητούν τα λεφτά για την επιδιόρθωση των πεζοδρομίων από τους ιδιοκτήτες των ακινήτων που βρίσκονται δίπλα. Κανένας δήμαρχος δεν το εκμεταλλεύεται αυτό, γιατί θα του κοστίσει ψήφους. “Εμένα ρε ήρθες να μου ζητήσεις λεφτά για να φτιάξεις το πεζοδρόμιο έξω από το σπίτι μου; Να το πληρώσεις εσύ”, θα πει ο ψηφοφόρος. Αφού η ιδέα “πληρώνω” είναι κακιά, το concept είναι καταραμένο, ανθελληνικό.
Και βεβαίως, εφόσον το κράτος δίνει αυτό το παράδειγμα, οι πολίτες το ακολουθούν υποδειγματικά. Καθυστερεί το κράτος να πληρώσει επιστροφή ΦΠΑ σε επιχειρήσεις για τρία-τέσσερα χρόνια; 534 παραβάσεις στο εκδοτήριο εισητηρίων της Κνωσού, οπού οι υπάλληλοι “δεν προλάβαιναν” να κόψουν αποδείξεις. Νομιμοποιεί το κράτος καραμπινάτα αυθαίρετα χτισμένα μες στο δάσος; Νάτη η μαφία των υπαλλήλων του μετρό με τα εισητήρια (μια υπόθεση όχι άσχετη με τους βανδαλισμούς και τις επιθέσεις στους ελεγκτές λέει το ρεπορτάζ, παρεμπιπτόντως). Αυτά τα φαινόμενα δεν είναι άσχετα. Όταν το ίδιο το κράτος δεν πληρώνει αυτούς που του παρέχουν υπηρεσίες, σιγά μην κάτσω εγώ να πληρώσω πενήντα ευρώ μαθήματα ζούμπα. Άστους να έρθουν να μου τα ζητήσουν.
Κι όταν έρθουν -γιατί θα έρθουν, γιατί ο ζουμπατζής από αυτά περιμένει για να ζήσει- η δικαιολογία είναι απλή, έτοιμη, σύντομη, αυταπόδεικτη, ακατανίκητη και αναμενόμενη:
Ε, έχουμε κρίση, καταλαβαίνετε.
Πηγή: Καθημερινή