Του Χαριδημου Κ. Τσουκα
Εχει πάψει να εκπλήσσει, αλλά η διαπίστωση εξακολουθεί να είναι οδυνηρή κάθε φορά: η Ελλάδα πάσχει από θεσμική καχεξία, η οποία ευθύνεται για πολλά από τα δεινά της. Οι θεσμοί της χώρας δεν διαθέτουν την απαραίτητη ευρωστία για να αντεπεξέλθουν στην κρίση. Μοιάζουν με τις σωσίβιες λέμβους του μοιραίου «Εξπρές Σαμίνα» το 2000: στη δύσκολη στιγμή, που τις έχεις ανάγκη, αποκαλύπτεται η αχρηστία τους! Οπως ένα τέτοιο οργανωσιακό ατύχημα επωάζεται αρκετό καιρό πριν από την εμφάνισή του, η θεσμική καχεξία είναι το αποτέλεσμα μιας μακρόχρονης διαδικασίας. Οι θεσμοί απισχνώνται όταν, βαθμιαία, παύουν να λειτουργούν με τα δικά τους «κριτήρια αριστείας», υπηρετώντας τις «ενδογενείς αξίες» τους, και, αντιθέτως, κυριαρχούνται από «εξωγενείς» επιρροές, οι οποίες προέρχονται από τις πρακτικές της κομματικοποίησης, της απληστίας και της κάθε είδους φατριαστικής συναλλαγής. Αντιλαμβανόμαστε την καχεξία των θεσμών όταν αυτοί δεν παράγουν τα αναμενόμενα αποτελέσματα. Ο χειρισμός της διαβόητης «λίστας Λαγκάρντ» από τους τότε υπουργούς Οικονομικών κ. Παπακωνσταντίνου και Βενιζέλο, και τους τότε επικεφαλής του ΣΔΟΕ κ. Καπελέρη και Διώτη αποκαλύπτει την οξεία θεσμική καχεξία της χώρας. Οι δημόσιες τοποθετήσεις των εμπλεκομένων μάς επιτρέπουν να καταλάβουμε καλύτερα τα «ρεζιλίκια» μας. Ο κ. Παπακωνσταντίνου ισχυρίζεται ότι ο λόγος για τον οποίο δεν έδωσε ολόκληρη τη λίστα Λαγκάρντ στον κ. Καπελέρη, αλλά μόνο 20 ονόματα, για έλεγχο, είναι οι «δυσλειτουργίες και καθυστερήσεις στο ΣΔΟΕ», όπως αυτές πιστοποιούνται από την απαράδεκτη βραδύτητα του οργανισμού στον έλεγχο μιας άλλης λίστας με στοιχεία Ελλήνων καταθετών στο Λιχτενστάιν, το 2009. Με λίγα λόγια, ο κ. Παπακωνσταντίνου δεν εμπιστευόταν το ΣΔΟΕ!
Δεκτό. Τι έκανε τότε ως ο αρμόδιος υπουργός για να δημιουργήσει έναν αξιέμπιστο οργανισμό; Ποιες συναφείς οργανωτικές–διοικητικές πρωτοβουλίες ανέλαβε; Γιατί επέλεξε έναν κομματάνθρωπο (συνδικαλιστή και υποψήφιο βουλευτή του ΠΑΣΟΚ) ως ειδικό γραμματέα του ΣΔΟΕ; Γιατί, αργότερα, προήγαγε τον κ. Καπελέρη σε γενικό γραμματέα του υπουργείου του; Δεν αντιλαμβάνεται ο κ. Παπακωνσταντίνου την υποκρισία του όταν δηλώνει ότι «το Α και το Ω της επιχειρησιακής αποτελεσματικότητας (του ΣΔΟΕ) είναι η αυτοτέλειά του από την εκάστοτε πολιτική ηγεσία»; Μα αυτή ακριβώς την αυτοτέλεια του ΣΔΟΕ υπέσκαψαν συστηματικά οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και της Ν.Δ., διορίζοντας επικεφαλής του ΣΔΟΕ κυρίως «αχυρένιους» κομματανθρώπους ή «κολλητούς»! Οποιος ενδιαφέρεται για την αποτελεσματικότητα του ΣΔΟΕ το αποδεικνύει εμπράκτως και εγκαίρως, δεν επικαλείται καιροσκοπικά, εκ των υστέρων, τις αξίες που όφειλε να υπηρετεί. Δείτε, επίσης, πώς αντιλαμβάνονται τον ρόλο του ΣΔΟΕ τόσο οι υπουργοί Οικονομικών όσο και οι επικεφαλής του οργανισμού. Σε επιστολή του στους Financial Times, ο κ. Παπακωνσταντίνου αναφέρει: «Εκ του νόμου το ΣΔΟΕ θα πρέπει να ερευνά κάθε (…) πληροφορία στο πλαίσιο των καθηκόντων του και δεν θα έπρεπε να περιμένει “πολιτικές εντολές” σχετικά». Παρόμοιες δηλώσεις έκανε και ο κ. Βενιζέλος στη Βουλή. Ο κ. Διώτης, όμως, στο υπόμνημά του στους οικονομικούς εισαγγελείς ισχυρίζεται ότι «το ΣΔΟΕ υλοποιεί την εκάστοτε από την εκτελεστική εξουσία (…) προκρινόμενη πολιτική στους τομείς δράσης του». Παρόμοια ήταν και η τοποθέτηση του κ. Καπελέρη.
Βλέπετε την αυτοεξυπηρετική διάσταση απόψεων; «Δεν χρειάζεστε πολιτικές εντολές για να κάνετε τη δουλειά σας», λένε οι υπουργοί Οικονομικών. «Μα είμαστε εκτελεστικά όργανα», απαντούν οι επικεφαλής του ΣΔΟΕ! Δείτε τώρα ολόκληρη την εικόνα. Για να μη χρειάζονται «πολιτικές εντολές» οι επικεφαλής του ΣΔΟΕ, πρέπει να επιλέγονται και να αξιολογούνται με αμιγώς επαγγελματικά κριτήρια, κάτι που δεν συνέβη ποτέ. Οταν ο επικεφαλής ενός οργανισμού οφείλει τον διορισμό του σε πολιτικούς προστάτες, η αφοσίωσή του, κατ’ αρχήν, δεν είναι τόσο στην υπηρέτηση των «ενδογενών αξιών» που διέπουν την υπηρεσία του, όσο στη διασφάλιση της ευαρέσκειας των πολιτικών αφεντικών του από τους οποίους κυρίως αντλεί τη νομιμοποίησή του.
Σε κάθε περίπτωση, ένα τέτοιο στέλεχος δεν συμπεριφέρεται ηγετικά, δεν έχει μάθει να παίρνει πρωτοβουλίες (όπως κάνουν οι επικεφαλής των πανίσχυρων φοροελεγκτικών μηχανισμών στα σοβαρά κράτη), αλλά περιμένει «πολιτικές εντολές» άνωθεν. Συμπεριφέρεται «αμυντικά», η ανάληψη πρωτότυπων πρωτοβουλιών, με όλους τους πιθανούς κινδύνους που εμπεριέχει, του είναι ξένη ως νοοτροπία. Προσφεύγει σε έναν στενόμυαλο νομικισμό γιατί δεν διαθέτει την απαραίτητη αυτοπεποίθηση και ανεξαρτησία που συνήθως αναπτύσσουν οι καλοί επαγγελματίες. Αφού δεν επελέγη με αμιγώς επαγγελματικά κριτήρια, δεν έχει μάθει να συμπεριφέρεται με τα αντίστοιχα «κριτήρια αριστείας». Αν, παρ’ όλα αυτά, ένα τέτοιο στέλεχος πάρει τον ρόλο του στα σοβαρά, όπως αξιοθαύμαστα έκανε ο τότε γενικός γραμματέας του υπ. Οικονομικών κ. Δ. Σπινέλλης, τότε, αργά ή γρήγορα, θα οδηγηθεί σε παραίτηση – το κομματικό παρακράτος δεν ανέχεται ανεξάρτητες και ευσυνείδητες φωνές. Στη διαμάχη Καπελέρη – Σπινέλλη κατίσχυσε, φυσικά, ο Καπελέρης!
Σε μια σοβαρή χώρα οι κ. Παπακωνσταντίνου και Βενιζέλος θα δικάζονταν τουλάχιστον για παράβαση καθήκοντος. Στη μετα–οθωμανική δημοκρατία μας, τέτοια πράγματα δεν είναι πολιτικώς ορθόν να συμβούν! Σε ένα σοβαρό κόμμα ο κ. Βενιζέλος θα είχε ήδη ωθηθεί σε παραίτηση. Στο κόμμα που θεσμοποίησε τη φαυλότητα, η αξιοπρέπεια είναι μια άγνωστη έννοια!
Για μια ακόμη φορά συναντούμε τον άλυτο γόρδιο δεσμό που μας πνίγει: αυτοί που θέλουν να σώσουν τη χώρα είναι αυτοί που εξαχρείωσαν τους θεσμούς της! Η πολιτική σταθερότητα εξαρτάται από τη συγκάλυψη, το ψεύδος, και τη μη απόδοση δικαιοσύνης! Απαράδεκτο; Φυσικά. Αδιέξοδο; Ακριβώς – σαν κι αυτό που ζούμε…
* Ο κ. Χαρίδημος Κ. Τσούκας είναι καθηγητής στα Πανεπιστήμια Κύπρου και Warwick
Πηγή: Καθημερινή