1. Ή καταλαβαίνεις ή δεν καταλαβαίνεις. Τέτοια είναι η γενική αντίληψη – μαύρο κι άσπρο: απόλυτη στον δυϊσμό της. Και βέβαια είναι ορθή – μα μόνο ως εκεί που φθάνει για την ώρα.
Γιατί ακόμα και το παροιμιώδες “σύκο” δεν είναι τόσο μονότονα μονοσήμαντο σαν τον καρπό του Αυγούστου. Γνώρισα ανθρώπους που δεν τους άρεσαν τα σύκα (ή οι ελιές ή τα μούσμουλα) και ήταν η κατανόησή τους περιορισμένη. Άλλαξαν όταν τα δοκίμασαν.
Γράφω με αφορμή έναν νεαρό που συναπάντησα σε πρωινή βόλτα και κάπως μαστουρωμένος επαναλάμβανε “Ποιο να ναι το νόημα της ζωής;”
Ήταν μια πόζα σίγουρα, μα είναι και μια αμίλητη ερώτηση που αμείλικτα σουλατσάρει σιωπηλά στα κατώγια της καρδιάς.
2. Η κατανόηση είναι κάπως περίπλοκη ενέργεια ή διαδικασία διότι ενέχει πολλά στάδια, διάφορες φάσεις. Κάθε στάδιο είναι ολοκληρωμένο μα, όσο κι αν διαρκέσει ως “τελική φάση”, είναι μακροπρόθεσμα προπαρασκευή για ένα επόμενο – βαθύτερης ή ευρύτερης κατανόησης.
Η κατανόησή μας ενός έργου τέχνης, ζωγραφικής, μουσικής, ποίησης, δεν είναι σε καμιά περίπτωση οριστική. Πάντα υπάρχει κάτι παραπάνω να κατανοήσουμε – να απαλείψουμε μια αμφιβολία, να ερευνήσουμε μια απροσδιόριστη υποψία, να γεφυρώσουμε μια χαράδρα, να μετατρέψουμε μια εντύπωση σε σίγουρη αντίληψη με περισσότερη προσοχή.
Ποτέ δεν θα είμαστε απόλυτα βέβαιοι πως η νοερή μας εμπειρία που προκαλείται από το έργο είναι ίδια με του καλλιτέχνη δημιουργού του. Κι όσο πιο μεγάλος ο καλλιτέχνης (ένας Ντα Βίντσι, Σαιξπήρος ή Βιβάλντι) τόσο εντονότερα υποψιαζόμαστε πως καταλάβαμε μόνο μέρος του μηνύματός του.
Ο καλλιτέχνης συλλαμβάνει σταδιακά ή αυτοστιγμεί το έργο στον νου του, μια μελωδία, ας πούμε. Μετά την καταγράφει ως παρτιτούρα και οι μουσικοί θα την προβάλουν στο υλικό επίπεδο της ηχητικής έκφρασης. Εμείς θα ακούσουμε αυτό το σύνολο ήχων και, ανάλογα με την παιδεία μας, θα το μετατρέψει ο νους σε (συν)αισθηματική εμπειρία. Όμως αυτή μπορεί να διαφέρει πολύ από την εμπειρία του δημιουργού.
3. Ποιο είναι όντως το νόημα της ζωής;
Στις πλείστες περιπτώσεις, τέτοιες ερωτήσεις και όμοιοι προβληματισμοί είναι πόζες χωρίς υπόβαθρο πραγματικού ενδιαφέροντος.
Οι λιγοστοί που πραγματικά ενδιαφέρονται ουδέποτε θέτουν τέτοια ερωτήματα: αναρωτιούνται πώς θα απαλλαγούν από προσωπικές αδυναμίες. Οι άλλοι, οι πολλοί, συζητούν επιπόλαια και μόνο για χάρη της κουβέντας, για να προβάλουν ή να προασπίσουν τις δικές τους αντιλήψεις.
Η ζωή αποτελεί ένα πολύ μεγάλο έργο τέχνης, στο οποίο συμμετέχουμε όλοι εμείς ενεργά μα σπάνια έχουμε τη νηφαλιότητα, αποστασιοποίηση και αμεροληψία να το συλλογιστούμε, όπως ένα έργο κάποιου καλλιτέχνη. Έτσι (σχεδόν) πάντα το κοιτάμε μέσα από το πλέγμα συγκινήσεων που εξυφαίνουν οι επιθυμίες και συνήθειές μας.
Παρά τις όποιες χαρές κι εξάρσεις μας, μένουμε μονίμως ανικανοποίητοι με θρύψαλα εξηγήσεων και αχνές ανταύγειες κατανόησης.
Μα θα πρέπει να επανέλθουμε.