1. Ένα ανέκδοτο ρωσικής προέλευσης.
Ένα παιδί μπαίνει στο ταχυδρομείο και παραδίδει ένα γράμμα στην κυρία στο γκισέ. Στον φάκελο γράφει ως παραλήπτη «Στον συγγραφέα της καλύτερης δυστοπικής νουβέλας». Αφού οι υπάλληλοι συζήτησαν αρκετή ώρα το έστειλαν στον George Orwell συγγραφέα του 1984.
Ο Όργουελ κοίταξε το γράμμα αλλά το αρνήθηκε «Δεν είμαι εγώ. Όλοι ξέρουν πως ο Ray Bradbury έγραψε καλύτερα από όλους μας το Fahrenheit 451».
Μα και ο Μπράντμπερι δεν το δέχεται «Δεν μου αξίζει. Πρέπει να πάει στον Aldous Huxley που έγραψε το Brave New world.»
Ο Χάξλεϊ επίσης το αρνείται. «Όχι, δεν είναι για μένα. Μόνο ένα πρόσωπο αξίζει – ο Eugene Zamyatin που έγραψε το We.» Έτσι το γράμμα πάει στη Ρωσία.
Μα ο Ζαμιάτιν λέει. «Λάθος. Να σταλεί στην Alisa Rosenbaum γνωστή ως Ayn Rand που έγραψε το Atlas Shrugged.»
Η Ραντ ανοίγει τον φάκελο με τόσες σφραγίδες δίχως δισταγμό και διαβάζει «Αγαπητέ μου Nikolai Nosov…
2. Η δυστοπία ή μια δυστοπική κατάσταση είναι συνθήκες όπου ο πολιτισμός έτσι όπως τον ξέρουμε με τις ελευθερίες και τις ευκολίες του έχει ξεπέσει και η ανθρώπινη κοινωνία βρίσκεται σε ένα καταπιεστικό καθεστώς όπου η διαβίωση είναι προβληματική. Ένα πολύ καλό παράδειγμα είναι στον Όργουελ 1984 όπου γράφει για την μελλοντική κοινωνία:
«Καθετί άλλο εκτός από εργασία ήταν απαγορευμένο: μια βόλτα στους δρόμους· κάποια διασκέδαση· τραγούδι· χορός· φιλική σύναξη· όλα ήταν απαγορευμένα.»
Ο Χάξλεϊ έγραψε το Γενναίος Νέος Κόσμος (που είναι τίτλος παρμένος από τα λόγια της Μιράντας στην Τρικυμία του Σαιξπήρου) το 1931. Ο Όργουελ έγραψε το δικό του 1984 το 1949 και ανάμεσα στις πολλές κι ενθουσιώδεις επιστολές (και κριτικές) από όλες τις γωνιές του αγγλόφωνου κόσμου είχε και μια από τον πρώην δάσκαλό του των Γαλλικών στο ιδιωτικό σχολείο Ήτον που δεν ήταν άλλος από τον Χάξλεϊ. Εδώ ο μεγαλύτερος σε ηλικία λογοτέχνης επαινεί μεν το έργο του Όργουελ μα συγχρόνως υποδείχνει πως δεν μοιάζει πιθανό η σκληρή, κτηνώδης καταπίεση (η φράση του είναι boot-on-the-face) να μπορεί να συνεχιστεί επ’ αόριστο.
Τελικά, αφού τα τυραννικά κομμουνιστικά καθεστώτα κατέρρευσαν, μάλλον είχε δίκιο.
3. Μια σύνοψη των ιδεών και παραστάσεων των δυο Βρετανών είναι απλή και χρήσιμη.
α) Στην Ουτοπία του (ή Δυστοπία του) ο Χάξλεϊ εκδηλώνει τον φόβο πως οι άνθρωποι του μέλλοντος βυθισμένοι στην καλοπέραση και το κυνήγι της ηδονής δεν θα ήθελαν να διαβάζουν βιβλία και να «σκέφτονται».
β) Η αλήθεια θα πνιγόταν σε έναν ωκεανό άσχετων και ασήμαντων διανοητικών ασχολιών (παιχνίδια, γρίφοι κ.λπ.) και βέβαια, ψευδών ειδήσεων.
γ) Οι πολίτες ελέγχονται μέσω ευχαρίστησης – όλο και περισσότερης με μεγαλύτερη ποικιλία.
δ) Προέβλεπε πως η διακλάδωση ακόρεστης επιθυμίας για ευχαρίστηση θα κατέστρεφε τον πολιτισμό.
Από την πλευρά του ο Όργουελ παρουσίαζε μια πολύ διαφορετική εικόνα του μέλλοντος. Φοβόταν πως
α) Οι ολιγάρχες (ή δικτάτορες) θα απαγόρευαν τα βιβλία και την ανεξάρτητη στόχαση.
β) Η αλήθεια θα αποκρυβόταν ή στρεβλωνόταν με διάφορους τρόπους και με ψευδείς ειδήσεις.
γ) Οι πολίτες ελέγχονται μέσω τρόμου και φόβου του πόνου που είναι ωμά σωματικά βασανιστήρια.
δ) Ο φόβος ήταν το σαράκι που θα κατέστρεφε τον πολιτισμό μας.
4. Και οι δυο συγγραφείς αγγίζουν βαθιές τάσεις στον ανθρώπινο ψυχισμό. Ο Χάξλεϊ έβλεπε τη ραγδαία παρακμή στη Βρετανία της μεσοπολεμικής περιόδου και είχε ο ίδιος μια τάση προς τον μυστικισμό της Ανατολής. Ο Όργουελ είδε τις αυταπάτες που είχε για την κομμουνιστική Ουτοπία να διαλύονται, ιδίως στον εμφύλιο της Ισπανίας όπου ο ίδιος πολέμησε με τους «δημοκρατικούς» (μα που τρώγονταν μεταξύ τους και οι διάφορες σέχτες κομμουνιστών – αναρχικοί, σταλινικοί, τροτσκιστές).
Και τα δυο βιβλία αξίζουν να διαβαστούν. Νομίζω πως ο Χάξλεϊ διέκρινε ορθότερα την αιτία της παρακμής η οποία παρακμή συνεχίζει αργά και ύπουλα. Αλλά και αυτός έκανε σοβαρά λάθη σε μερικές επιμέρους προβλέψεις του.